Ο θεσμικός, ευρωπαϊκός και ελληνικός πολιτικός λόγος του Γιώργου Παπαστάμκου.

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

Ο πολυεπίπεδα υπερβατικός -και χωρίς ανούσιο περιτύλιγμα- πολιτικός λόγος του Αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου-Καθηγητή Γιώργου Παπαστάμκου, δομημένος αυτή τη φορά ως κεντρική ομιλία, σε πρόσφατη εκδήλωση του κόμματος των Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) της Βαυαρίας, προκάλεσε συζητήσεις και έδωσε την αφορμή για τίτλους δημοσιευμάτων και εκπομπών σε γερμανικά μέσα ενημέρωσης. Το θέμα της εκδήλωσης ήταν “η σωτηρία του ευρώ” και η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.

Αυτή τη φορά, οι συζητήσεις των Γερμανών και οι τίτλοι των γερμανικών ΜΜΕ, είχαν ως περιεχόμενο την άποψη ενός Έλληνα πολιτικού, με υψηλό θεσμικό ρόλο στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Παρουσιάστηκε στη γερμανική κοινή γνώμη και σε κυβερνητική πλευρά της χώρας, μια εμπεριστατωμένη ελληνική άποψη για την κρίση, μακριά από κραυγές και υστερίες. Αναμεταδόθηκαν έτσι σε ένα ευρύτατο κοινό και άλλες παράμετροι, όπως το ζήτημα της “ευρωπαϊκής συνυπευθυνότητας” και της “ευρωπαϊκής αλληλεγγύης” για ένα πρόβλημα που -όπως τόνισε ο ομιλητής- δεν είναι μόνο ελληνικό.

Η εκδήλωση του CSU πραγματοποιήθηκε, με τη συμμετοχή ευπατρίδων πολιτικών της γερμανικής Κεντροδεξιάς, όπως ο πρώην Πρωθυπουργός της Βαυαρίας Edmund Stoiber και ο Αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος Manfred Weber. Μπροστά σε ένα αντίστοιχο ακροατήριο και παρουσία ισχυρών εκπροσώπων των βαυαρικών ΜΜΕ, στη συνέντευξη τύπου που ακολούθησε, ο Γιώργος Παπαστάμκος ήταν και πάλι ευρηματικός. Αν και κεντρικός ομιλητής, δεν έκανε προς τους δημοσιογράφους την κλασική ομιλία-εισήγηση αλλά έδωσε κατευθείαν το λόγο σε ερωτήσεις. Έτσι, αποφεύγοντας τα τυπικά εισαγωγικά “λογύδρια”, τους προσέγγισε φιλικά, μείωσε τις αποστάσεις, μίλησε για όλα, απάντησε σε όλα. Ρεαλιστικά, συνειδητά και κυρίως…γερμανικά. Όχι μόνο με τη στενή έννοια του όρου, ως γνώστης της ακαδημαϊκής γερμανικής γλώσσας αλλά κυρίως επειδή αντιλαμβάνεται και μπορεί να αγγίζει τη γερμανική πολιτική θεώρηση στο όλον της διαστρωμάτωσής της.

Κακά τα ψέματα, όταν δεν γνωρίζεις που μιλάς και σε ποιούς απευθύνεσαι, τότε είσαι απλώς ένας ακόμη ομιλητής. Όταν γνωρίζεις σε ποιούς μιλάς και σε ποιούς απευθύνεσαι τότε είσαι ομιλητής-πρωταγωνιστής.

Και στην περίπτωση του Γιώργου Παπαστάμκου, έχουμε έναν καθηγητή πανεπιστημίου που διδάχθηκε και δίδαξε τη Νομική στη Γερμανία (Διδάκτωρ Νομικής του Πανεπιστημίου του Tübingen) αλλά κι έναν πολιτικό που έχει βιώσει την πολιτική φιλοσοφία της Γερμανίας, συνεχίζοντας να διατηρεί δεσμούς με πολιτικά κέντρα της χώρας, που διαμορφώνουν αποφάσεις. Ήξερε λοιπόν πολύ καλά σε ποιούς μιλούσε στο Βαυαρία και ήξερε ακόμη καλύτερα πως να τοποθετηθεί, για να “ακουστούν” αυτά που θα έλεγε.

Και το πέτυχε. Τοποθέτησε την Ελλάδα στο επίκεντρο μιας ευρωπαϊκής εκδήλωσης, με Γερμανούς διοργανωτές. Χωρίς υποχωρήσεις, χωρίς γενικότητες και στρογγυλοποιήσεις, χωρίς να αποφεύγει. Ακούστηκε. Η ομιλία του χαρακτηρίσθηκε ως μια πολιτική παρέμβαση που απέδωσε “τα του Καίσαρος τω Καίσαρι”. Όχι άδικα. Ο θεσμικός, ευρωπαϊκός και ελληνικός πολιτικός λόγος του Γιώργου Παπαστάμκου, έθιξε όλες τις πλευρές του ζητήματος, αποδίδοντας την κρίση τόσο στις “δομικές αστοχίες της ΟΝΕ” όσο και στις “χαμένες ευκαιρίες προσαρμογής και ελλειπτικής ενσωμάτωσης των κρατών μελών της Ευρωζώνης που βρίσκονται σε κρίση”. Τους είπε δηλαδή, με τρόπο που να το ακούσουν πραγματικά, ότι η οικονομική κρίση δεν είναι μόνο ελληνική υπόθεση, δεν είναι ευθύνη μόνο της Ελλάδας.

Έθιξε την υπόθεση της ελληνικής κρίσης δίνοντας μια άποψη που δεν ακούγεται συχνά. Την επέδωσε, σε μεγάλο βαθμό, ως κρίση “ελλειπτικού εξευρωπαϊσμού”, τονίζοντας ότι “το πλέον εμφατικό σημείο ελλειπτικού (εξ)ευρωπαϊσμού είναι η μη συνειδητοποίηση εκ μέρους του ελληνικού συστήματος διακυβέρνησης των υποχρεώσεων, που το ίδιο ανέλαβε, συνομολογώντας την αυτοδέσμευσή του από την ευρωπαϊκή ζώνη δημοσιονομικής σταθερότητας”.

Δεν απέφυγε να υπογραμμίσει πικρές αλήθειες: “Η προσχώρηση της Ελλάδος στην Ευρωζώνη την κατέταξε στον πρώτο ομόκεντρο κύκλο της διαβαθμισμένης ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η κορυφαία αυτή πράξη έφερε μαζί της δικαιώματα και υποχρεώσεις. Ευκαιρίες και κινδύνους. Έφερε μαζί της και το βάρος προσαρμογής λόγω της μετάβασης από την εθνική στη μετα-εθνική (νομισματική) εξουσία. Το βάρος της προσαρμογής δεν βρέθηκε, δυστυχώς, στο επίκεντρο μίας εθνικής μεταρρυθμιστικής ατζέντας. Αντ' αυτού υπήρξε διατήρηση των στρεβλώσεων, που είχαν συσσωρευτεί, ελάχιστες συγκρούσεις με αμυντικογενή συμφέροντα, καμία αποδόμηση των διευθυνουσών ολιγαρχιών”.

Ήταν όμως δηκτικός και για τις αστοχίες της άλλης πλευράς, παρουσιάζοντας με στοιχεία, τη δραματική επιδείνωση του κοινωνικού πορτραίτου της Ελλάδος, ως συνέπεια της εφαρμοζόμενης συνταγής της τρόικα. Ούτε απέφυγε τον τολμηρό πολιτικό λόγο, όταν με έμφαση, απευθυνόμενος προς το γερμανικό ακροατήριό του, τους μετέφερε αυτούσια τη σκληρή πραγματικότητα: “Οι δραστικές περικοπές για εκατομμύρια Έλληνες πολίτες μέσω των αλλεπάλληλων πακέτων λιτότητας εμφανίζονται να μην αρκούν, αλλά βυθίζουν τη χώρα στην ανασφάλεια, στην ανεργία και στη στέρηση αναπτυξιακών κεφαλαίων. Ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό οικονομικό κράτος δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς μία αποδοτική μεσαία τάξη. Η συρρίκνωση της μεσαίας τάξης, η οποία αποτελεί ουσιώδη συνιστώσα της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς, μπορεί να οδηγήσει σε εντροπία το οικονομικό και κατ' επέκταση το πολιτικό σύστημα. Ένας τέτοιος κίνδυνος διαγράφεται σήμερα για την Ελλάδα”.

Ο Γιώργος Παπαστάμκος, όπως άλλωστε το συνηθίζει, δεν στάθηκε απλώς σε διαπιστώσεις αλλά είχε και πρόταση. Αναφέρθηκε ιδιαίτερα στην ανάγκη να υπάρξει μία “συνεκτική, διαφανής και αποτελεσματική” ευρωπαϊκή αναπτυξιακή στρατηγική για την Ελλάδα. Η διαμόρφωση μίας τέτοιας στρατηγικής προϋποθέτει, όπως υποστήριξε, “τη διαμόρφωση κλίματος εμπιστοσύνης”. Μάλιστα, απευθυνόμενος προς τους Γερμανούς ακροατές του, αναρωτήθηκε: “Πώς είναι δυνατόν να επενδύσει κάποιος στην Ελλάδα όταν καθημερινά βομβαρδίζεται από αρνητικές κλισέ- παραστάσεις για τη χώρα; Όταν, παρά τις δυσβάστακτες κοινωνικές επιπτώσεις των προγραμμάτων λιτότητας, οι ίδιοι οι Έλληνες ως παραγωγικοί πολίτες, κατηγορούνται από λαϊκίστικα ευρωπαϊκά μέσα και ευρωπαίους πολιτικούς οι οποίοι δεν είναι φορείς κοσμοαντίληψης;”

“Η Ελλάδα χρειάζεται ένα συνολικό προγραμματικό σχέδιο αναπτυξιακής φυγής προς τα εμπρός με ρηξικέλευθες τομές θεσμικού, οργανωτικού και διαρθρωτικού χαρακτήρα” υπογράμμισε και απευθυνόμενους προς τους διαμορφωτές της γερμανικής άποψης συμπλήρωσε: “Χρειάζεται ένα φιλόδοξο, ρεαλιστικό και δημοκρατικό σχέδιο ανασυγκρότησης της Ελλάδας – χωρίς αμφιταλαντεύσεις- στηριζόμενο στη μέγιστη δυνατή συμφωνία των κοινωνικών και οικονομικών εταίρων, αλλά κυριάρχως σε μία περισσότερο αποφασιστική πολιτική κατεύθυνση. Σε ένα τέτοιο σχέδιο η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να είναι σύστοιχη και αλληλέγγυα με την Ελλάδα”.

Τελικά, υπάρχει τρόπος να ακούσουν οι ευρωπαίοι και την άλλη άποψη για την οικονομική κρίση, πέρα από την επικρατούσα (σχεδόν κατεστημένη πλέον) ότι “φταίει μόνο η Ελλάδα”, “φταίνε οι Έλληνες”. Αρκεί να βρεθούν αυτοί που, έχοντας το απαιτούμενο κύρος και τις απαιτούμενες γνώσεις, θα το τεκμηριώσουν σωστά. Ο Γιώργος Παπαστάμκος το έκανε και το κάνει. Όσο μοναδικός κι αν είναι ο λόγος του, υπάρχουν κι άλλοι. Είναι επίσης Έλληνες. Να βρεθούν. Να μιλήσουν και να παρουσιάσουν στην Ευρώπη και την άλλη άποψη. Με τέτοιους εκπροσώπους και έχοντας δείξει στο εσωτερικό πραγματική εθνική υπευθυνότητα στην αντιμετώπιση του προβλήματος (προϋπόθεση), η Κοινοτική αλληλεγγύη θα φανεί. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έπαψε να είναι απλώς μια sui generis γεωπολιτική οντότητα. Βαδίζει στο δρόμο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Στους στόχους του βέλτιστου, η συμμετοχή της Ελλάδας είναι αναπόσπαστη. Όμως οι διαφαινόμενες πτυχές ενός ελληνικού “ελλειπτικού  εξευρωπαϊσμού” πρέπει να αντιμετωπιστούν. Και βέβαια, η Ευρώπη και οι εταίροι πρέπει να δουν ότι υπάρχει και μια άλλη Ελλάδα. Διότι όντως υπάρχει.

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Ο θεσμικός, ευρωπαϊκός και ελληνικός πολιτικός λόγος του Γιώργου Παπαστάμκου."

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *