Το νόημα των λέξεων (ή τα όρια της δημοκρατίας)

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

«Αν κατέβαινε ο Χριστός, µε ποιούς θα πήγαινε ; Με τους µαύρους; µε τους κόκκινους; Η θα στέκονταν κι αυτός στη µέση µε τις αγκάλες ανοιχτές και θα φώναζε : «Αδέρφια, αδερφωθείτε! Αδέρφια, αδερφωθείτε!» Όµοια στέκονταν κι ο αντιπρόσωπος του Θεού στον Κάστελο, ο παπα-Γιάνναρος, µε ανοιχτές τις αγκάλες και φώναζε, φώναζε, µα όλοι, µαύροι και κόκκινοι, προσπερνούσαν και τον γιουχάιζαν :
– Έαµοβούλγαρε, προδότη, µπολσεβίκο!
– Λαοπλάνε, φασίστα, ταυραµπά!»
Νίκος Καζαντζάκης, Αδερφοφάδες

Στις παραπάνω σειρές, διαβάζετε ένα απόσπασμα από το τελευταίο βιβλίο που έγραψε ο Νίκος Καζαντζάκης. Η αναφορά δεν είναι τόσο στο εμφυλιακό κλίμα, τα άκρα από τη μια τα άκρα από την άλλη, όσο στον Παπα-Γιάνναρο, έναν παπά αντάρτη, όπως τον αναφέρει στο βιβλίο, που μάχεται την αδικία, την ψευτιά, τη φτώχεια και τη μικρότητα του ανθρώπου. Ο κος Νίκος, και πολλοί άλλοι ευτυχώς, ο κος Κωστής, ο κος Οδυσσέας για να αναφέρω μόνο δυο τρεις – έχουμε την τύχη να έχουμε – όλοι υμνούν κι όλο μιλούν για τη δικαιοσύνη. Πότε ένας παπάς, πότε ένας ζορμπάς, πότε ένας γύφτος ή μια νέα κόρη.

Δικαιοσύνη, όπως ο μέγας Σολωμός διακήρυξε το αληθινό. Αυτή είναι η Ελλάδα που μας κάνει περήφανους. Κι αυτό το εθνικό που μας ενώνει. Η γλυκιά συνενοχή μας στις αξίες τούτες, η απόγνωση μπροστά στην αδικία. Αυτό είναι το ελληνικό. Εκείνη η Ελλάδα που μαγειρεύει γεμιστά και κερνάει ακόμα κι απρόσκληστος να φτάσεις σε ώρα φαγητού, και ξέρει και τι σημαίνουν οι λέξεις, πέρα από κόμματα και πολιτικές ψευτοϊδεολογικές αντιπαραθέσεις.

Προς το παρόν αυτή η Ελλάδα, του παπα-Γιάνναρου, μοιάζει να στέκει βουβή. Προς το παρόν ακούγονται οι παραφωνίες από τη ρημαγμένη χρήση του εθνικού και μιας σειράς αντιλήψεων ράτσας, κάποιοι αλαλαγμοί εκδίκησης από τον πολέμο που χάθηκε μερικές δεκατίεςπριν, και κραυγές μεσαιωνικές. Λίγοι, αλλά φωνακλάδες, φαντάζουν εν δυνάμη χαλίφιδες, και συνάμα ηγέτες ταλαιπωρημένου όχλου. Και δίνουν σε κάθε αντίπαλο στρατόπεδο όλα τα απαραίτητα επιχειρήματα για όποια ενδοδιαμάχη.

Το μείγμα γνώριμο και πεπατημένο από τον προηγούμενο αιώνα, αφού το ξέρουμε μπορούμε να το επαναλάβουμε, η αντίσταση στην αλλαγή είναι κοινό φαινόμενο. ‘Ενα μείγμα κάπως εκρηκτικό απέναντι σε μια πολιτική τυχωδιοκτική ελίτ που συνοδοιπόρησε επαρχιώτικα με την παγκόσμα εξέλιξη : χρήμα, χρήμα, χρήμα, χρήμα. Το πως δεν μας ενδιαφέρει. Το να τά’χεις ενδιαφέρει. Κι άλλωστε δεν είναι διαφορετικό από τη προσέγγιση των λοιπών «ανεπτυγμένων χωρών»σήμερα, πέρα των ελληνικών συνόρων. Το χρήμα, η κοινωνική εκτόξευση, όποιο κι αν είναι το τίμημα. ‘Οσο πιο κοντά στα ψηλά, τόσο πιο έντατικός ο αγώνας –δεν είναι μακριά- με κάθε μέσο, τόσο πιο άγριος ο σπαραγμός.

Ο σκοταδισμός και ο λαϊκισμός δεν έχουν πατρίδα, κόμμα, ομάδα, κοινωνική τάξη, θρησκεία, πάνε εκεί που σταματάει η λέξη δημοκρατία, η λέξη αγάπη και η λέξη σεβασμός. Μπολιάζουν μέσα στο φόβο, τη μοναξιά, την εκμετάλλευση και την αμάθεια. Ανθίζουν μέσα στη συντήρηση μιας φόρμας παλαιολιθικής, που ξέχασε ότι ο λόγος που υπάρχει, είναι η ουσία. Κι η ουσία είναι ο άνθρωπος. Κι άνθρωπος στο μίσος και στο σκοτωμό είναι καταδικασμένος. Εκεί είναι η κόλαση.

Η πραγματική διαίρεση που αγγίζει αυτή τη στιγμή την άλλοτε ακμαία και περήφανη γηραιά ήπειρο είναι η ελιτιστική προσέγγιση : λίγοι με πάρα πολλά γι αυτούς και τα παιδιά τους, και πολλοί με πολύ λίγα, κι αν ζήσουν κι αν πεθάνουν δεν μας πολύ απασχολεί. Μα στ’αλήθεια αυτό το σωστό από το λάθος θα’πρεπε να το γνωρίζουμε. Εάν υπάρχει σήμερα μία ιδεολογία που αξίζει να υπερασπιστεί κανείς, είναι ο σεβασμός στη ζωή και η αξιοπρέπεια, σε κάθε ζωή. Δεν είναι δυνατόν με τόσα αγαθά και καλά στον πλανήτη τούτο να μην υπάρχει μια γωνιά για τον καθένα, λίγη τροφή για κάθε στόμα. Δεν είναι δυνατόν με τόσα φανταστικά επιτεύγματα η ανθρωπότητα να μην μπορεί να περιθάλψει και να μάθει γράμματα στα παιδιά της.

30 εκατομμύρια άνεργοι στον πλανήτη μετά την κρίση του 2008, για τους οποίους κάποιο καλύτερο μέλλον δεν διαφαίνεται. Η έλλειψη πρώτων υλών και η συνεχόμενη στρατηγική της στρουθοκαμήλου των ισχυρών για το περιβάλλον δεν βοηθάνε να δούμε και για παραπέρα κάτι καλύτερο.

Και τούτοι οι πολλοί με τα λίγα, βγάζουν ο ένας το μάτι του άλλου, κάτω από σημαίες και από συμφέροντα, δεν φαίνεται να μπορούν να προφυλαχτούν κάτω από τη σκέπη της δικαιοσύνης ή της δημοκρατίας, και βρέχει.

Στην προκειμένη, το γνωστό ρητό διαίρεε και βασίλευε φαίνεται να περπατάει περίφημα. Μεγάλη η σοφία του λαού στις παροιμίες.

Σιωπή. Δεχόμαστε ως δεδομένο την αδικία, την ανομία, « ε,τι να κάνουμε ο κόσμος είναι ζούγκλα», μια διεστραβλωμένη αντίληψη των νόμων της φύσης, κι έτσι περιπατούμε. ‘Ετσι η συνείδησή μας μένει ήσυχη συμμετέχοντας σε καταστάσεις και συναλλαγές ελλείψει στοιχειώδους ηθικής.

Αυτό το καταραμένο νόημα των λέξεων ! Αν νοιάζεστε για κάποιον πολύ, κάντε του δώρο ένα καλό λεξικό.

Κι η Ελλάδα, του παπα-Γιάνναρου στέκει βουβή.
Ελπίζω να στέκει βουβή,
δηλαδή να υπάρχει,
δακρυσμένη σίγουρα.
Ελπίζω σύντομα να αρχίσει να μιλάει και αυτή.

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Το νόημα των λέξεων (ή τα όρια της δημοκρατίας)"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *