Μαίρη Πανούση

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

εισαγωγή: Γιάννης Δήμας, συνέντευξης: Μαρία Γεωργίου
φωτογραφία: Δημήτρης Ναυρίδης/ Newsville.be

===================

Το FACES φιλοξενεί στις σελίδες του μία Ελληνίδα των Βρυξελλών με ιδιαίτερο δυναμισμό και έντονη καθημερινότητα. Πολλοί από εμάς την γνωρίσαμε μέσα από την συμμετοχή της σε θεατρικές σκηνές στις Βρυξέλλες, όπου φέτος για ακόμα μία φορά μας εξέπληξε με την ερμηνεία της στο Φούστα – Μπλούζα παρέα με το θίασο Nόta Théârale. Η Μαίρη Πανούση, στις σελίδες που ακολουθούν, θα μας μιλήσει με το χέρι στη καρδιά και θα απαντήσει σε ερωτήσεις που θα προσπαθήσουν να δώσουν το επαγγελματικό, κοινωνικό και πάνω απ΄όλα ανθρώπινο στίγμα μίας νέας, δραστήριας γυναίκας με καρδιά γνήσια ελληνική. 

Την περίοδο που η Ελλάδα βρισκόταν ακόμα σε μία “καλή” περίοδο παίρνετε την απόφαση για έρθετε στις Βρυξέλλες. Ποιοι ήταν οι λόγοι που σας οδήγησαν σε αυτή την απόφαση;
Αποφάσισα να φύγω από την Ελλάδα σε μια χρονική στιγμή όπου η μετοίκηση ήταν ακόμα, ως επί το πλείστον, επιλογή και όχι ανάγκη ή υποχρέωση. Σκοπός μου δεν ήταν αυτή καθαυτή η φυγή. Η Ελλάδα αποτελεί για μένα θήλαστρο ζωής, κολυμπήθρα για αναβάπτισμα, καθαρτήριο και θρυαλλίδα φώτισης και, αν ποτέ ξαναγεννιόμουν, πάλι από τα σπλάχνα της θα αναδυόμουν.  Ωστόσο, οι λόγοι για τους οποίους αποφάσισα να φύγω στο εξωτερικό είχαν να κάνουν με τις πανεπιστημιακές αλλά και επαγγελματικές φιλοδοξίες που είχα -ή που νόμιζα ότι είχα- και τους ορίζοντες που μου ανοίγονταν εκτός της πατρίδας μου. Την τάση της, πνευματικής κυρίως, φυγής την είχα από παιδί, ίσως γιατί είμαι περίεργη από τη φύση μου και επιπλέον αντιμετωπίζω τη ζωή με μια “τερέντια” αντίληψη, πως “άνθρωπος είμαι και τίποτε το ανθρώπινο δεν θεωρώ ξένο προς εμένα”. Αυτός είναι και ο λόγος που δε χρησιμοποιώ τη λέξη ‘ξενιτιά’: Ούτε ξένος, ούτε δραπέτης, ούτε επαίτης. Ήρθα σε μια άλλη χώρα, απλά διαφορετική. Έτσι την αντιμετώπισα και έτσι την υποχρέωσα να με αντιμετωπίσει. Ως πολίτη του κόσμου… Ταξίδεψα και ταξιδεύω πολύ. Η “χώρα” έγινε “χώρες”. Το κρύο έγινε θαλπωρή. Το “έξω” έγινε “μέσα”. Το “ξένο” έγινε “δικό μου”. Οι Βρυξέλλες έγιναν τα φτερά μου, μα οι ρίζες μου πάντα θα ψάχνουν δροσιά στην άρμη του Αιγαίου.

Ξεκινώντας ακαδημαϊκά στο χώρο της Φιλοσοφίας επιλέγετε μία “στροφή” προς την πολιτική και την επικοινωνία. Γυρνώντας σήμερα σε αυτή την απόφαση νιώθετε δικαιωμένη;

Λαμβάνοντας υπόψη τον χαρακτήρα μου και τις επιταγές των καιρών, θεωρώ ότι ήταν η καλύτερη δυνατή επιλογή. Με δικαίωσε και τη δικαίωσα. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αν ξαναγινόμουν 18 χρονών θα έκανα την ίδια. Γι’ αυτό στην προηγούμενη ερώτησή σας μίλησα για “φιλοδοξίες που είχα -ή που νόμιζα ότι είχα”. Θεωρώ ότι είναι υγιές, αν όχι απαραίτητο, να αλλάζει κάποιος πορείες στη ζωή του, αν αισθάνεται ότι αυτό θα τον κάνει πληρέστερο και πιο ευτυχισμένο. Τόσο η αξιοπρέπεια όσο και η ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό μας μάς επιβάλλουν τον επαναπροσδιορισμό και την επαναπροσέγγιση των πραγμάτων, πόσω μάλλον όταν και οι ρυθμοί των εποχών το επιτάσσουν.  Μετά τις πρώτες μου μεταπτυχιακές σπουδές εργάστηκα για κάποια χρόνια ως μεταφράστρια και διερμηνέας συνεδρίων, αρκετά στην ελεύθερη αγορά αλλά κυρίως στα κοινοτικά όργανα. Παράλληλα είχα και ενασχόληση με το επικοινωνιακό στοιχείο σε μεμονωμένα projects εταιρειών στο Βέλγιο, στη Γαλλία, στην Ελβετία και στην Ισπανία. Ωστόσο, στα κοινοτικά όργανα ήρθα για πρώτη φορά αντιμέτωπη με το σκληρό πυρήνα της πολιτικής. Πρώτη φορά τόσο προκλητικά κοντά. Η επαγγελματική ωριμότητα επέβαλλε σθεναρές αποφάσεις και ριζικές αλλαγές. Θέλησα να συνδυάσω την πολιτική και την επικοινωνία. Δούλευα τη μέρα και το βράδυ έκανα ένα τρίτο μάστερ, στον τομέα της επικοινωνίας, “Μάρκετινγκ και Διαφήμιση” στο πανεπιστήμιο ULB των Βρυξελλών σε συνεργασία με το Solvay Business School. Ειδικεύτηκα στην πολιτική επικοινωνία. Η συνέχεια ήρθε ως φυσική συνέπεια των πραγμάτων: Εργάστηκα ως Ακόλουθος Τύπου στο διπλωματικό σώμα και έπειτα προσλήφθηκα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπου, από το 2007, εργάζομαι ως κοινοβουλευτικός συνεργάτης, υπεύθυνη για θέματα επικοινωνιακής πολιτικής.  Τη φιλοσοφία δεν την είδα ποτέ ως επαγγελματική προοπτική αλλά ως τρόπο ζωής. Υπήρξα φοιτήτρια του αείμνηστου Βέικου και του τραγικού Λιαντίνη, τον οποίο μάλιστα σκεπάζουν τα χώματα της ιδιαίτερης πατρίδας μου, της Κορινθίας. Δύο διαφορετικές σχολές σκέψης που όμως ισορρόπησαν αρμονικά μέσα μου και μου έδωσαν εναύσματα, ώστε να είμαι άλλοτε τολμηρή και περιπετειώδης και άλλοτε συντηρητική και “οικονόμος”. Αυτή ακριβώς η φιλοσοφία ζωής οδήγησε τα βήματά μου στα σημερινά επαγγελματικά μου μονοπάτια.

Η σημερινή εικόνα που έχει ο μέσος Ευρωπαίος πολίτης για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα χαρακτηρίζεται από ένα συναίσθημα απαισιοδοξίας. Πόσο διαφορετική μπορεί να είναι η εικόνα που έχει ένας εργαζόμενος στις Βρυξέλλες, στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και γιατί;
Είναι κατανοητός ο ευρωσκεπτικισμός που χαρακτηρίζει το μέσο Ευρωπαίο πολίτη, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Ακόμα και εμείς που βλέπουμε τα πράγματα εκ των έσω, πολύ συχνά νοιώθουμε αυτό το συναίσθημα της απαισιοδοξίας. Εγώ είμαι από τη φύση μου αισιόδοξος άνθρωπος και επειδή, πέραν του ότι εργάζομαι εντός, σχεδόν όλη μου τη ζωή έχω θύμησες από μια ευρωπαϊκή Ελλάδα, δε θα μπορούσα να έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι η ευρωπαϊκή συνοχή είναι το μέλλον, παρά τα προβλήματα. Ωστόσο θα ήθελα να εστιάσω σε τρία σημεία, τα οποία θεωρώ σημαντικά:  Κατ’αρχήν στην ευθύνη της ΕΕ, αναφορικά με τη γραφειοκρατική αγκύλωση που παρουσιάζει ως σώμα. Καθημερινά, ακόμα και εμείς που εργαζόμαστε εκεί -και που ίσως να είμαστε και μέρος του προβλήματος- παρατηρούμε μια δυστοκία στις διαδικασίες. Προσωπικά, μπορώ να κατανοήσω ότι οι πολιτικές διαδικασίες είναι αφ’ εαυτού πολύπλοκες, τόσο από νομικής όσο και από διαπραγματευτικής πλευράς. Το διοικητικό κομμάτι όμως έχει “βαρύνει” επικίνδυνα τη μηχανή και οι απανωτές διευρύνσεις δεν έδωσαν ούτε χρόνο ούτε χώρο για προσαρμογή. Ο πολίτης το εκλαμβάνει αυτό ως δυσλειτουργία και πολλές φορές ως αχρηστία του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.  Για την αίσθηση αυτή ευθύνονται κατά μεγάλο μέρος και οι πολιτικοί. Δε θα αναλύσω τα περί κρίσης και συμπαρομαρτούντων, για τα οποία έχουν μιλήσει άνθρωποι πολύ πιο αρμόδιοι από εμένα. Άλλωστε οι πολίτες δεν χρειάζονται αναλύσεις αλλά λύσεις. Θέλω να μιλήσω για την προσέγγιση των πολιτικών απέναντι στην Ευρώπη και για τη έλλειψη προσπάθειας να αποτελέσουν οι ίδιοι συνδετικό κρίκο της ΕΕ με την καθημερινή πραγματικότητα των πολιτών.  Ωστόσο, το «δημοκρατικό έλλειμα» είναι ευθύνη και των πολιτών. Τα επικοινωνιακά μέσα είναι πλέον τόσα πολλά, που μπορούν να ενημερωθούν και να συμμετέχουν στα πάντα. Εκνευρίζομαι φοβερά όταν ακούω τη φωνή του ωχαδερφισμού: “Η Ευρώπη φταίει για όλα”. Μα στην Ευρώπη ζούμε! Εσύ πολίτη είσαι υπεύθυνος για την επιλογή των πολιτικών σου, για τη συμμετοχή σου στα κοινά, για την επιρροή σου στις αποφάσεις. Τα μέσα υπάρχουν. Εκμεταλλεύσου τα! Το σώμα των πολιτών μπορεί και πρέπει να αποτελεί το ισχυρότερο lobby, το μεγαλύτερο think tank.

Μία δεύτερη κριτική, που συχνά πηγάζει μέσα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εστιάζει στο πρόβλημα της δημοκρατικής νομιμοποίησης των αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν στις αποφάσεις για τις χώρες μέλη που δοκιμάζονται από την οικονομική κρίση, όπως η Κύπρος αλλά και η Ελλάδα. Πιστεύετε πως αφορά ένα φιλοσοφικό ερώτημα ή καίριο θέμα συζήτησης για το αύριο της ΕΕ;

Δε θα μπορούσα να διαχωρίσω τη φιλοσοφική προσέγγιση των πραγμάτων από την πραγματιστική θεώρησή τους. Η φιλοσοφία δεν αρκείται στην ανάλυση της πραγματικότητας του εμπειρικού κόσμου, αλλά διατυπώνει προτάσεις για την αλλαγή του. Επομένως, η δημοκρατική νομιμοποίηση των αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως τίθεται στο ερώτημά σας, έχει διττή υφή.
Σε πρόσφατη ανακοίνωσή της αναφορικά με την προετοιμασία των ευρωπαϊκών εκλογών του 2014, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογραμμίζει την απόλυτη προσήλωσή της στο στόχο της πλήρους αξιοποίησης της Συνθήκης της Λισαβόνας, αποβλέποντας στην επαύξηση της δημοκρατικής νομιμοποίησης της διαδικασίας λήψης αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ, ώστε το όλο σύστημα να έλθει πιο κοντά στους πολίτες. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, αν λάβει κανείς υπόψη τις ενέργειες οι οποίες απαιτούνται σε επίπεδο ΕΕ για την αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της κρίσης του δημόσιου χρέους.
Οι πολίτες εκπροσωπούνται άμεσα σε επίπεδο Ένωσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η σχετική με τους πολίτες προοπτική επιβεβαιώνεται περαιτέρω στον νέο ορισμό των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ως «αντιπροσώπων των πολιτών της Ένωσης» και όχι απλώς ως «αντιπροσώπων των λαών των κρατών που έχουν συνενωθεί στην Κοινότητα». Στο ίδιο πνεύμα, η Συνθήκη της Λισαβόνας απονέμει διευρυμένες αρμοδιότητες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εδραιώνοντας τον ρόλο του ως πλήρους συν-νομοθέτη εκ παραλλήλου με το Συμβούλιο. Επομένως, δε μιλάμε για απλή κριτική. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφασίζει πλέον επί της συντριπτικής πλειονότητας των νομοθετικών πράξεων της ΕΕ και ασκεί αρμοδιότητα επί του συνολικού προϋπολογισμού της ΕΕ επί ίσοις όροις με το Συμβούλιο, ενώ η συναίνεσή του είναι υποχρεωτική για τη θέσπιση των πολυετών δημοσιονομικών πλαισίων.

Ξεφεύγοντας λίγο από την επαγγελματική καθημερινότητα, σε βρίσκουμε φέτος σε μία νέα θεατρική ομογενειακή προσπάθεια, σε μία νέα θεατρική ομάδα. Δύο λόγια για το ξεκίνημα αυτής της προσπάθειας καθώς και για τη δική σου αποδοχή ενός πράγματι ξεχωριστού ρόλου.

Μόλις πριν από λίγες ημέρες έπεσε η αυλαία της πρώτης θεατρικής παράστασης του θιάσου μας “Nόta Théâtrale”. Το έργο που ανεβάσαμε, όπως γνωρίζετε, ήταν το “Φούστα-Μπλούζα” των Ρέππα-Παπαθανασίου. Θεωρώ ότι η προσέλευση του κόσμου και τα σχόλια που λάβαμε μας αποζημίωσαν, με αποκορύφωμα τη φράση ενός φίλου θεατή: “η πιο ερασιτεχνική προσπάθεια, με το πλέον επαγγελματικό αποτέλεσμα”. Είμαι ιδιαίτερα υπερήφανη που αποτελώ ιδρυτικό στέλεχος αυτής της ομάδας και ακόμα πιο υπερήφανη που, παρά την ανομοιογένεια των μελών της, καταφέραμε όχι απλά να κάνουμε το ταξίδι αλλά να φτάσουμε και στη δική μας Ιθάκη. Το απολαύσαμε πραγματικά και αυτό φάνηκε στη σκηνή. Όπως απολαύσαμε και το «τέλος», την ολοκλήρωση, το σκοπό μας, που ήταν η φιλανθρωπική συνδρομή μας σε άτομα που έχουν ανάγκη από υποστήριξη στην πατρίδα μας.  Η “Nόta Théâtrale” αγαπά το θέατρο και την τέχνη γενικότερα και στόχος της είναι να αναδεικνύει την καλή πλευρά και ψυχολογία του θεατή. Θεωρώ ότι μόνο καλές στιγμές μπορούμε να προσφέρουμε στον κόσμο, διότι η θετική ενέργεια κάνει κύκλους και επιστρέφει και εμείς πήραμε πάρα πολλή από τους ανθρώπους που μας τίμησαν στην προσπάθειά μας. Αναφορικά με το ρόλο μου στο “Φούστα-Μπλούζα”, παρά τη φαινομενικά αφελή και ελαφριά του πλευρά, τον αντιμετώπισα πολύ σοβαρά ως προς την προσέγγισή του. Σε όλο το έργο, πίσω από τις μάσκες των “κλόουν”, εκτυλίσσονται ιστορίες ανθρώπινες, κλισέ σκηνές της ελληνικής οικογένειας, παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας και κουλτούρας. Από αυτήν την οπτική γωνία αντιμετώπισα και τη Φλορίντα-Θανάση. Ένας άντρας που αποφασίζει να γίνει γυναίκα και μάλιστα μέχρι τελευταίας λεπτομέρειας, κρύβει μέσα του και αφήνει πίσω του τραγικά βιώματα. Η δική μου προσέγγιση του ρόλου επ’ ουδενί δεν ήταν μια άλλη Στρέλλα, αλλά είμαι σίγουρη ότι όλοι υποψιάστηκαν πίσω από τη “μάσκα” τον… κλαυσίγελο του ρόλου αυτού.

Η προσπάθεια σύστασης νέων θεατρικών συλλόγων ενώ ήδη μετράμε στη πόλη μας πέντε θιάσους έχει νόημα ή κατακερματίζουμε με αυτό τον τρόπο κοινό και δυνάμεις;

Όσο υπάρχει διάθεση, ταλέντο και επένδυση χρόνου και ψυχής, τίποτα και κανένας δεν είναι περιττός. Ο κόσμος δεν αντιμετώπισε καμία από τις παραστάσεις και κανέναν από τους θιάσους με αδιαφορία. Ο κόσμος μας τιμά όλους! Το αν υπάρχουν καλύτερες ή λιγότερο καλές παραστάσεις, καλύτεροι οι λιγότερο καλοί θίασοι, καλύτερες ή λιγότερο καλές χρονιές, αυτό είναι δική μας ευθύνη. Ο θεατής χρειάζεται την ποικιλία και την πολυμορφία στη θεατρική και γενικά στην καλλιτεχνική οικολογία. Δεδομένου μάλιστα ότι ο κάθε θίασος παίζει για λίγες ημέρες και συνήθως από ένα έργο μέσα στη χρονιά, θα έλεγα ότι επτά έργα για το κοινό των Βρυξελλών, που έχει και αναζητήσεις και καλλιτεχνική δίψα, δεν είναι πολλά. Επίσης, βαρύνοντα ρόλο διαδραματίζει και η θέση του σκηνοθέτη. Γνωρίζετε καλά ότι οι καλλιτεχνικές ψυχές είναι εγωκεντρικά όντα και στην τέχνη αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό και μάλιστα υγιές τις περισσότερες φορές: Όταν “το έχεις” σημαίνει ότι έχεις και εμπιστοσύνη στην τέχνη σου και θέλεις να την αναδείξεις. Δύσκολα θα αφήσεις χώρο να δράσει άλλος πάνω στη δική σου ιδέα-οικοδόμημα-προσέγγιση. “Κι αν σε αντέξει…η σκηνή, θα φανεί στο χειροκρότημα!”

Εκτός γραφείου και θεάτρου ποιες είναι οι ασχολίες που σου δίνουν δύναμη στο απαιτητικό καθημερινό πρόγραμμα σου;

Είμαι μανιακή με το σινεμά. Το χειμώνα, είμαι ικανή ακόμα και μόνη μου, για αποτοξίνωση μερικές φορές, να περάσω μισή Κυριακή στο σινεμά, βλέποντας το ένα έργο μετά το άλλο. Στην Ελλάδα βέβαια τίποτα δε συγκρίνεται με το καλοκαιρινό σινεμά και τη μυρωδιά του νυχτολούλουδου… Από σπορ, όταν έχει καλό καιρό, αλλά συχνά ακόμα και με το χιόνι -φτάνει να μη βρέχει- πηγαίνω στο πάρκο του Woluwé ή στο Forêt de Soignes και κάνω nordic walking, το οποίο και αγαπώ ιδιαίτερα. Από το 2006 και ανάλογα με το χρόνο και τη διάθεση, η ενασχόληση αυτή εναλλάσσεται με την ιππασία. Λατρεύω την όλη προετοιμασία του αλόγου και την επαφή με τη φύση. Ομολογώ, ωστόσο, ότι τον τελευταίο καιρό, το θέατρο δεν άφησε και πολύ χώρο ούτε σε αυτές τις ενασχολήσεις, ούτε στην αναπαλαίωση επίπλων που είναι το μεράκι μου. Η μεγάλη μου αγάπη, ωστόσο, το “ομ” της ψυχής μου, είναι η yoga. Ασκούμαι ευλαβικά σε καθημερινή βάση και αυτόν τον καιρό προετοιμάζομαι για να γίνω διπλωματούχος καθηγήτρια ashtanga yoga. Όσοι πιστοί…namaste!

Τα χρόνια της μαζικής πληροφορίας αλλά όχι της πληροφόρησης; Ποια είναι τα δικά σου φίλτρα στον καθημερινό καταιγισμό ενημέρωσης;
Οι σπουδές και η πείρα μου στη διερμηνεία μου δίδαξαν ένα πράγμα: Επιλεκτική μνήμη. Αυτό σημαίνει ότι “σκανάρω” τα πάντα διαγώνια αλλά τελικά συγκρατώ μόνο αυτά που με ενδιαφέρουν και με αφορούν πραγματικά σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο.

Ο ρυθμός της ζωής μας φέρνει σε συνεχή επαφή με μία οθόνη, μικρή ή μεγάλη. Ποια είναι η προσπάθεια που πρέπει να κάνουμε για να κρατήσουμε το ελάχιστο της πραγματικής ανθρώπινης επαφής;
Θεωρώ ότι θα πρέπει να καταβάλουμε σοβαρή προσπάθεια, ώστε να επιστρέφουμε κατά καιρούς στα αρχέτυπα των ανθρώπινων σχέσεων. Εδώ στις Βρυξέλλες μάλιστα θα έλεγα ότι η πρόκληση αυτή είναι διπλή, όχι μόνο απέναντι στα ΜΜΕ και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αλλά και απέναντι σε ένα τρόπο ζωής ο οποίος, κατά την άποψή μου, έχει χαρακτηρίσει την πόλη ως κοίτη της… «αρπαχτής», ξεκινώντας από την επαγγελματική, την οικονομική και κατ’επέκταση την «αρπαχτή» στις διαπροσωπικές σχέσεις. Θεωρώ ότι για να ζήσεις όμορφα και να είσαι ευτυχισμένος σε αυτήν την πόλη, δεδομένων των ρυθμών, της ετερογένειας των ανθρώπων, της σεπαρατίστικης μορφής της κοινωνίας, σε «κοινοτικούς»-ξένους και Βέλγους, και του κλίματος, είναι απαραίτητο να πλέκεις γερές, αληθινές σχέσεις. Οι περισσότεροι άνθρωποι που βρίσκονται εδώ έχουν κόψει τον ομφάλιο λώρο –επιτυχώς ή ανεπιτυχώς- και ως εκ τούτου είναι φυσικό να έχουν ανάγκη να χτίσουν τις δικές τους διαπροσωπικές δομές.   
Ως προς την προσωπική μου τακτική, οφείλω να ομολογήσω ότι το θέατρο αποτελεί, μεταξύ άλλων, μια καταπληκτική «ψυχοθεραπεία της επικοινωνίας», ένα φοβερό μέσο αποκατάστασης των ανθρωπίνων σχέσεων, δείγμα μιας μικρής κοινωνίας. Τα τεχνητά μέσα είναι ελάχιστα ενώ η ίδια η τέχνη ενώνει στο γέλιο, στο δάκρυ, στο μοίρασμα, στον εκνευρισμό, στην εκδήλωση αγάπης, στην παρεξήγηση, στην αποδοχή, στο θαυμασμό και τέλος πάντων σε όλα τα φυσικά ανθρώπινα συναισθήματα.  

Πώς θα χαρακτήριζες σήμερα την έννοια της επιτυχίας;
Με μια φράση του Flaubert: «Οι πιο ένδοξες στιγμές της ζωής δεν είναι οι λεγόμενες μέρες επιτυχίας, αλλά, περισσότερο, οι μέρες εκείνες που, μετά από απόρριψη και απελπισία, αισθάνεσαι να μεγαλώνει μέσα σου η θέληση για ζωή και η υπόσχεση για μελλοντικά επιτεύγματα» που έρχονται να συμπληρώσουν εξισορροπώντας τη τα τρία Τ του Ελύτη: Ταλέντο, Τόλμη, Τύχη.   Προσωπικά η έννοια της «επιτυχίας» μου είναι τελείως ξένη, αν δε συνοδεύεται από αξία. Γι’ αυτό και πάντα με ενδιαφέρουν οι ανθρώπινοι χαρακτήρες και όχι οι «χρυσές» πορείες. Δική μου πρόκληση απέναντι στην επιτυχία είναι να καταφέρνω να αφουγκράζομαι την κοινωνία και τη ζωή αλλά να ακούω και τα μέσα μου. Έχω ένα αγαπημένο ποίημα του Γιάννη Μπεράτη, το οποίο το έχω σαν προσευχή: «Ας κάνουμε ψυχή μου αυτό που πρέπει, καθετί άλλο είναι μάταιος σκοπός, μη ρωτάς το γιατί και το πώς, μάρτυράς μας ο εαυτός μας μάς βλέπει».  

Τι συμβουλή θα έδινες σήμερα σε ένα αριστούχο τελειόφοιτο ελληνικού πανεπιστημίου; να δοκιμάσει τις δυνάμεις του στην Ελλάδα ή να επιλέξει την εμπειρία του εξωτερικού;
Πολύ φοβάμαι ότι, όπως έχουν τα πράγματα στην Ελλάδα σήμερα, μόνο απογοήτευση θα λάβει. Και η απογοήτευση μπορεί να οδηγήσει σε τρεις καταστάσεις: είτε σε απομόνωση, είτε σε συμβιβασμό είτε σε βίαιη αντίδραση. Κανένα από τα τρία δεν είναι υγιές για ένα νέο άνθρωπο, που έχει επενδύσει στην επιστήμη του, στον κόπο του, στο χρόνο του και στα χρήματά του.   Δυστυχώς όμως, το εκπαιδευτικό μας σύστημα εξακολουθεί να έχει μια δυσανεξία στο άριστο. Δύσκολα το στηρίζει και ακόμα πιο δύσκολα το αναδεικνύει. Είμαι σίγουρη ότι υπάρχουν και εξαιρέσεις και αυτό μου δίνει ελπίδα. Είμαι οπαδός της αρχής να μη φεύγουν «κεφάλια» από τη χώρα μας. Ωστόσο, επειδή έχω απτά και πολλά παραδείγματα ότι τις περισσότερες φορές τα «κεφάλια» αυτά τα «σπάνε», «βολεύοντάς» τα σε δημόσιες υπηρεσίες χωρίς αντικείμενο, καταχωνιάζοντάς τα σε αραχνιασμένα εργαστήρια, υποτιμώντας την αριστεία τους στο όνομα επαγγελματιών ρουσφετολόγων, φορτώνοντάς τα με ένα δίσκο καφέ και ένα πικραμένο μειδίαμα…Επειδή έχω απτά και πολλά παραδείγματα ότι ακόμα και αυτοί που φεύγουν έξω, όταν επιστρέφουν γίνονται δεκτοί με ειρωνεία και επιτηδευμένη, κομπλεξική απαξίωση… Θα συμβούλευα το σημερινό νεαρό αριστούχο να ανοίξει τα φτερά του στο εξωτερικό και, αν θέλει και μπορεί, να επιστρέψει στην Ελλάδα στηριζόμενος στις δικές του δυνάμεις, όχι για να γίνει μέτοχος του συστήματος, αλλά με τη γνώση, τις φρέσκες ιδέες και τις καλές πρακτικές που θα φέρει μαζί του, να βοηθήσει στην πάταξη των καρκινογόνων μορφωμάτων της ελληνικής κοινωνίας. Οι εποχές προσφέρονται, διότι παρά την ασχήμια της, η κρίση έφερε και κάτι καλό μαζί της: την αφύπνιση του πολίτη και την ανάληψη των ευθυνών του.

Μία ευχή για τα ελληνικά γράμματα.
Εύχομαι να πάψουν οι «πνευματικοί» πατέρες-πάτρωνες του τόπου μας να σιωπούν ενοχικά απέναντι στην καταβαράθρωση των ελληνικών γραμμάτων, της γλώσσας, των πολιτισμικών μας αρχών και αξιών ή και να τη φυτιλιάζουν. Εύχομαι ο Έλληνας να αφυπνιστεί και να ορίσει πραγματικούς πνευματικούς ταγούς που δε θα τον κάνουν να νιώθει άλλο ξενιτεμένος στον τόπο του και μέτοχος στην «ντροπή» της ελληνικότητας.
Καταργούμε σιγά σιγά όλη την ομορφιά του πολιτισμού και της φυλής μας και κάποιοι, κουλτουριάρηδες, διανοητές, θεωρούμενοι προοδευτικοί προσπαθούν να μας πείσουν πως είναι στο όνομα της παγκοσμοιοποίησης. Η παγκοσμιοποίηση δεν απαγορεύει της διατήρηση των ίδιων χαρακτηριστικών των λαών. Προάγει την ενδυνάμωσή τους, ώστε να διαδοθούν και σε ευρύτερη κλίμακα. Τα ελληνικά γράμματα έχουν τέτοια δύναμη, αν κάποιοι πάψουν να υποτιμούν και να καπηλεύνται την ελληνική δυναμική, με στόχο πολιτικά συμφέροντα.  

*Extra
Είμαι περήφανη για: τη σχέση μου με τα μέσα μου.
Βρίσκω την ευτυχία: στην ανθρωπιά.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ το ταξίδι μου: δεν έχω κάνει ακόμα το αξέχαστο ταξίδι…
Η μεγαλύτερή μου εμμονή: η τάξη και η καλαισθησία.
Αν πρωταγωνιστούσα σε ταινία θα ήθελα να ήταν: street-dance μιούζικαλ.
Δεν μου φαίνεται αλλά: είμαι συγκεντρωτικός χαρακτήρας.
Τον τελευταίο μήνα:

Διάβασα: «Οι άγγελοι στον παράδεισο μιλούν ελληνικά» – Ν. Εγγονόπουλος.
Γέλασα: στις «παραφρασμένες» πρόβες του θεάτρου.
Ονειρεύτηκα: μια απόδραση στην Κρήτη.
Άκουσα: το “Aocaná” των Ojos de Brujo και μετά από πολύ καιρό ξανάκουσα το “Jazz à la Nouvelle Orléans » του Dany Brillant.
Κάθε μέρα: πίνω 3 λίτρα νερό.
Αγαπώ: με πάθος και αφοσίωση.
Εύχομαι: να μη σταματήσει η ζωή να μας εκπλήσσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Μαίρη Πανούση"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *