Γιάννης Οικονομίδης: Ήμουν ο Δάσκαλος.

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

Ανιχνεύοντας τα αποτυπώματα του ελληνισμού στις Βρυξέλλες, ένα από αυτά που ξεχωρίζουν είναι το αποτύπωμα του Γιάννη Οικονομίδη.  Στη συνέντευξη που ακολουθεί επιχειρούμε μια παρουσίαση για να το δούμε ευρύτερα.  

Συνέντευξη: Χρήστος Μπλατσιώτης
Φωτογραφία: Γιώργος Γαβανάς
__________________

Η συνέντευξή σας γίνεται σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία συνέβησαν δύο πράγματα ταυτόχρονα. Αφενός ανεβάσατε πρόσφατα με επιτυχία ένα έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη και αφετέρου προ ημερών ο Ιάκωβος Καμπανέλλης έφυγε από τη ζωή. Πέρα από χαρά ή λύπη που είναι φυσιολογικά και αναμενόμενα, είναι κάτι άλλο που σας σημαδεύει συναισθηματικά από αυτή την τραγική σύμπτωση;   Υπάρχει όντως το στοιχείο της τραγικής ειρωνείας να μελετάς, να νιώθεις και να ζεις έναν συγγραφέα και με το κλείσιμο της προσπάθειάς σου, όταν πέφτει η αυλαία, ο συγγραφέας να φεύγει… Με τον Ιάκωβο Καμπανέλλη με συνδέουν μνήμες που τις αποτύπωσα στο πρόγραμμα της παράστασης. Είναι ο συγγραφέας που τόλμησα να σκηνοθετήσω έργο του στην πρώτη μου σκηνοθετική προσπάθεια, στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Πήγα με ένα δέος για το μέγεθος του συγγραφέα, να ζητήσω την άδεια και τις συμβουλές του. Κι εκείνος ήταν τόσο φιλικός, τόσο απλός, τόσο απλόχερος, τόσο σεμνός που η πρώτη μου αυτή συνάντηση ήταν και ένα μάθημα ζωής, μία φιλοσοφία της ανθρωπιάς και της καλοσύνης.Ναι, έφυγε ένας πνευματικός φίλος και λυπάμαι για το φθαρτό (κοινή μας μοίρα) του ανθρώπινου σαρκίου. Από την άλλη ανακουφίζομαι γιατί μας άφησε μια μεγάλη πνευματική παρακαταθήκη να μας συντροφεύει και να μας φωτίζει σε δύσκολους ή και σε λιγότερο δύσκολους καιρούς.Ο κόσμος αλλάζει γρήγορα και περίεργα γύρω μας. Ο Καμπανέλλης ανήκει σ΄ αυτούς που σώθηκαν από τα κολαστήρια, αυτούς που είπαν ποτέ πια πόλεμος, αυτούς που έζησαν την υπόσχεση ότι ποτέ πια ρατσισμοί και προκαταλήψεις, αυτούς που στήριξαν την ελπίδα τους σε ένα καλύτερο και ανθρώπινο μέλλον. Ο εικοστός πρώτος αιώνας, δυστυχώς, μπήκε με ένα δυσοίωνο déjà-vu. Άραγε τι να σκεφτότανε από αυτά που έβλεπε και άκουγε γύρω του ο πάντα μειλίχιος συγγραφέας, στο κρεβάτι του πόνου; Ακόμα και για την Ελλάδα που τόσο αγαπούσε, τι να σκεφτότανε άραγε για την περιπέτεια που περνάει; Για τις αξίες που κι αυτές περνάνε την δικιά τους κρίση… Ορφανέψαμε από τον Ιάκωβο Καμπανέλλη. Αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια. Χαίρομαι όμως που μια χούφτα φίλοι αυτές τις τελευταίες μέρες «κοινωνούσαμε» τον λόγο του… Χαίρομαι που ανάμεσα στην ομάδα μας υπήρχαν παιδιά του γυμνασίου και του λυκείου που γεύονταν κι αυτά τον λόγο και τα μηνύματα του συγγραφέα. Χαίρομαι επίσης που ανάμεσα στους θεατές υπήρχαν παιδιά του δημοτικού σχολείου που, έστω ασυνείδητα, βαπτίζονταν την μαγεία του θεάτρου και τα όμορφα μεστά ελληνικά από το «Παραμύθι χωρίς όνομα».  

Είστε ένας βιολόγος επιστήμονας και στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Έχοντας όμως σκηνοθετήσει τόσα πολλά θεατρικά έργα και τόσο μεγάλες -για τα ομογενειακά δεδομένα- παραγωγές, το θέατρο δείχνει να είναι για εσάς μια εξ΄ ίσου σημαντική ενασχόληση. Τι είναι αυτό που σας έκανε να ασχοληθείτε τόσο σοβαρά με το θέατρο ως σκηνοθέτης και όχι μόνο; Τι σημαίνει για εσάς το θέατρο; Νομίζω ότι όλοι μας έχουμε μια διπλή φύση και ικανότητα. Από τη μια υπάρχει η ικανότητα της λογικής, των μαθηματικών, της επιστημονικής και τεχνικής διεργασίας και από την άλλη ο συναισθηματικός μας κόσμος. Ακόμα και στα πιο πεζά θέματα της λογικής, της επιστήμης και της τεχνολογίαςεδράζεται η ποίηση. Αλλά κι αυτή η ποίηση είναι καμωμένη από τον δομημένολόγο, τις έννοιες, τις χημικές αντιδράσεις που αποτελούν την βάση του συναισθηματικού μας κόσμου. Το θέατρο το αγαπούσα πάντα. Είναι αλήθεια ότι αποτέλεσε και τον πρώτο μου νεανικό έρωτα. Φοβήθηκα όμως τον έρωτα να τον κάνω καθημερινότητα και μέσο επιβίωσης. Και έτσι ακολούθησα για τον βιοπορισμό μου λιγότερο περιπετειώδη μονοπάτια. Βέβαια διατήρησα αυτή την αγάπη σ΄ όλη τη ζωή μου από τα μαθητικά μου χρόνια έως σήμερα. Ήμουν ένας φανατικός θεατής που δεν άφηνα καλή παράσταση σ΄ όποιο μήκος ή πλάτος της υφηλίου βρέθηκα. Πρέπει όμως να πω ότι οι ρίζες της αισθητικής μου βρίσκονται στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης όπου ο Κάρολος Κουν μας εισήγαγε στον σύγχρονο προβληματισμό του θεάτρου αλλά και στο Εθνικό Θέατρο απ΄ όπου πήραμε τις ακαδημαϊκές βάσεις του κλασικού θεάτρου.Κάποια στιγμή όμως αυτός ο νεανικός έρωτας, του να ασχοληθώ με το θέατρο όχι σαν θεατής αλλά σαν δημιουργός, με επισκέφτηκε αναπάντεχα και απροσκάλεστα σε μια ώριμη ηλικία. Είχα περάσει τα 40. Τώρα πια το θέατρο και η επιστήμη σχεδόν συμπορεύονται (πέρα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή από την οποία συνταξιοδοτήθηκα πρόσφατα, διδάσκω βιοικονομία, βιοασφάλεια και βιοηθική στο πανεπιστήμιο Αθηνών, Κρήτης και του Cork της Ιρλανδίας). Είμαι μεγάλος πια για να προβληματιστώ τι να διαλέξω κι έτσι κρατάω την επιστήμη και την τέχνη σαν μια δίδυμη αγάπη που με βοηθάει να πορεύομαι μέσα στη ζωή και να αντιμετωπίζω την καθημερινότητα.  

Όταν σκηνοθετείτε μια παράσταση εδώ στο εξωτερικό, αισθάνεστε ότι πρέπει να δώσετε κάτι ξεχωριστό, από την άποψη ότι πρόκειται για μια θεατρική παράσταση με συντελεστές αλλά και με θεατές απόδημους ή λειτουργείτε όπως θα λειτουργούσατε αν σκηνοθετούσατε αυτή την παράσταση σε οποιοδήποτε μέρος της Ελλάδας; Η επιλογή ενός έργου μπορεί να γίνει με κριτήρια σε ποιους απευθύνεται η παράσταση και γιατί. Από την στιγμή όμως που θα επιλεχθεί το έργο ο βασικός κανόνας είναι η ποιότητα. Το κοινό στο εξωτερικό ή στην Ελλάδα απαιτεί και του πρέπει η ίδια ποιότητα στην παράσταση και ο ίδιος σεβασμός στον συγγραφέα.  

Ποιος είναι ο βασικός κανόνας για να επιλέξετε ένα θεατρικό έργο για την ομάδα σας και ποιες είναι οι βασικοί άξονες στους οποίους επικεντρώνετε το σκηνοθετικό έργο σας; Εδώ και δεκατρία χρόνια συνεργάζομαι με το Λύκειο Ελληνίδων Βρυξελλών (ΛΕΒ). Η συνοδοιπορίαμου στη ζωή με την Μαρία Καραχάλιου, ιδρυτικό και βασικό στέλεχος του ΛΕΒ μου ‘δωσε την ευκαιρία να συνεργαστώ με ένα σωματείο που φέρει στις αποσκευές του μια ιστορία δημιουργίας και έργου εκατό χρόνων (Το Λύκειο Ελληνίδων ιδρύθηκε το 1911). Η εμπειρία της Μαρίας σε θέματα κίνησης, χορού, παράδοσης, ενδυμασίας και όχι μόνο, (έχει φοιτήσει στη Δραματική Σχολή Εθνικού Ωδείου) και η δική μου στον πιο σύγχρονο θεατρικό προβληματισμό γέννησε ένα μίγμα θεάτρου και θεατρικού δρώμενου που φέρει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Υπηρετούμε την παράδοση. Δεχτήκαμε όμως από την αρχή ότι «παράδοση» δεν είναι κάτι μουσειακό αλλά δυναμικό μέσα στον χώρο και στον χρόνο. Η παιδεία μου στην βιολογική εξέλιξη με κάνει να βλέπω την «παράδοση» με τον ίδιο τρόπο που θα έβλεπα μια αποικία ή κοινότητα εξελισσόμενων οργανισμών. Οι μηχανισμοί αναπαραγωγής, μεταλλαγής και επιλογής (τα τρία «γη» που λέει ο καθηγητής βιολογίας Λευτέρης Ζούρος) βοηθούν να βγάλεις την «παράδοση» από το μουσείο και να την εκθέσεις δυναμικά σε άλλα ρεύματα και κινήματα του πολιτισμού. Αυτές είναι οι βάσεις επιλογής ενός έργου. Οι άξονες τώρα της σκηνοθεσίας και αυτοί συμβαδίζουν με την επιλογή του έργου. Είναι το αποτέλεσμα ατελείωτων ωρών διαλόγου και προβληματισμού με την Μαρία. Είναι μεγάλη πολυτέλεια να συνεργάζεσαι δυναμικά με κάποιον που μοιράζεσαι την ζωή σου. Βασική μας αρχή είναι η σκηνοθεσία να δείξει το έργο και όχι στο τέλος η σκηνοθεσία να δείξει την «σκηνοθεσία». Προσπαθούμε με την ανάλυση και τις πολύωρες δοκιμές το έργο να μπει μέσα στον ηθοποιό, να το νοιώσει, να το ζήσει και όχι απλά να το απομνημονεύσει και να μιμηθεί έναν δάσκαλο.  

Στο πρόσφατο έργο που ανεβάσατε, «Το παραμύθι χωρίς όνομα» του Ιάκωβου Καμπανέλλη (βασισμένο στη γνωστή ιστορία της Πηνελόπης Δέλτα) εκτός από τη σκηνοθεσία (μαζί με τη Μαρία Καραχάλιου) επιλέξατε και έναν ρόλο ηθοποιού. Τι σας οδήγησε σε αυτή την επιλογή σας; Θα ήταν ψέμα να πω πως δεν μ΄ αρέσει να παίζω στο θέατρο. Προτιμώ όμως τη σκηνοθεσία γιατί μ΄ αυτή «ζεις» όλους τους ρόλους και έχεις και το πλεονέκτημα να «δεις» όλη την παράσταση από την αρχή ως το τέλος. Είναι μεγάλη συγκίνηση να δεις μια παράσταση που την έκτισες λιθαράκι-λιθαράκι από το τυπωμένο χαρτί ως τη μέρα που εσύ εκ των πραγμάτων δεν μπορείς να επέμβεις, να κάνεις καμιά διόρθωση και μόνο ο θεατής με την αντίδραση του δείχνει την ικανοποίηση του ή την αποδοκιμασία του. Αυτή τη φορά όμως δέχτηκα την πρόκληση. Ο ρόλος του Δάσκαλου έκρυβε και μια ιστορία που μου έφερνε δέος και μεγάλωνε την πρόκληση. Είχε γραφτεί για τον μεγάλο μας ηθοποιό Βασίλη Διαμαντόπουλο. Προσπάθησα να μην αυτοσκηνοθετηθώ. Είναι κάτι που δεν το πιστεύω. Η Μαρία βάστηξε όλο το δεύτερο μέρος. Ήθελα να αυτοσυγκεντρωθώ, να συγχωνευθώ και να αντιδράσω μαζί με τους άλλους χαρακτήρες του έργου. Ήμουν ο Δάσκαλος.  

Θα επιλέγατε να σκηνοθετήσετε μια κωμωδία ή έχετε συγκεκριμένα πλαίσια για τα έργα που επιλέγετε; Δεν έχω (έχουμε) συγκεκριμένα πλαίσια. Αρκεί το έργο να είναι καλό και ν΄ αφήνει κάτι μετά το τέλος της παράστασης στον θεατή.  

Πέρυσι σκηνοθετήσατε ένα δικό σας έργο, ένα έργο που εσείς γράψατε. Ποια είναι η διαφορά όταν σκηνοθετείτε ένα δικό σας έργο ή ένα έργο ενός καταξιωμένου συγγραφέα; Αυτά τα έργα που έχω γράψει τα κατατάσσω περισσότερο στα θεατρικά δρώμενα παρά στα θεατρικά έργα. Είτε όμως πρόκειται για έργα καταξιωμένου συγγραφέα είτε για τα δικά μου η σκηνοθεσία ακολουθεί τους δικούς της κανόνες. Αυτό που θέλουμε να δώσουμε είναι ανάγλυφο το νόημα του έργου μέσα από ένα αποδεκτό αισθητικό σύνολο που ρόλο θα έχει η υποκριτική, η σκηνογραφία, η μουσική, ο χορός κλπ. Για χρόνια μαζί με την Μαρία χρησιμοποιούμε τον όρο «καλλιτεχνική επιμέλεια» που είναι κάτι περισσότερο από σκηνοθεσία. Νομίζω πως όταν πρόκειται για δόκιμο συγγραφέα νιώθουμε μεγαλύτερο δέος, αγωνία, ανησυχία και τρακ παρά όταν πρόκειται για ένα δικό μου. Στην πρώτη περίπτωση δεν έχουμε τον συγγραφέα να μας επιβεβαιώσει ότι ερμηνεύουμε σωστά τα νοήματά του. Στην δεύτερη η συγγραφή και η σκηνοθεσία έχουν μια άμεση γραμμική και συγγενική σχέση.  

Στις Βρυξέλλες υπάρχει μια σημαντική δραστηριότητα στα θεατρικά, ποσοτική τουλάχιστον καθώς το θέμα της ποιότητας είναι εντελώς υποκειμενικό. Ποια είναι η γνώμη και η εκτίμησή σας πάνω σε αυτό; Νομίζω πως η πολυφωνία είναι καλό πράγμα. Δημιουργεί πολυεπίπεδες και πολύμορφες τάσεις. Βοηθάει πολύ κόσμο να ασχοληθεί με την τέχνη στις διάφορες τάσεις του θεάτρου. Από τα σκηνικά ως το πρόγραμμα και από την υποκριτική ως τα εισιτήρια δίνει την ευκαιρία κάποιος να συμμετάσχει σε μια ομάδα με κοινό όραμα. Οι θεατές βέβαια σαν δέκτες είναι αυτοί που κρίνουν το αποτέλεσμα. Και τους θεατές βοηθάει η πολυμορφία. Για όλους υπάρχει κάτι να ικανοποιήσει τον προβληματισμό τους, την αισθητική ή και ακόμα με το πώς θα θέλανε να περνάνε τον ελεύθερο τους χρόνο.  

Είστε ο σκηνοθέτης της Θεατρικής Ομάδας του Λυκείου Ελληνίδων. Κάποια στιγμή μπορεί να κλείσει ο κύκλος αυτός και να ασχοληθείτε με μια άλλη θεατρική ομάδα ή ίσως με τη δημιουργία μιας καινούργιας θεατρικής ομάδας; Όταν κανείς περνάει καλά δεν αναρωτιέται πώς θα ήταν ή τι θα κάνει αν κλείσει ο κύκλος του. Προς το παρόν το πλαίσιο του ΛΕΒ και η συνεργασία με την Μαρία είναι σε μια δυναμική και ανοδική πορεία. Φοβάμαι ότι ο χρόνος μπορεί να είναι ένας από τους περιοριστικούς παράγοντες και όχι ο κύκλος μου με το ΛΕΒ. Ο χρόνος περνάει πολύ γρήγορα. Αφάνταστα γρήγορα…και είναι τόσα πολλά και διάφορα που θα θέλαμε να κάνουμε.  

Μια τελευταία ερώτηση σε σχέση με την τελευταία παράστασή σας. Κάνοντας μια εκτίμηση και μια αποτίμηση, πόσο ικανοποιημένος είστε από το αποτέλεσμα; Θα ήθελα να επικεντρωθείτε σε αυτά που σας ικανοποίησαν ιδιαίτερα αλλά και σε αυτά που νομίζετε ότι η παράσταση υστέρησε. Δεν είμαι ο κατάλληλος να απαντήσω αντικειμενικά για δυο λόγους. Ο ένας είναι ότι μέρος από το τελικό αποτέλεσμα είμαι κι εγώ ή σαν (συ)σκηνοθέτης ή σαν ηθοποιός. Άρα έχω τον υποκειμενισμό μου. Ο άλλος είναι ότι το δεύτερο μέρος στο οποίο έπαιζα τον ρόλο του Δάσκαλου, εκ των πραγμάτων δεν μπορούσα να το βλέπω. Άκουσα όμως πολύ θετικά σχόλια για το σύνολο της παράστασης και αυτό ευχαρίστησε όλη την ομάδα. Το πιο βασικό για μένα και για την Μαρία ήταν η σύμπνοια της ομάδας. Όλοι ήταν μέρος ενός αδιαχώριστου συνόλου. Είχες την εντύπωση ότι το πνεύμα του έργου είχε περάσει στο αίμα όλων που ήταν πάνω, μπρος ή πίσω από τη σκηνή. Το θεωρώ σημαντικό. Ίσως ήταν το πνεύμα του Καμπανέλλη που βοηθούσε. Το άλλο θετικό ήταν ότι συμμετέχοντες και θεατές βουτήχτηκαν στον λόγο του Καμπανέλλη, στον μύθο της Δέλτα και στους ήχους του Χατζιδάκι. Βάλσαμο για όλους μας. Η κάθε παράσταση υστερεί σε σχέση με την επόμενη. Οι ήρωες του Καμπανέλλη είναι και καλοί και κακοί. Η παράσταση μας είχε και καλές και λιγότερο καλές στιγμές. Η επόμενη μας παράσταση θα έχει λιγότερο κακές και περισσότερο καλές στιγμές. Ελπίζουμε, να είμαστε καλά και ν΄ ανταμώνουμε.Σας ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου δώσατε να μιλήσω για το έργο μας. Ευχαριστώ επίσης και εκ μέρους της Μαρίας, της θεατρικής ομάδας και όλου του ΛΕΒ γι΄ αυτή την όμορφη συνέντευξη.

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Γιάννης Οικονομίδης: Ήμουν ο Δάσκαλος."

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *