Επιστήμες του ανθρώπου και φιλοσοφία

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

Του Νίκου Μακρή

Το άρθρο του κυρίου Μακρή δημοσιεύθηκε από το περιοδικό Ελληνικού πολιτισμού «ΘΕΑ», την συντακτική ομάδα του οποίου και ευχαριστούμε για την συνεργασία και την αναδημοσίευση του άρθρου.

Ωστόσο, ελλοχεύει ο ακόλουθος κίνδυνος: Η έρευνα των ανθρωπολόγων, περιοριζόμενη στο στενό πεδίο της ειδικότητας, δεν είναι παρά περιγραφική, αναστρέψιμη και αβέβαιη, αν θέλει να έχει επιστημονικό χαρακτήρα. Τα οποιαδήποτε δεδομένα κάθε συγκεκριμένης θεωρητικής επιστήμης δε λένε τίποτε καθεαυτά, δεν οδηγούν πουθενά, αν δεν επεμβαίνει ο θεωρός άνθρωπος ο οποίος ερμηνεύει. Η ερμηνεία όμως ενός φαινομένου είναι πάντα εξωεπιστημονική, εγκλείει υποκειμενικό παράγοντα και φανερώνει την εκτίμηση του επιστήμονα, εκτίμηση αναπόφευκτα φιλοσοφική η οποία ποτέ δε θα επιμαρτυρηθεί, δεδομένου του πλήθους των συλλεγομένων πληροφοριών. Γι’ αυτό ακριβώς υπάρχουν τάσεις και τάσεις με αποκλίνουσες κατευθύνσεις και μάλιστα στο «στενό» χώρο μιας και μόνης θεωρητικής επιστήμης. Ψυχολόγοι διαφωνούν μεταξύ τους σε βασικά θέματα, κοινωνιολόγοι ερμηνεύουν κοινωνικά φαινόμενα με εντελώς διαφορετικό τρόπο, γλωσσολόγοι προβαίνουν σε άκρως διαφορετικές εκτιμήσεις, κ.ο.κ.

Είναι σαφές πως το κοινό υλικό τους, το κοινό πεδίο έρευνάς τους, τους προσφέρει τις πιο αντίθετες θεωρήσεις και αυτό συμβαίνει επειδή δε μιλούν οι επιστήμες τους, αλλά τα υποκείμενα τα οποία τις περιγράφουν και τις ερμηνεύουν ταυτόχρονα. Όμως, και εδώ κρύβεται μια μεγάλη παγίδα την οποία πολλοί σοφοί των επιστημών του ανθρώπου παραγνωρίζουν, μια παγίδα την οποία μόνο οι μεγάλοι φιλόσοφοι και οι λογικομαθηματικοί εντοπίζουν, αν δεν υποπέσουν και αυτοί στο δέλεάρ της. Αν κατά τον Gödel κανένα λογικό σύστημα δεν είναι αποκρίσιμο, δεν είναι δηλαδή ικανό να αυτοερμηνευθεί, σε όσα αξιώματα κι αν στηρίζεται, κατά τον ίδιο και επαυξημένο λόγο, καμιά θεωρία σχετική με τις επιστήμες του ανθρώπου δεν είναι ικανή να προσφέρει ερμηνεία του φαινομένου και των εκδηλώσεών του με αποδεικτικό τρόπο. Αυτό σημαίνει πως καμιά θεωρία της γλωσσολογίας, της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας, της πολιτικής οικονομίας δεν είναι σε θέση να ερμηνεύσει τον άνθρωπο, παρά το ότι κινείται στο καθαρό επίπεδο της ίδιας της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Δεν απαιτείται να θυμίζουμε πόσο κάποιες θεωρίες προερχόμενες από ανθρωπολόγους, κοινωνιολόγους, οικονομολόγους, ψυχιάτρους κ.ο.κ. τάραξαν τα λιμνάζοντα νερά και θεωρήθηκαν μέγιστες κατακτήσεις της επιστήμης.5 Οι ήχοι των θριάμβων τους ηχούν ακόμη στην αγορά των ιδεών, έστω κι αν διαψεύστηκαν πανηγυρικά, και δεν ήταν δυνατό να γίνει αλλιώς, επειδή έπασχαν αφετηριακά.

Κάθε προσπάθεια ερμηνείας του ανθρωπίνου φαινομένου με αφετηρία τις επιστήμες του ανθρώπου δεν προσφέρει παρά ψευδοερμηνείες και μάλιστα ριζικά αντιεπιστημονικές. Βέβαια, δεν απαιτείται να τονίσουμε πως επιμέρους συμπεράσματα και επιμέρους περιγραφές αλλά και ερμηνείες ενέχουν θραύσματα αλήθειας, αυτό είναι βέβαιο. Κάθε ολίζουσα όμως και γενική ερμηνεία αποτελεί εξαπλούστευση και μάλιστα χοντροειδή. Συμβαίνει μάλιστα και κάτι σημαντικότερο: Μας εξαποστέλλει στο προεπιστημονικό στάδιο και μας θυμίζει μάγους, αστρολόγους και αλχημιστές. Δεν πρόκειται για υπερβολές, αλλά για απτές διαπιστώσεις οι οποίες αναπροσανατολίζουν τις σκέψεις μας.

V
Είναι σαφές πως καμιά επιστήμη του ανθρώπου δεν ερμηνεύει τον άνθρωπο. Είναι επίσης σαφές πως δε θα υπάρξει ενιαιοποιημένη θεώρηση, ούτε στο πεδίο της ανθρωπολογικής έρευνας, θεώρηση η οποία θα ήρε το μυστήριο του ανθρωπίνως υπάρχειν. Ο λόγος είναι προφανής και βαθύς: Εκτός του ότι ο χαρακτήρας της επιστημονικής έρευνας είναι πάντα περιγραφικός και ποτέ ερμηνευτικός, ο άνθρωπος δεν ερμηνεύεται, ούτε φυσικά αυτοερμηνεύεται. Μια τόσο απλή αλήθεια την οποία δεν κατόρθωσαν να υποψιασθούν μεγάλα ονόματα των επιστημών του πνεύματος, των επιστημών του ανθρώπου, είναι αποκαλυπτική.

Μπορούμε όμως να πούμε γιατί ο άνθρωπος ούτε ερμηνεύεται ούτε αυτοερμηνεύεται με τις επιστήμες των οποίων είναι «αντικείμενο» έρευνας, αλλά, ταυτόχρονα, και ερευνών υποκείμενο; Νομίζουμε πως στην ερώτηση υπάρχει η ίδια η απάντηση. Δεν είναι δυνατό να είμαστε ταυτόχρονα υποκείμενα και αντικείμενα έρευνας, η αυτοπαρατηρησία επισυμβαίνει βέβαια με αφετηρία τις εμπειρίες μας απ’ το συ και το εμείς, αλλά περιορίζεται στο φαινομενολογικό επίπεδο και δε φθάνει στο βάθος. Εξάλλου, η αυτοπαρατηρησία δεν είναι καθολική εκγενίκευση. Αυτό θα ανέτρεπε ριζικά και την ίδια την ψυχολογία. Το υποκείμενο που ερευνάει φαινόμενα οφειλόμενα στη διανθρώπινη δραστηριότητα διαμέσου των αιώνων δεν είναι σε θέση να αυτοεξαιρεθεί και να ορθώσει κανόνες και κανονιστικά πρότυπα, σα να βρισκόταν έξω απ’ τη διαδικασία. Δεν είναι δυνατό να είναι υποκείμενο και αντικείμενο ταυτόχρονα και αυτό μας θυμίζει τα περίφημα παράδοξα της συνολοθεωρίας, όπου, κλεινοί λογικομαθηματικοί, συγχέοντας το όλο με το σύνολο, διετύπωναν θέσεις κατά τις οποίες η λογική οδηγεί σε αντιφάσεις: ~ (α=α).

Ο άνθρωπος επομένως δεν είναι δυνατό να αυτοερμηνεύεται και κάθε προσπάθεια που αποβλέπει σ’ αυτό είναι εκ των προτέρων καταδικασμένη σε αποτυχία. Βέβαια, και πρέπει να το τονίσουμε, οπωσδήποτε οι επιστήμες του ανθρώπου φθάνουν να περιγράφουν λιγότερο ή περισσότερο ικανοποιητικά σημαντικά φαινόμενα που σχετίζονται με την ψυχολογία, την κοινωνικοπολιτική θέση του ανθρώπου, τη γλώσσα κ.ο.κ., αλλά δεν είναι σε θέση να προβαίνουν σε γενικότατες θεωρήσεις.

Φυσικά το ερώτημα τίθεται και θα ξανατίθεται και εδώ νομίζω φθάνουμε στην καρδιά της προβληματικής μας. Μήπως, ενώ οι επιστήμες του ανθρώπου αδυνατούν να ερμηνεύσουν τον άνθρωπο, η φιλοσοφία είναι σε θέση να το κάνει; Σημαντική ερώτηση απ’ την οποία, απ’ την απάντηση στην οποία, ανοίγονται δρόμοι ουσιαστικής θεώρησης.
(Μέρος 4ο)

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Επιστήμες του ανθρώπου και φιλοσοφία"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *