Ένα σύνορο χωρίς ξεκάθαρη αιτία
Για περισσότερα από εκατό χρόνια, οι Βέλγοι ζουν χωρισμένοι από ένα γλωσσικό σύνορο που διαχωρίζει τη γαλλόφωνη Βαλλονία από την ολλανδόφωνη (ή φλαμανδόφωνη, αν θέλετε) Φλάνδρα. Ωστόσο, όπως σημειώνει ο καθηγητής Μαάρτεν Λαρμουσώ (Maarten Larmuseau) από το Πανεπιστήμιο της Λουβαίνης (KU Leuven), «ακόμη δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς συνέβη στο παρελθόν ή ποια δημογραφικά και πολιτισμικά γεγονότα οδήγησαν στη δημιουργία αυτού του συνόρου».
Η γλωσσική γραμμή δεν εξηγείται από έναν και μόνο κοινωνικό, πολιτικό ή ιστορικό παράγοντα. Για αυτόν τον λόγο, μια ομάδα βέλγων ερευνητών συνδυάζει νέα εργαλεία –όπως η ανάλυση αρχαίου DNA– με την αρχαιολογία και τις ιστορικές πηγές, προσπαθώντας να ανασυνθέσει τη δημογραφική ιστορία που κρύβεται πίσω από ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά μυστήρια.
Η πολιτισμική τομή της Ευρώπης
Το Βέλγιο βρίσκεται ακριβώς στο σημείο συνάντησης των ρομανικών και γερμανικών γλωσσών της Ευρώπης, γεγονός που αντικατοπτρίζεται σήμερα στον διαχωρισμό μεταξύ των δύο κύριων κοινοτήτων της χώρας. Από το 1921, η χώρα χωρίστηκε επίσημα σε δύο μονογλωσσικές περιοχές (Φλάνδρα και Βαλλονία), με τις Βρυξέλλες να αποκτούν δίγλωσσο καθεστώς.
Παρόλο που η διαίρεση αυτή προσπάθησε να θεσμοθετήσει τη γλωσσική πραγματικότητα, οι πολιτικές εντάσεις παραμένουν ζωντανές. Στη Φλάνδρα, τα δύο κόμματα με τη μεγαλύτερη εκλογική επιρροή σήμερα είναι αποσχιστικά, αποδεικνύοντας πως η γλωσσική γραμμή εξακολουθεί να καθορίζει την πολιτική.
Το DNA ως καταγραφή ταυτότητας
Ο Λαρμουσώ και η ομάδα του χρησιμοποιούν την ανάλυση DNA σκελετών από περιοχές της Φλάνδρας για να κατανοήσουν τις μεταναστευτικές ροές και τις συγγένειες πληθυσμών που διαμόρφωσαν το σημερινό τοπίο. Όπως λέει ο ίδιος: «Από την αρχή της ανθρωπότητας, θέτουμε ερωτήματα για το ποιοι είμαστε, από πού ερχόμαστε, ποιοι είναι οι πρόγονοί μας και γιατί μιλάμε τη γλώσσα που μιλάμε. Αυτά είναι υπαρξιακά ερωτήματα.»
Η γενετική, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν μπορεί να απαντήσει σε όλα, αλλά προσφέρει μια διαφορετική ματιά στην ιστορική εμπειρία των κοινωνιών και στον τρόπο που συνδέεται η ταυτότητα με τη γεωγραφία και τη γλώσσα.
Οι τρεις μεγάλες προϊστορικές μεταναστεύσεις
Σύμφωνα με τα γενετικά δεδομένα, ο πληθυσμός του σημερινού Βελγίου διαμορφώθηκε από τρία κύρια μεταναστευτικά κύματα:
-
Οι πρώτοι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες, που ζούσαν στην περιοχή από το 40.000 π.Χ. έως το 7.000 π.Χ.
-
Οι νεολιθικοί αγρότες, των οποίων το DNA παρουσιάζει μεγάλη απόκλιση από εκείνο των προηγούμενων πληθυσμών, υποδεικνύοντας μαζική μετακίνηση πληθυσμού και όχι απλή πολιτισμική εξάπλωση.
-
Οι ομάδες με καταγωγή από την στέπα της Ρωσίας και της Ουκρανίας (Yamnaya), που έφτασαν γύρω στο 2500 π.Χ. και συνέβαλαν σημαντικά στο γενετικό προφίλ της Δυτικής Ευρώπης: «Περίπου το 50% του σημερινού DNA και το 70% των ανδρικών χρωμοσωμάτων προέρχεται από αυτήν τη μετακίνηση,» εξηγεί ο Λαρμουσώ.
Από τους Γαλάτες στους Γερμανούς
Οι ντόπιοι κάτοικοι του Βελγίου ήταν οι Γαλάτες. Ωστόσο, γύρω στην πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, γερμανικά φύλα εγκαταστάθηκαν μαζικά στην περιοχή. Ο Ιούλιος Καίσαρας, στα «Γαλατικά Χρονικά», έγραψε: «Από όλους τους Γαλάτες, οι δυνατότεροι είναι οι Βέλγοι», ενώ τόνιζε πως η συνεχής σύγκρουσή τους με τους Γερμανούς τούς έκανε πιο σκληροτράχηλους.
Εδώ ακριβώς παρεμβαίνει η γενετική: δεν αποτυπώνει μόνο τις ελίτ, όπως κάνουν τα γραπτά τεκμήρια, αλλά μπορεί να δείξει τον βαθμό ανάμειξης μεταξύ των πληθυσμών. Στο πρώτο μεγάλο project αρχαίου DNA από το KU Leuven, η ομάδα ανέλυσε δείγματα από νεκροταφείο του 7ου αιώνα στο Koksijde και εντόπισε την πρώτη γενετική απόδειξη συγγένειας μεταξύ Γαλατών και Γερμανών.
Μητέρα και κόρη που είχαν ταφεί εκεί ανήκαν σε διαφορετικές γενετικές ομάδες: η μητέρα σε γαλατική, ο πατέρας της κόρης σε γερμανική. «Βλέπουμε μια κοινότητα, όχι ένα κλειστό οικογενειακό κύτταρο – μια συγχώνευση δύο πληθυσμιακών ομάδων,» τονίζει ο καθηγητής.
Discover our results of the largest ancient DNA study ever conducted on a single burial site : 400 skeletons from the Belgian city Sint-Truiden (8th–18th century). A unique glimpse into 1000 years of genetic history. (1/9) @CHG_CME @KU_Leuven pic.twitter.com/JCDENZv7Uo
— Maarten Larmuseau (@MHDLarmuseau) May 20, 2025
Η ανάμιξη συνεχίστηκε – αλλά δεν άφησε γλωσσικά ίχνη
Μέχρι τον 8ο αιώνα, η ανάμιξη είχε εδραιωθεί. Σε μελέτη του 2024 που έγινε στο Sint-Truiden, οι ερευνητές βρήκαν πως οι γαλατικές και γερμανικές γραμμές είχαν ήδη ενωθεί γενετικά.
Παρ’ όλα αυτά, το γλωσσικό σύνορο δεν έχει αντίστοιχη γενετική γραμμή. Σήμερα, Βαλλόνοι και Φλαμανδοί είναι γενετικά πολύ κοντά. Η KU Leuven συνέλεξε δείγματα από το Huy στη Βαλλονία, και όπως διαπιστώθηκε, «είναι πολύ παρόμοιοι με τους Φλαμανδούς».
«Δεν βλέπουμε καθαρό γενετικό όριο που να συμπίπτει με το σημερινό γλωσσικό σύνορο. Οι διαφορές έχουν περισσότερο να κάνουν με τη γεωγραφική εγγύτητα,» εξηγεί ο Λαρμουσώ. Έτσι, για παράδειγμα, ένας κάτοικος της Δυτικής Φλάνδρας μοιάζει γενετικά περισσότερο με κάποιον από τη βόρεια Γαλλία παρά με κάποιον από το Λιμβούργο.
Μύθοι, παρανοήσεις και πολιτικές χρήσεις του DNA
Παρά τα ιστορικά δρώμενα, δεν έχουν βρεθεί ίχνη ισπανικού ή σκανδιναβικού DNA, παρότι πολλοί Φλαμανδοί νιώθουν συνδεδεμένοι με τους Βίκινγκ. «Για να αλλάξει η γενετική ταυτότητα μιας περιοχής, δεν αρκεί η παρουσία στρατών, χρειάζεται μαζική εγκατάσταση και αναπαραγωγή,» εξηγεί.
Τέτοιοι μύθοι ενισχύθηκαν με την πάροδο του χρόνου από πολιτικές αφηγήσεις και εθνικές μυθολογίες. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Λαρμουσώ προειδοποιεί κατά της εργαλειοποίησης του DNA, ιδιαίτερα από πολιτικούς. Η γενετική ταυτότητα δεν ταυτίζεται με την πολιτισμική ή εθνική – και αυτό είναι κρίσιμο να διαχωριστεί.
Η γενετική ως καθρέφτης της ταυτότητας – αλλά όχι το απόλυτο κλειδί
«Το DNA είναι ένα αρχείο μέσα στο σώμα μας. Το φέρουμε από τους προγόνους μας, και μέσα του κρύβονται πληροφορίες για την καταγωγή μας,» λέει. Η γενετική μπορεί να ενισχύσει τη συζήτηση για το πώς αντιλαμβανόμαστε τις κοινότητες και τις συγγένειες, αλλά δεν μπορεί να εξηγήσει πλήρως την πολιτισμική πολυπλοκότητα.
Το γλωσσικό σύνορο, όπως συμπεραίνει ο ίδιος, ίσως κρύβεται στις κοινωνικές μετακινήσεις των πρώτων Μεσαιωνικών χρόνων – μια εποχή που στερείται επαρκών ιστορικών τεκμηρίων. Όμως, με τη συνέχιση των ερευνών σε όλη την επικράτεια και κυρίως στη Βαλλονία, ίσως τελικά το αρχαίο DNA δώσει απαντήσεις που το χαρτί και η πένα δεν κατάφεραν ποτέ να αποτυπώσουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Μπορεί το DNA να λύσει το μυστήριο του γλωσσικού συνόρου στο Βέλγιο;"