Όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες…

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

Θα ξέρετε όλοι, φαντάζομαι, αυτό που συνηθίζουν να λένε συχνά οι Έλληνες, για να «συγκρίνουν» το ένδοξο παρελθόν τους με τους «βάρβαρους» ευρωπαίους : «Όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες, αυτοί ζούσαν σε σπηλιές και πάνω σε δένδρα».Τις προάλλες διάβασα κάτι παρόμοιο σε «πνεύμα» που δεν το είχα υπόψη μου.«Όταν εμείς είχαμε χοληστερίνη, αυτοί έτρωγαν βελανίδια».Μεγάλη ατάκα…
Για όσους την επικαλούνται, άκρως ενδεικτική για την «ανωτερότητα» της …φυλής !Για κάποιους άλλους βεβαίως δεν χρειαζόταν μια τέτοια «αιματολογική» σύγκριση για να αποδειχθεί, για άλλους όμως καλό είναι να το… υπενθυμίζουν κάπου – κάπου. Να υπενθυμίζουν την ελληνική «μαγκιά». Διότι γι αυτούς ο έλληνας είναι «μάγκας» και ο Ευρωπαίος δεν πιάνει μπροστά του «μία».Βέβαια αν το πάρουμε αλλιώς, δεν ξέρω ποιος από όλους είναι τελικά ο… «μάγκας».Ίσως ξέρω όμως ποιος στ΄ αλήθεια (και «εξ αρχής») είναι ο … μάγκας και εννοώ στην αρχική του έννοια. Κατά μία εκδοχή, μάγκας ήταν –επί τουρκοκρατίας- το μέλος της … «manga». Όπου «μάγκα», στα τούρκικα, ήταν μια ομάδα ατάκτων –ημιβαρβάρων, πονηρών και θρασύδειλων- πολεμιστών (τα μέλη της αποκαλούνταν «μάγκες/manges») που εκτός από πόλεμο μπορούσε να κάνει και πολλά άλλα. Τις μαγκιές της δηλαδή. Έτσι, ο τούρκικος όρος πέρασε και στην ελληνική κοινωνία και οι Έλληνες άρχισαν να γίνονται κι αυτοί «μάγκες», να κάνουν τους «μάγκες» και τις μαγκιές τους. Και κάπως έτσι ξεκίνησε ο… «μάγκας». Αυτό σημαίνει «μάγκας» αν θέλουμε να κυριολεκτούμε και αν θέλουμε να ξέρουμε τι λέμε. Αλλιώς ας μείνουμε στα «μεταφορικά» και στα όπως μας αρέσει…Και προφανώς, επειδή ο όρος «μάγκας» είναι μεταγενέστερος, αυτοί που έχτισαν τους Παρθενώνες και αυτοί που –υποτίθεται- είχαν χοληστερίνη (εννοώ τότε που οι άλλοι έτρωγαν βελανίδια), δεν υπήρξαν … «μάγκες». Διότι ήταν προγενέστεροι. Όμως ας μείνουμε στους «μάγκες».     
Εκτός από το καθεαυτό είδος του «μάγκα», υπάρχει και το είδος που κάνει τον «μάγκα».Ή αλλιώς –κατά το κοινώς λεγόμενο- ο «τζάμπα μάγκας».Φθάνοντας λοιπόν και στον «τζάμπα μάγκα», να θυμηθούμε ότι η έκφραση μπήκε μέχρι και στο πολιτικό λεξιλόγιο της Ελλάδας από τον πρώην πρωθυπουργό κ. Κ. Σημίτη, ο οποίος επί πρωθυπουργίας του (κάνοντας μια σκωπτική αναφορά) μίλησε για «τζάμπα μάγκες», θέλοντας να χαρακτηρίσει έτσι τους πολιτικούς εκείνους που, δίχως πολιτικό κόστος, δίχως καμιά πολιτική διακινδύνευση, μόνο με μια ανέξοδη ρητορεία και λαϊκισμό, προσπαθούν να επικρατήσουν πολιτικά. Η συγκεκριμένη έκφραση του Κ. Σημίτη, αφορούσε την παλιά Νέα Δημοκρατία και τον τότε αρχηγό της Κώστα Καραμανλή, στην περίοδο που ασκούσε καθήκοντα Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Αυτό το γράφω εμβόλιμα (ευκαιρίας δοθείσης), για να το χρησιμοποιήσει όπως θέλει ο καθένας, προκειμένου να κάνει τις δικές του αναγωγές στους «τζάμπα μάγκες» πολιτικούς της εποχής μας. 

Και ερχόμαστε στο κυρίαρχο ερώτημα. Είναι τελικά «μάγκας» ο σύγχρονος Έλληνας; Και αν είναι, πόσο «μάγκας» είναι ή μάλλον τι είδους «μάγκας» είναι ; Ο καθένας μπορεί να το αξιολογήσει. Εγώ δεν θα γράψω τίποτα παραπάνω, παρά μόνο θα παραθέσω την άποψη του κ. Δημήτρη Δημητράκου, καθηγητή Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Υποστηρίζει ο κ. Δημητράκος ότι :  «Ο τύπος του «μάγκα» στη λαϊκή φαντασία των νεότερων Ελλήνων ενσαρκώνει τον Ηγεμόνα του Μακιαβέλι προσαρμοσμένο στα βαλκανικά δεδομένα. Η virtue ­«αρετή» ­ που χαρακτηρίζει τον μακιαβελικό Ηγεμόνα είναι μείγμα δύναμης και δολιότητας, αδίστακτου θράσους και πονηριάς. Ο μάγκας είναι λοιπόν ο Ηγεμόνας του φτωχού, κατά κάποιο τρόπο, το ιδανικό του ανθρωπάκου που θέλοντας, αλλά μη μπορώντας να είναι Αλί Πασάς, δρα ως τέτοιος σε μικρή κλίμακα και επιβραβεύεται γι' αυτό».

Κάνοντας μια πιο εμπεριστατωμένη περιγραφή του θεωρούμενου νεοέλληνα «μάγκα» ο κ. καθηγητής τον προσδιορίζει και με τα εξής: «Ο μάγκας είναι αυτός που πιάνει οποιονδήποτε άλλο κορόιδο, χωρίς να πιάνεται αυτός. Και αυτό ισχύει κυρίως στον οικονομικό τομέα. Ο μιζαδόρος, ο φοροφυγάς, ο παράσιτος, ο τσαμπατζής και ο αργόμισθος είναι «μάγκες».  «Μάγκας» είναι ο ανυπότακτος ελληνάρας που βάζει γκολ στους λογιστές των Βρυξελλών, με την ελληνική «μαγκιά», αντιπαρατιθέμενος στην ευρωπαϊκή τεχνοκρατία και στη δυτικόφρονη «ευπρέπεια» και μάλιστα μέσα σε κλίμα εθνικής αυταρέσκειας. Η προσοδοθηρία, που είναι ο κοινός παρονομαστής όλων αυτών, αποτελεί την οικονομική έκφραση της μαγκιάς». Καθώς είμαι ο κλασικός τύπος του «γηράσκω αεί διδασκόμενος» αναζήτησα την ερμηνεία της προσοδοθηρίας. Προσοδοθηρία αποκαλείται η αναζήτηση οποιασδήποτε μορφής εσόδου ή άλλου οικονομικού πλεονεκτήματος για τον φορέα, που να είναι δυσανάλογα μεγάλο σε σχέση με τις υπηρεσίες που αυτός προσφέρει, ­ οι οποίες κυμαίνονται από το λίγο ως το τίποτε.
Αν προσαρμόσουμε όλα τα παραπάνω και σε επίπεδο ευρωπαϊκών δεδομένων, μας προκύπτει και ένα ακόμη είδος «μάγκα», αυτό του «μάγκα προσοδοθήρα» ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Που λέει «ναι» στην ενωμένη Ευρώπη, όσο οι επιδοτήσεις της εκτρέφουν την προσοδοθηρία του. Που ταυτόχρονα όμως περιφρονεί τους «κουτόφραγκους», οι οποίοι ευημερούν στους αριθμούς αλλά υστερούν στην κατασκευή Παρθενώνων και …στα επίπεδα της χοληστερίνης. Που όταν «χαλάσει» η δουλειά του και βγουν τα άπλυτά του στη φόρα, φταίνε όλοι εκτός από τον ίδιο. Φταίει που δεν πήραμε φρεγάτες από την τάδε χώρα, φταίνε οι Εβραίοι, οι πολυεθνικές, ο ιμπεριαλισμός, ο διεθνής καπιταλισμός, οι ξένοι δάκτυλοι, η CIA και οι πάσης φύσεως Αμερικάνοι, ο Τζώρτζ Σώρος, οι Γερμανοί, η Μέρκελ, οι «κακοί» γείτονες (Τούρκοι, Αλβανοί, Σκοπιανοί), το ισλαμικό τόξο, ο διεθνής σιωνισμός και άλλες «υπόγειες δυνάμεις».  Όμως ακόμα και τότε «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει, δεν την σκιάζει Ευρώπη καμιά». Διότι εμείς παραμένουμε «μάγκες», αφού όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες…  

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες…"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *