Η αποκλειστική συνέντευξη του Σταμάτη Κραουνάκη στο FACES

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

Έγινε και αυτό! Ο Σταμάτης Κραουνάκης ήρθε. Που;

Στο κέντρο της διαπλοκής όπως σαρκαστικά και εύστοχα χαρακτήρισε την πόλη των Βρυξελλών.

 Όχι μόνο ήρθε αλλά τραγούδησε κιόλας. Παλιές και νέες αγαπημένες μελωδίες που συμπαρέσυραν το αρχικά διστακτικό κοινό σε ένα ταξίδι νοσταλγίας και αναμνήσεων. Δεν ξέρω πως καταφέρνει να «λυθεί» ένας τραγουδιστής του έρωτα σε μια ασφυκτική και άβολη σκηνή, μπροστά σε ένα σφιγμένο κοινό ο καθωσπρεπισμός και η επιβαλλόμενη αιδημοσύνη του οποίου μάλλον μεγαλώνει την μεταξύ τους απόσταση. Ο Σταμάτης Κραουνάκης ήταν απλά ο εαυτός του, ιδιαίτερος και μοναδικός, παραμένοντας ως το τέλος, απροκάλυπτα και επιδεικτικά διαφορετικός και αντίθετος ενώπιον του εξευρωπαϊσμένου κοινού που ήρθε να τον ακούσει. Διονυσιακός Έλληνας και γνήσιος Βαλκάνιος τραγούδησε για τον έρωτα και την ζωή με τον ίδιο τρόπο που προφανώς τα βιώνει: δυνατά, ελεύθερα, με υπερβολή και χωρίς τρόπους.

Το θερμό χειροκρότημα του κοινού που δεν κατέκλυσε το Bozar τον επαναφέρουν στην σκηνή για να κλείσει την βραδιά με τον μοναδικό του τρόπο. Δυνατά και βερμπαλιστικά εξέφρασε τον θυμό του για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται τα τελευταία δύο χρόνια η Ελλάδα λέγοντας χαρακτηριστικά πως ¨οι Έλληνες μπορεί να είμαστε ιδιαίτεροι αλλά δεν είμαστε τυχαίοι¨ και ¨ η Ευρώπη μας χρωστά δεν της χρωστάμε¨ βρισκόμενος για μια στιγμή σε απόλυτη ομοψυχία με το κοινό που επιδοκίμαζε με το δυνατό του χειροκρότημα. 

Εισαγωγή: Άντζελα Σακά
Συνέντευξη: Γιάννης Οικονομίδης
Φωτογραφία: Newsville.be
__________________

Tώρα, αυτό που, μάλλον να το επιβεβαιώσουμε, χθες ήταν η πρώτη φορά στις Βρυξέλλες και η πρώτη φορά στο εξωτερικό; Πρώτη φορά δεν είναι. Έχω παίξει στην Αμερική, έχω παίξειστην Νέα Υόρκη πριν 15 χρόνια με την Άλκηστη γενικά δεν είναι κάτι που το κυνήγησα. Κακώς ίσως αλλά δεν το κυνήγησα γιατί είχα πάντα πάρα πολύ δουλειά, δεν ήθελα, δεν προλάβαινα. Εδώ ήταν πρόταση του Γιώργου Κοσμίδη και ηεπιθυμία μου να επικοινωνήσω με τους Έλληνες που ήταν εδώ. Μ’ αρέσει πάρα πολύ η πόλη. Με ησύχασε το ότι μπήκα σε μία πόλη, κάπου που νιώθω ότι σέβονται τον πολίτη. Όταν είδα τα κίτρινα ποδηλατάκια είπα αυτό είναι κάτι που πρέπει να το κάνουμε στην Αθήνα. Γενικά νιώθεις ότι είναι μια πόλη που έχει σεβαστεί τον εαυτό της, τα κτίρια της, την αγορά της και είναι λογικό αφού είναι το κέντρο της ευρωπαϊκής οικονομικής ισορροπίας. Δυστυχώς θα μιλήσω σαν ένας Έλληνας που πιστεύει ότι στην Ελλάδα η ΕΟΚ δεν χρειάζεται. Πιστεύω ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα που είναι από καρέκλες. Αν δεν είχαμε φθείρει, διαφθείρει τον λαό μας έτσι που να μην πηγαίνει στα χωράφια του, αυτή την στιγμή θα ήμασταν άνετοι να κυκλοφορούμε με αυτό που βγάζουμε. Αυτό που κάναμε πάντα. Τα βγάζαμε όλα. Δηλαδή ένα σπίτι στην Ελλάδα μπορεί να ζήσει έχοντας στον κήπο του, στην ταράτσα του, στην βεράντα του όλα τα πράγματα τα οποία χρειάζεται ένα νοικοκυριό. Παρατηρώ κάτι: ας πούμε στην Θεσσαλονίκη, φεύγω από την ερώτηση αλλά στη Θεσσαλονίκη η κρίση αντιμετωπίζεται τελείως διαφορετικά. Γιατί; Γιατί τα χωριά είναι κοντά και οι Θεσσαλονικείς πάνε το Σαββατοκύριακο στην μάνα, στη θεία, στο σπίτι το πατρικό, φορτώνουν το πορτμπαγκάζ με προϊόντα και την βγάζουν την βδομάδα τους.

Οι Βρυξέλλες, αποτελούν τελικά για την Ελλάδα και τους Έλληνες ένα δέος, αντίπαλο δέος και απέχθεια; Εσύ σαν καλλιτέχνης τι νομίζεις; Εγώ πιστεύω ο Έλληνας δεν χαμπαριάζει, δεν κάθεται να ασχοληθεί, να το πει.. Δεν νομίζω ότι κάθεται να ασχοληθεί, περνάει ντούκου, όπως επίσης πιστεύω ότι και η Ελλάδα περνάει ντούκου στις Βρυξέλλες και απανταχού. Δηλαδή αυτή την στιγμή καταφέραμε να διδασκόμαστε σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου σαν ελληνική γραμματεία και το δικό μας Υπουργείο Παιδείας στους μουσικούς διαγωνισμούς του για παράδειγμα βάζει Μπετόβεν. Και τους λέω “παιδιά, Μπετόβεν στο πιάνο..;”. Με φωνάξανε μου λένε ¨Μπετόβεν στο πιάνο παίζουν 20.000.000 παιδιά σε όλο τον κόσμο¨.¨Σκαλκότα στο πιάνο που τον διδάσκουν παντού έξω¨ -και εδώ έχει νόημα-, ¨κάντε ειδίκευση στο ελληνικό στοιχείο. Βάλτε το ελληνόπουλο να μάθει να παίζει τον συνθέτη του¨.Εγώ πιστεύω δηλαδή, ότι σε αυτό στο οποίο πάσχουμε και δυστυχώς είναι σαν κάποιος να κλάδεψε το μεγάλο μας ατού, αυτή την διάθεση που μέχρι την χούντα υπήρχε … Δηλαδή μέχρι το ‘67 είχαμε Ελληνική Εθνική Σχολή. Από τον Κουν, από τον Θεοδωράκη, από τον Χατζιδάκι, από την γενιά της κατοχής είχαμε ζωγράφους, είχαμε ποιητές, είχαμε μια έντονη Εθνική Σχολή η οποία σαν να κλαδεύτηκε και με το ΠΑΣΟΚ να αποτέλειωσε. Αισθάνομαι ότι σχεδόν ήταν μια πάγια εντολή να εξαφανιστεί αυτό το πράγμα σαν να ήταν ένα κάτι μισητό. Όπως επίσης, έχω να παρατηρήσω και στο θέατρο οι σπουδαίοι Έλληνες συγγραφείς μας που ήρθανε μετά, όπως οι Αναγνωστάκη και Μανιώτης, λογοκρίθηκαν από τους σκηνοθέτες ως καταθλιπτικοί. Όλες οι σκηνοθεσίες των Αναγνωστάκη και Μανιώτη προδιέθεταν το κοινό για κάτι καταθλιπτικό. Ενώ για παράδειγμα αυτό δεν έχει γίνει με τον Γούντι Άλλεν που είναι το ίδιο και πολλές φορές σκληρότερο. Δηλαδή, θέλω να πω ότι, -και αυτό το βλέπω από τα τραγούδια μου-, όταν διαχειρίζομαι ένα δραματικό τραγούδι, βάζω ενέσεις χαμόγελου. Γιατί; Γιατί με αυτό τον τρόπο το δραματικό σε εισαγωγικά νόημα μπορεί να σερβιριστεί λιγάκι πιο απαλά και στο τέλος να μείνει στην γεύση η πίκρα μιας αυτογνωσίας. Για μένα, και το βλέπω παγκόσμια μέσα στην Τέχνη αυτή την στιγμή, το σημαντικό είναι αυτό: Να μπορέσεις να διαχειριστείς το υλικό έτσι που να φέρεις τον ακροατή σου ή τον θεατή σου στην αλήθεια που του χρειάζεται χωρίς να του κάνεις την ψυχή κομμάτια. Να τον σκληραγωγήσεις ας πούμε σε μια αλήθεια χωρίς να του διαλύσεις το υποσυνείδητο, το έτσι και αλλιώς κατακρεουργημένο. Για αυτό πιστεύω και λέω πάρα πολλές φορές ότι για να μην θεωρούμε τους εαυτούς μας και την τέχνη άχρηστη πρέπει να μάθουμε να την διαχειριζόμαστε σαν διανοητικό μέσον.

Ξαναγυρίζω στο θέμα των Βρυξελλών, πιστεύεις ότι όλες αυτές οι κινήσεις που γίνονται με αλλαγή των βιβλίων της ιστορίας, με μια απομυθοποίηση ας το πούμε ιερών και οσίων, το κρυφό σχολειό ή οι κλέφτες και οι αρματολοί ή ακόμα και πιο πριν να ξεχνάμε όπως είπες την νεοελληνική γραμματεία, αυτό πιστεύεις ότι γίνεται μόνο για μας ή για όλες τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έτσι ώστε να υπάρχειένας κοινός παρονομαστής και να μην έχουν ιδιαιτερότητες. Εγώ δεν πιστεύω στην ιστορία. Πιστεύω ότι η ιστορία που πρέπει να ακουστεί είναι μία υποκειμενική και όχι μια αντικειμενική κρίση. Εδώ τα 7 ευαγγέλια έχουν μεταξύ τους σημαντικές διαφορές. Οι αιώνες που περνάμε πάνω από τα γεγονότα, απαλύνουν, δραματοποιούν ή μεγεθύνουν καταστάσεις.. Σίγουρα η αλήθεια που ξέρουμε δεν είναι η αλήθεια που ήτανε, όπως κάποια γεγονότα για το ‘21 που τώρα διορθώνονται. Την ώρα εκείνη όπως καιτώρα η εθνική προδοσία ήταν μεγάλη. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Κολοκοτρώνης βγήκε ο άνθρωπος πουέστησε την ελληνική επανάσταση και μπήκε στην φυλακή του κράτους. Δηλαδή εμένα δυο γεγονότα μου δείχνουν την πικρία της φυλής που είναι το κώνειο του Σωκράτη καιη φυλακή του Κολοκοτρώνη. Δηλαδή τι εμπιστοσύνη να δείξει κανείς σε έναν λαό που απ’την άλλη είναι έτοιμος για το θαύμα;

Ξαναγυρίζω όμως στο φλέγον θέμα της Ευρώπης και βέβαια, όπως είπες πριν,οι Έλληνες το περνάνε στο ντούκου.. Τους νοιάζει μόνο το σπιτάκι τους και καλώς γιατί εγώ πιστεύω ότι στο 100% η Ελλάδα είναι μια αυτόνομη, ιδιαίτερη χώρα.

Και από φυσικούς πόρους και από πνευματικούς; Και από γεωγραφία. Εντάξει δηλαδή, πρώτον, κανέναν δεν συμφέρει στην παγκόσμια οικονομία αυτή την στιγμή αυτό το μικρό τσουτσουνάκι που έβγαλε τον 5ο αιώνα ας πούμε και μοίρασε την γνώση σεόλη την υφήλιο, να εκλείψει, και δεύτερον είναι ένα πάρα πολύ ωραίο περίπτερο για να γίνονταιόλα τα deals τα αφορώντα την Μεσόγειο (και άλλη μια φορά αποδεικνύεται τώρα) και την ΜέσηΑνατολή. Είμαστε η πόρτα. Έπειτα η κρίση δεν είναι μόνο κάτι που ακούμπησε την Ελλάδα. Ξεκινά από τα χρηματιστήρια της Αμερικής όπου η τακτική του καπιταλισμού έκανε πάντα τι; Όταν έρχονται τα πράγματα στα δύσκολα μαζεύουμε τα λεφτά στις τράπεζες και αφήνουμε τον μισθωτό ή τον μικροεπιχειρηματία να κατεβάσει την αγοραστική του αξία ή την αξία της περιουσίας του. Αυτό δεν είναι τωρινό, είναι όσα χρόνια υπάρχει ανθρώπινο είδος. Κάθε φορά που ερχόταν μια δύσκολη περίοδος γινόταν ένας πόλεμος. Πάντα τρέχει μία εστία τα τελευταία χρόνια και εμείς οι Έλληνες είμαστε συνέχεια δίπλα, περνάνε οι σφαίρες από πάνω. Το δράμα είναι για τους Έλληνες, -εγώ αυτό δεν καταλαβαίνω-, ότι πολλές φορές κάνουμε πως αυτό δεν το ακούμε. Ότι είναι κάτι που συμβαίνει δίπλα και δεν μας αφορά.Αυτό είναι δραματικό, έχει ερημώσει κάτι στην ψυχή. Από την άλλη, την ώρα που βλέπεις ότι όταν ανάβει ένα σπίρτο, είναι όλοι έτοιμοι να πάρουν το τουφέκι. Εγώ πιστεύω πάρα πολύ στην νέαγενιά Ελλήνων. Τα καλομαθημένα από τα σπίτια ελληνόπουλα μόλις δουν τα ζόρια θα πάρουνε την πέτρα, δεν υπάρχει περίπτωση. Κάθε νέα γενιά θα το έκανε αυτό και εκεί θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να τους στηρίξουμε.

Ακριβώς. Με φέρνεις σε μια άλλη ερώτηση, σε δύσκολους καιρούς, τώρα μπορείς να μου πεις ότιυποκειμενικά όλοι οι καιροί είναι δύσκολοι και ότι θα μπορούσαμε σε έναν χ άλλο χρόνο να είμαστε πάλι μαζί και να λέγαμε όλοι πάλι στους δύσκολους καιρούς. Εμείς αυτούς βιώνουμε, αυτούς λέμε ¨δύσκολους¨. Εγώ όσο χρονών είμαι Γιάννη μου, θυμάμαι να λέμε κάθε χρόνο; «Αυτός ο χειμώνας θα ναι δύσκολος, αυτός ο χειμώνας θα ναι δύσκολος». 30 – 40 χειμώνες ας πούμε που θυμάμαι τον εαυτό μου λέμε ο επόμενος χειμώνας θα είναι δύσκολος. Δεν θυμάμαι ποτέ κάποιος να μας είπε “Αυτόν τον χειμώνα θα είστε ευτυχισμένοι, θα έχετε περισσότερα”.

Λοιπόν, αυτό που ήθελα να ρωτήσω είναι σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, το χρέος που έχει ο καλλιτέχνης τι είναι; Εγώ ένα πράγμα που αντιλαμβάνομαι και καταλαβαίνω από μένα είναι ότι όταν μπορείς να ερημώσεις και να γίνεις ο καθρέπτης του θεατή και εκείνη την ώρα να αφεθείς με το κορμί και την ενέργειά σου με όλη σου την αλήθεια έξω, σε μεγάλο σημείο είσαι ένας καλός ψυχίατρος. Δηλαδή τους δίνεις ένα ιαματικό προϊόν το οποίο μπορούν να διαχειριστούν εκείνη την στιγμή και να τους ελαφρώσει και δεύτερον είναι κάτι που μου έχει πει ο Χατζιδάκις και που το κουβαλάω και που με έχει απορροφήσει και που το πληρώ. Ότι οφείλει ο επώνυμος να διατυπώνει δημόσια αυτό που ο ανώνυμος αδυνατεί. Το κάνω και εγώ. Το κάνω. Δηλαδή σε βαθμό παρεξήγησης αλλά το κάνω.

Σε έχω δει πολλές φορές και στηνΑθηναΐδα και αλλού, χθες έδωσες μια θαυμάσια παράσταση σε μας αν και ήσουνα στο κέντρο της διαπλοκής όπως είπες. Έβαλα τα δυνατά μου να είμαι ανεξίτηλος. Υπάρχουν ίσως Έλληνες που ενδεχομένως πολύ από αυτούς δεν με έχουν ξαναδεί, δεν με ξέρουν, ήθελα να τους μείνει στην καρδιά ανεξίτηλο αυτό το πράγμα και κάτι να έχουνε να πούνε σήμερα στους φίλους τους. Πιστεύω ότι ένας λόγος που είναι μια τόσο οργανωμένη πόλη η Βρυξέλλα είναι ότι πραγματικά από δω διαχειρίζονται και πυροδοτούνται όλες οι οικονομικές δυνάμεις της ευρωπαϊκής οικονομίας. Που σημαίνει σαν τέτοιο «ξενοδοχείο» οφείλει να τα παρέχει και να τα έχει όλα σε μια ισορροπία.

Να γυρίσουμε στην παράσταση.. Χθες συνειδητοποιήσαμε πόσο διαχρονικά είναι κάποια τραγούδια τα οποία ακούσαμε. Όπως προχωράει και εμένα η ζωή μου μέσα στα χρόνια καταλαβαίνω, κοιτώντας προς τα πίσω, ότι ασυνείδητα πολλές φορές αλλά και συνειδητά από ένα σημείο και μετά, -χάρις στην Νικολακοπούλου που έγραψε και με το λόγο της μου ρύθμισε τις λέξεις μου- έχω ένα υλικό το οποίο δεν με πρόδωσε μέσα στα χρόνια. Ισχύει και είναι πολύ σοβαρό για την ζωή ενός καλλιτέχνη αυτό που λέμε το ρεπερτόριο να μην φθείρεται και να ξέρεις την ώρα που γραφείς κάτι ότι αν το βάλεις μέσα στα πλαίσια της διαφωνίας μπορεί να αντέξει με τον καιρό και να σου είναι χρήσιμο πάντα.

Στέκομαι όχι απλά στην μελωδία αλλά και στα λόγια που ίσως επιδέχονται και μια επανερμηνεία Πολύ, εγώ το εξαντλώ πολλές φορές, το νιώθω ότι ξανακοιτώντας πράγματα, αποφορτίζοντας τα από την δραματικότητα τους, ανακαλύπτεις έναν άλλο δρόμο να τα επικοινωνήσεις και ίσως και πιο λυτρωτικό να πω.

Η παράσταση «55»έχει μεγάλη επιτυχία και στην Αθήνα απ’ ότι διαβάζουμε στις εφημερίδες, και ήθελα να ρωτήσω αυτό το 55 είναι οριακό, είναι ένας απολογισμός, είναι μια πιθανώς αλλαγή πορείας….; Όχι. Θα έλεγα ότι ξεκινάει από την ιδέα ενός προσωπικού πάρτι, δηλαδή εδώ μαζεύω, κρατάωκοιτάζω, τι από τις στήλες μου έχουνε αντέξει. Είναι ένας προσωπικός αποχαιρετισμός αντοχής. Δηλαδή αυτό που σημαίνει για μένα είναι ότι ορίζουν αυτή την παράσταση και την σχέση μου με τις live εμφανίσεις, δεν θέλω να φθείρω άλλο τον εαυτό μου σε αυτήτην μηχανή γιατί αισθάνομαι ότι το δημιουργικό μου αίσθημα στο να φτιάξω καινούρια μουσική την οποία ακόμα την ακούω μέσα μου ή να φτιάξω καινούρια τραγούδια ή καινούριες παραστάσεις είναι πιο ισχυρό. Νιώθω ότι είμαι στην πολύ σωστή ηλικία να πω αντίο αυτή την στιγμή από την σκηνή. Δεν θέλω να γεράσω στην σκηνή.

Ναι το διάβασα και τώρα τελευταία στην Καθημερινή που έδωσες μια συνέντευξη. Αυτό είναι τελεσίδικο; Δεν το φόρτωσα, δεν το φόρτωσα γιατί αύριο, -..όχι αύριο-, αισθάνομαι ότι δεν θα το ξανακάνω use. Εγώ προσωπικά, την προσωπικότητα «Κραουνάκης» δεν την χρειάζομαι άλλο να παίζει. Και από την άλλη είμαι σε μια ηλικία που να, θέλω να κλέψω και λίγο χρόνο για ένα ταξίδι, να μην σκέφτομαι ότι πρέπει να γυρίσω στην Αθήνα το Σάββατο γιατί έχω παράσταση ας πούμε. Σε μια άλλη στιγμή θα έλεγα, “τι ωραία που είναι η Βρυξέλλα, ας κάτσω μια εβδομάδα” τώρα δεν μπορώ να το πω. Την θέλω πια στην ηλικία μου αυτή την ελευθερία.

Όπως είπες ένα πάρτι γενεθλίων, δηλαδή δείχνεις αυτά που έχουν κρατήσει στον χρόνο, επιγραμματικά μπορούμε ναπούμε την παράσταση, ερωτική, συναισθηματική, αισθησιακή; Εγώ νομίζω ακολουθήσαμε τις εποχές και μπορώ να πω ότι κάθε φορά ένιωθα ότι δίναμε στην εποχή ένα αντίκρισμα. Δεν είμαστε έξω από το πολιτικό γίγνεσθαι. Εγώ πιστεύω ότι, πως να το πω, ο έρωτας πάντα είναι ένα πολύ καλό φάρμακο. Ιδίως την ώρα που ο άνθρωπος μπορεί να ελευθερώσει την ερωτική του συμπεριφορά, τις επιλογές του, την ζωή του μέσα από τον έρωτα. Λέει ένας Αμερικανός ψυχίατρος ότι ο έρωτας είναι, ότι ερωτευόμαστε συνήθως, αυτόν που μας επιτρέπει να επενδύσουμε μαζί του τα επόμενα όνειρά μας. Όσο ο άνθρωπος βιώνει αυτή την μηχανή νομίζω ότιελευθερώνει τον εαυτό του. Είναι αυτό που λέω και κάποια στιγμή στην παράσταση ότι μην ντρέπεστε να την πατήσετε, μην ντρέπεστε να φάτε χυλόπιτα, μην το παίρνετε ως απόρριψη. Στις μέρες μας είναι πολύ δύσκολο κάποιος να αποδεχτεί όταν ο άλλος του λέει “Σ΄ αγαπώ” ή “Μ΄ αρέσεις”. Είμαστε ανασφαλείς. Δηλαδή πώς να το πιστέψουμε αμέσως; Δεν γίνεται. Το θέμα είναι να είμαστε ανοιχτοί σε αυτό το παιχνίδι όσο και αν περνάνε τα χρόνια και να είμαστε διαθέσιμοι. Κυρίως διαθέσιμοι. Εδώ σε σας πάντως είδα πιο ευτυχισμένα ζευγάρια απ’ ότι στην Ελλάδα. Εσάς σας κάνει καλό η πόλη..

Είναι αυτό που λέγαν οι λαϊκοί ότι η γκρίνια, η ανέχεια.. Η φτώχεια φέρνει γκρίνια

Η φτώχεια φέρνει γκρίνια ακριβώς και σε ένα ζευγάρι βέβαια το οποίο ψάχνεται -γιατί συνήθως στους νέους ανθρώπους, οι οποίοι ψάχνουν το μέλλον τους, υπάρχει στρες- αλλά γενικώς, οι νέοι, τα παιδιά που είναι πάνω από 30 χρονών αντιμετωπίζουν δύσκολα ταπράγματα. Καλό θα είναι όμως εδώ να θυμηθούμε ότι η Ελλάδα στην φτώχεια βρίσκει αξιοπρέπειακαι ερωτισμό. Υπήρχαν οικογένειες με πολλά παιδιά, επιβίωσαν. Δηλαδή τώρα αυτό που λέω πολλές φορές σε φίλους «παιδιά ελάτε στα συγκαλά σας, έχουμε επιβιώσει σε πολύ χειρότερα πράγματα. Μην τρελαθούμε»  

Δείτε το δεύτερο μέρος της συνέντευξης εδώ.  

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Η αποκλειστική συνέντευξη του Σταμάτη Κραουνάκη στο FACES"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *