Κι απ’ τη Βαστίλη, ξεκινάνε…

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

-    Που πας κι εσύ ρε καημένε με την εκδίκηση της γυφτιάς παραμάσχαλα κι ένα Χατζημιχάλη περσινό  να βγάλεις γκόμενα ;  Είσαι με τα καλά σου ;
-    Η εκδίκηση της γυφτιάς σε πείραξε τώρα…
-    Δεν διορθώνεσαι με τίποτα ρε γκαρντάσι , πολύχρωμα  φουλάρια, σκισμένα  γιλέκα και περπατούρες στο σεληνόφως, φάτε μάτια ψάρια… δεν σου χει πει ποτέ κανείς ότι ο έρωτας περνάει πρώτα απ΄ το στομάχι ;

Ο φιλόξενος χώρος του καινούργιου μεζεδοπωλείου στην καρδιά των Βρυξελλών, ήταν το ντεκόρ αυτής της συνάντησης και το σκηνικό προσέγγισης ακόμη μίας εικονικής πραγματικότητας.
-    Τι της έλεγες και σε κοίταγε σαν εξωγήινο;
-    Της είπα για το Πολυτεχνείο ….
-    Δεν είσαι καλά, τώρα για το Πολυτεχνείο δεν μιλάμε ούτε αυτοί που ήμασταν μέσα, μιλάς εσύ που ήσουνα απ την απέξω;
-    Σε πληροφορώ ότι αυτοί  που ήτανε μέσα στην αρχή,  μια χαρά παιδιά ήτανε, στη γειτονιά μας μένανε, σ΄ένα παλιό νεοκλασικό,  ανένταχτοι, ονειροπόλοι,  όταν δεν έκαναν έρωτα μεταξύ τους, κάνανε με τις κιθάρες τους… μετά μπήκατε εσείς και πήρατε τον έλεγχο… Οσο για το άλλο που είπες, εμένα με  κλείδωσε η μάνα μου και δεν μπόρεσα να πάω.  Αλήθεια εσύ γιατί δε μιλάς ποτέ …
-    Στο σπίτι του κρεμασμένου δε μιλάνε για σκοινί … Τι άλλο κουβεντιάσατε;
-    Μιλήσαμε και για μουσική,  να φανταστείς δεν ήξερε ότι στην «Πρώτη Μαίου »
-    Του Μάνου;
-    Ναι, εκεί που λέει ο Βασίλης  «… χίλιες σημαίες, κόκκινες, μαύρες, Ο Φεντερίκο, η Κατρίν και η Σιμόν»,  δεν ήξερε ότι …
-    … ότι  «Φεντερίκο », είναι  αναφορά στον  Γκαρσία Λόρκα ;
-    Όχι μωρέ αυτό το ξέρουν όλοι, – έτσι θέλω να πιστεύω, τουλάχιστον-, για την « Κατρίν » και τη  « Σιμόν » δεν ήξερε.
-    Και όταν έμαθε  ότι πρόκειται για τη  Σιμόν ντε Μποβουάρ;
-    Τη Σιμόν, την είχε  ακουστά,  λένε ότι ήτανε η μεγάλη καψούρα του Σάρτρ,  έτσι το είπε.
-    Και δεν της έριξες ένα σκαμπίλι να συνέλθει;
-    Έλα μωρέ, δεν μπορούν όλοι να κρατάνε σφυροδρέπανο…
-    Καλά που το κατάλαβες, και δε μου λες, μια που πιάσαμε τώρα την κουβέντα, το «Κατρίν », αναφέρεται  όντως στη Ντενέβ;
-    Δεν αποκλείεται, ξέρεις ότι η Ντενέβ  τότε, ήταν η μούσα του Πολάνσκι και του Μπουνιουέλ, σύμβολο της καινούργιας εποχής που ξημέρωνε στη 10ετία του 60, αλλά εγώ αυτή την εκδοχή δεν την πιστεύω.  Πιο επικρατέστερη μου φαίνεται αυτή της Κατρίν Παϊγιασέ, στέλεχος της επιτροπής αγώνα και στην πρώτη γραμμή στα οδοφράγματα τον Μάη του 68.
-    Τα είπες όλα αυτά στην κοπέλα;
-    Κι αυτά κι άλλα… και ότι θα στηθούνε ξανά στους δρόμους οι λαιμητόμοι και τα παιδιά θα παίζουνε κλοτσοσκούφι με ανθρώπινα ακρωτηριασμένα κεφάλια, τα κεφάλια του κεφαλαίου…  μόνο που δυστυχώς, κοντά στο ξερό καίγεται και το χλωρό…
-    Ρε, είσαι πολύ κολλημένος τελικά !  Εχεις καταλάβει ότι εσύ μιλάς για μνημεία και οι άλλοι για μνημόνια;  Δεν πιστεύω να της απήγγειλες και Μαγιακόφσκι , ξέρω  ότι του έχεις αδυναμία..
-    Λίγο… δεν πρόλαβα γιατί ήρθε εκείνος ο γνωστός της και μας διέκοψε κι ύστερα της πρότεινε να τη συνοδέψει..
-    Ο Γνωστός οδηγάει οκτακύλινδρο υβριδικό , η αξία του οποίου αντιστοιχεί σε μερικά χρόνια μισθών ενός έντιμου και συνειδητού εργαζόμενου σαν και σένα.  Αυτό πληροφοριακά το λέω, έτσι ; 
-    Εμένα πάντως όταν με χαιρέτισε, μου είπε ότι βρήκε την κουβέντα μας πολύ ενδιαφέρουσα και μου υποσχέθηκε ότι, την επόμενη φορά που θα βρεθούμε, θα είναι πιο διαβασμένη.
-    Και πότε θα είναι αυτή, για να έχουμε καλό ρώτημα;
-    Αυτό δεν το προσδιορίσαμε.
-    Ούτε κινητό πήρες;
-    Έδωσα το δικό μου.
-    Μα τι Λάκης είσαι ρε αδερφέ !  Το νούμερο του κινητού σου το ξέρεις απ έξω, ή το χεις γραμμένο στο πίσω κέλυφος; 
-    Γιατί έχει σημασία;
-    Ήθελα να δω αν το έβγαλες από το θήκη..
-    Το έβγαλα,  και λοιπόν;
-    Είδες πολλούς να φοράνε ακόμη θήκη στη ζώνη για το κινητό; 
-    Εγώ πάντα φορούσα.
-    Ανεπίδεκτος !
-    Μαθήσεως ;
-    Οσφρήσεως !
-    Με περιπαίζεις…
-    Σε βλέπω που λιώνεις και σε λυπάμαι…. Φεύγω, να σε πετάξω μέχρι το σπίτι;

Στο δρόμο που πηγαίνανε, περάσανε μπροστά  από τη Brasserie Georges. Το οκτακύλινδο ήταν επιδεικτικά παρκαρισμένο μπροστά στην είσοδο. Ο οδηγός το αντιλήφθηκε αλλά δεν είπε τίποτα. Στο διπλανό κάθισμα του αυτοκινήτου, ο τελευταίος μίας γενιάς προς εξαφάνιση, είχε βγάλει τη θήκη του κινητού από τη ζώνη και την περιεργαζόταν με ένα βλέμμα απορημένο. Αφού ανάλυσε για μερικά λεπτά το αντικείμενο made in china, αναλογίστηκε όλα τα στάδια παραγωγής,  εμπορικών συμφωνιών, διαπραγματεύσεων και γενικά όλη τη διαδρομή από την παραγωγή μέχρι την κατανάλωση: Την Ευρώπη που άνοιξε τα σύνορα στην παγκοσμιοποίηση, τις πολυεθνικές που για να την ευχαριστήσουν μετέφεραν όλα τα εργοστάσια στην Κίνα, τα ανήλικα κινεζάκια που δουλεύουν κάτω από συνθήκες απάνθρωπες για ένα κομμάτι ψωμί, τον  εισαγωγέα που δηλώνει part time τους υπαλλήλους που δουλεύουν οκτάωρο, γιατί έχει μόνο 400%  κέρδος, το κράτος που το ξέρει, αλλά κλείνει τα μάτια, οι φόροι μισοί είναι καλύτερα από το τίποτα … και κάπου στο τέλος, αυτόν τον ίδιο, που έκανε κι έρευνα αγοράς, ο μαλάκας, για να το πάρει φθηνότερα….  Ξαφνικά σήκωσε το κεφάλι   κοίταξε πεισματικά και θυμωμένα στο κενό και  ξαναπέρασε στη ζώνη τη θήκη του κινητού. 
-    Να πάει να πηδηχτεί, εγώ τη θήκη δεν τη βγάζω.
-    Ξέρεις, καλά το είπες προηγουμένως, δεν μπορούν όλοι να κρατάνε καλάσνικοφ στα χέρια, καλό είναι που και που και κανένα χωνάκι με καϊμάκι Δωδώνης.  Κι αυτό ισχύει και για σένα, δεν μπορείς να τα αναλύεις όλα με τη διαλεκτική, θα σου στρίψει… Θυμάσαι την ατάκα του Ρόμπερτ Ρέντφορντ στην Λένα Ολιν, στο «Χαβάνα » ;  Οι περισσότερες στιγμές της καθημερινότητας είναι τόσο απλές, βγαίνεις μια βόλτα, αγοράζεις μια γραβάτα… Αυτή είναι η ζωή.  
-    Ναι καλά! Αμερικανιές ! « everyday stuff …. You buy a necktie…»
Να μια φορά που η αγγλική είναι πιο συγκεκριμένη από τη γλώσσα του Ομήρου, όπου  nec ίσον λαιμός και tie ίσον δένω.  Λαιμοδέτης δηλαδή, αλλά να που υπερίσχυσε το γραβάτα, λέξη εκ παραδρομής, από μόνη της δεν του λέει τίποτα, γραβάτα… Γραβάτες μεταξωτές ύφαινε η μάνα του, δίπλα στον αργαλειό, θυμητάρι και σύμβολο, που έστεκε στη μέση της βιοτεχνίας… με μεταξωτές γραβάτες συμπληρώσανε τους τελευταίους μισθούς των απολυμένων,  σαν πήρε η κατηφόρα, γραβάτα μεταξωτή πέρασε στη δρούγα ο πατέρας του και κρεμάστηκε γονατιστός, μένοντας έτσι στα χρονικά των ευφυέστερων αυτοκτονιών,  λίγο πριν την κατάσχεση… με την ίδια αυτή μεταξωτή γραβάτα του ιδιόχειρα,  δένει τώρα κι αυτός τα χεράκια της Βασούλας στο κεφαλάρι της ερωτικής τους κλίνης, κι είναι  παιδί τζιμάνι η Βάσω, του κάνει όλα τα κέφια κι ας μην είναι πολύ του φετίχ…

Σήκωσε το δεξί του χέρι από το τιμόνι και το έφερε στου αλλουνού το σβέρκο. Του χάιδεψε τρυφερά το κεφάλι και του είπε : 
-Πες μου  ένα στίχο του δικού σου του  Μαγιακόφσκι  ρε φιλαράκι..
- «Νομίζετε ίσως πως παραμιλάει ο πυρετός; »
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Μια γνώριμη φωνή, έμελλε να είναι, αυτή τη φορά, η αφορμή για ένα ακόμη ημιτελές παραλήρημα.
-    Με τι ασχολείσαι πάλι και μας έχεις παρατήσει, θα κατέβεις να σε δούμε κι εμείς λίγο;
-    Κλείσε την πόρτα… μην κρυώσει το παιδί.…

ΓΓ – Παραμονή Πρωτομαγιάς του 2013  

Σημείωμα : εμπνευσμένο από το τραγούδι του Μάνου Λοίζου ΄΄Πρώτη Μαίου΄΄ και την υπέροχη ερμηνεία του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, καλή πρωτομαγιά ! – ΓΓ

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Κι απ’ τη Βαστίλη, ξεκινάνε…"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *