Face to Face με τον Διονύση Αντωνόπουλο.

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

από την Σώτια Μυτιληναίου
φωτογραφία: Δημήτρης Ναυρίδης/ Newsville.be

Η εμπειρία μου από τη διαμονή μου στην Αγγλία ήταν αρκετά σκοτεινή. Προσπαθούσα να μη γίνω σαν τους ανθρώπους που έκαναν παράπονα συνεχώς αλλά και από την άλλη με ενοχλούσαν έντονα κάποια πράγματα και ιδιαίτερα η παντελής απουσία της κοινωνικής κινητικότητας. Οι κοινωνικές τάξεις είναι τόσο αυστηρά δομημένες που μοιάζει βάρβαρο. Υπάρχουν άνθρωποι της μεγαλοαστικής τάξης που δε θα γνωρίσουν ποτέ κάποιον από την εργατική.

Ένα από τα πράγματα που μου λείπουν στις Βρυξέλλες είναι ο θερινός κινηματογράφος. Είναι συνυφασμένος με τα παιδικά μου χρόνια λόγω της μητέρας μου με την οποία ξεκίνησα να πηγαίνω από πολύ μικρός. Πέρα από αυτό όμως ήταν πάντα μία προσωπική εμπειρία. Ένας με έναν, εγώ και η οθόνη.

Το πόσο σημαντική καλλιτέχνις είναι η μητέρα μου, το κατάλαβα αφού μεγάλωσα και άρχισα πια να πηγαίνω στις εκθέσεις της ως επισκέπτης. Στη σχέση μου μαζί της υπήρχε πάντα το τρίγωνο, εγώ, η μητέρα καλλιτέχνης και οι δημιουργίες-παιδιάτης.Δεv θα έλεγα ότι είναι μια σχέση ανταγωνιστική.Σίγουρα όμως είναι ιδιαίτερη.

Ο στρατός για μένα, από όποια πλευρά και να το κοιτάξω, είναι ένα λάθος. Ακόμα και αν βάλουμε στην άκρη τις ιδεολογικές μου αντιρρήσεις θεωρώ ότι ακόμα και από στρατιωτική άποψη δεν γίνεται σωστά. Αναγκάζουν τους ανθρώπους, ύστερα από μια υποτυπώδη εκπαίδευση του πρώτου μήνα, να κάθονται χωρίς σκοπό ενώ θα μπορούσαν είναι χρήσιμοι προσφέροντας για παράδειγμα κοινωνικό έργο.

Πέρασα κάποια χρόνια πολύ δύσκολα ως ολικός αρνητής της στράτευσης. Στην πιο παραγωγική στιγμή της ζωής μου, ακριβώς μετά τις σπουδές, ήμουν εξοστρακισμένος από τη χώρα μου και ζούσα σαν λαθρομετανάστης χωρίς χαρτιά επειδή αποφάσισα να μην πάω στρατό. Ήταν τραγικό.

Το πιο τρελό πράγμα που έχω αγοράσει από το ίντερνετ είναι ένα δίπλωμα παπά. Η εμπειρία μου βέβαια σαν ιερέας ήταν πολύ μικρή. Σε μία παραλία στην Εύβοια με αυγουστιάτικη πανσέληνο και ανάμεσα σε ανθρώπους από όλες τις φυλές του Ισραήλ μέσα σε ένα πολύ όμορφο και συναισθηματικό κλίμα πάντρεψα ένα φιλικό μου ζευγάρι.

Οι Βρυξέλλες είναι ένα από τα μεγαλύτερα σχολεία για μένα. Ιδιαίτερα τα 2 πρώτα χρόνια της παραμονής μου. Ήρθα αντιμέτωπος με τον εαυτό μου και μάλιστα κάτω από ένα μεγεθυντικό φακό, γυμνός χωρίς όλα αυτά που είχα στήσει για μια ζωή, φίλους, οικογένεια. Ήταν άγριο αλλά έμαθα πολλά. Τώρα πια έχω μια έντονη προσωπική σχέση με τις Βρυξέλλες. Σχέση αγάπης, μίσους, πάθους.

Αγαπημένη στιγμή μέσα στην ημέρα δεν υπάρχει γιατί η ζωή μου δεν είναι αυστηρά δομημένη. Βέβαια, μου άρεσε πάντα το ξημέρωμα είτε σαν ξεκίνημα είτε σαν τέλος της ημέρας.

Δε μπορώ να φανταστώ ποτέ ότι θα κυνηγήσω την καριέρα. Εκτός του ότι μου αρέσει να αλλάζω, θέλω να έχω και προσωπική σχέση με αυτό που κάνω, όπως συμβαίνει τώρα στο περιοδικό ΘΕΑ.

Οι συμβουλές δε με βοηθάνε λόγω χαρακτήρα. Τις ακούω αλλά χρειάζομαι να φάω τα μούτρα μου για να μάθω. Οι καλύτερες συμβουλές για μένα είναι τα ίδια μου τα βιώματα.

Είναι εύκολο να πει κανείς, και ιδιαίτερα αν προέρχεται από μια μέση αστική τάξη, ότι δεν τον ενδιαφέρουν τα χρήματα. Στην υπάρχουσα κοινωνία όμως είναι μέσο για να αποκτήσει κάποιος ελευθερία. Η οικονομική εξάρτηση και ο φόβος για την επιβίωση είναι από τα πιο βάρβαρα πράγματα που μπορούν να συμβούν σε κάποιον.

Δεν ξέρω τι είναι οι περισσότεροι άνθρωποι…Αυτό ίσως και να αλλάζει ανάλογα με το πόσο αισιόδοξη ή απαισιόδοξη είναι η στιγμή. Σίγουρα πάντως δεν είναι ένα πράγμα. Ακόμα και ομάδες που φαίνονται ομοιόμορφες, αν μπει κανείς λίγο πιο βαθιά μπορεί να ανακαλύψει μεγάλο πλούτο.

Η ελληνική κοινωνία είναι βαθιά βίαιη. Μεγαλώνουμε μαθαίνοντας, ίσως με ένα ρομαντικό και εξιδανικευμένο τρόπο, για βίαια γεγονότα. Η σφαγή των αμάχων στην Τριπολιτσά για παράδειγμα δε σημαίνει ότι ήταν ηρωική, τρυφερή ή ρομαντική. Αναγκαία ίσως, ναι, γιατί αντισταθήκαμε στον κατακτητή. Το αναγκαίο όμως δε σημαίνει καλό ή ηρωικό. Αυτή είναι η πραγματικότητα του πολέμου και αυτή πρέπει να διδάσκεται στα παιδιά. Αν θεωρείς ότι η βία δεν είναι μέσο επίλυσης διαφορών ή επίτευξης στόχων δε μπορείς να κάνεις τη διάκριση καλή(δική μας) και κακή(δική τους).Γιατίτοπωςθαδιαμορφωθείαυτήηάποψητης «καλήςδικήμαςβίας»σεκάθεπαιδίείναιαποτέλεσμαπολλών παραγόντων και στο μέλλον οι «άλλοι» ίσως να είναι οι Ολυμπιακοί ή οι μαύροι ή οι μετανάστες ή ο οποιοσδήποτε.

Το πιο σοβαρό ζήτημα που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή η Ελλάδα είναι οι κοινωνικές αλλαγές. Η κοινωνία στην οποία μεγαλώσαμε δεν υφίσταται πια. Εκτός του ότι έχει αλλάξει δημογραφικά, για πρώτη φορά απειλούνται τα κεκτημένα της μεσαίας τάξης. Το πιο ενδιαφέρον είναι να δει κανείς στο μέλλον πως αυτή η καλοαναθρεμμένη και μέχρι τώρα βολεμένη τάξη που δεν ήξερε τι σημαίνει αγώνας για επιβίωση, θα αντιδράσει.

Τις ημέρες που είμαι αισιόδοξος σκέφτομαι ότι πρακτικά οι άνθρωποι δε γίνεται να συνεχίσουμε να ζούμε έτσι όπως διαγράφεται η κατάσταση στην Ελλάδα και επομένως η ευρηματικότητα και οι ανάγκες του καθενός θα οδηγήσουν στη δημιουργία καινούριων μορφών προσωπικών και επαγγελματικών σχέσεων. να μην έχουν οι άνθρωποι να φάνε.

Αυτό που με τρομάζει περισσότερο από τα εικοσάχρονα παιδιά που καταφεύγουν στη βία, είναι τα εικοσάχρονα που δεν είναι εξοργισμένα με αυτό που βλέπουν γύρω τους. Εικοσάχρονα που είναι ικανοποιημένα με αυτά που έχουν και δεν ονειρεύονται και δεν απαιτούν τα πάντα εδώ και τώρα… και όπως είχε πει κι ο Μπρεχτ, τι είναι η ληστεία μπροστά στο έγκλημα της ίδρυσης μιας τράπεζας;

*Ο Διονύσης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, σπούδασε κοινωνιολογία στο Λονδίνο έχει δίπλωμα ιερέα από Εκκλησία της Ζωής και…(δε θυμάται το υπόλοιπο) και τα τελευταία τέσσερα χρόνια εργάζεται ως αναπληρωτής διευθυντής σύνταξης του περιοδικού ΘΕΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Face to Face με τον Διονύση Αντωνόπουλο."

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *