Λίγες μέρες πριν την παράσταση «Λυσιστράτη» από την θεατρική ομάδα «ΘΕΣΠΙΣ» το Newsville.be και ο Γιάννης Δήμας συνομιλεί με τον σκηνοθέτη και συγγραφέα Αριστείδη Λαυρέντζο.
Το αριστοφανικό κείμενο αποτελεί από μόνο του μία μεγάλη πρόκληση αφού έχει χαρακτηρισθεί ως ανατρεπτικό και αναρχικό. Το θέμα της διαχρονικής αρχαίας κωμωδίας είναι αντιπολεμικό, μιλάει για την ανθρώπινη απελπισία η οποία απορρέει από τα δεινά του πολέμου και παρουσιάστηκε το 411 π.Χ. ενώ ο Πελοποννησιακός Πόλεμος μαινόταν ήδη για είκοσι χρόνια. Η κεντρική ηρωίδα, μια γυναίκα τόσο γενναία όσο και αποφασισμένη, η Λυσιστράτη, αντιμέτωπη με τις ανθρώπινες απώλειες και καταστροφές, αποφασίζει, μαζί με τις υπόλοιπες γυναίκες της πόλης, να κηρύξουν αυστηρότατη σεξουαλική αποχή, με στόχο να βάλουν μυαλό οι οι άνδρες τους και να σταματήσουν τον πόλεμο.
Για ακόμα μία χρονιά η θεατρική ομάδα ΘΕΣΠΙΣ επιλέγει ένα θεατρικό στοίχημα και βάζει όλη της την ποιότητα και τις δυνάμεις της για να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις του θεατρόφιλου κοινού.
Κύριε Λαυρέντζο, αρχικά πείτε μας τι σας οδήγησε στη Λυσιστράτη του Αριστοφάνη, τι στάθηκε αφορμή για να επιλέξετε να παρουσιάσετε τη συγκεκριμένη αρχαία αυτή κωμωδία στο θεατρόφιλο κοινό των Βρυξελλών; Θα μπορούσαμε να πούμε πως η Λυσιστράτη είναι ένα πολιτικό έργο με διδακτικό χαρακτήρα; Θεωρείται πως το κοινό μας στην πόλη των Βρυξελλών, εν έτει 2024, χρειάζεται ένα τέτοιο θεατρικό έργο;
Κατ’ αρχάς, ευχαριστώ, κύριε Δήμα, για την ευκαιρία που μου δίνετε να απευθυνθώ στο θεατρόφιλο κοινό των Βρυξελλών μέσα από τον έγκριτο ιστότοπό σας. Η ενασχόλησή μου με το αρχαίο δράμα άρχισε στην πράξη από το 2004, όταν ανέβασα στο Θερινό Θέατρο της ιδιαίτερής μου πατρίδας – Μηλιανά Άρτας – την υπέροχη κωμωδία του Αριστοφάνη Εκκλησιάζουσες, με τον τίτλο «Οι γυναίκες στη Βουλή». Το απλό κοινό της παράστασης εκείνης, αποτελούμενο αφενός από τους μόνιμους κατοίκους του χωριού μου, αφετέρου από μεγάλο αριθμό παραθεριστών από όλα τα κοινωνικά στρώματα, μου έδειξε τον δρόμο: ο Αριστοφάνης μιλάει ζωντανά στους συγχρόνους μας όπως μιλούσε στους Αθηναίους της εποχής του (5ος έως 4 ος αιώνας π.Χ.). Και τα θέματά του είναι επίσης ζωντανά. Είχαμε χρησιμοποιήσει τότε τη μετάφραση του Κώστα Ταχτσή, με την οποία ανέβασε μεταξύ άλλων τη Λυσιστράτη του, το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’70, ο αείμνηστος και μέγας του θεάτρου και των γραμμάτων μας Σπύρος Ευαγγελάτος. Στη συνέχεια, το 2017, στο ίδιο θέατρο ανέβασα την Ανδρομάχη του Ευριπίδη και οι εντυπώσεις ήταν παρόμοιες.
Απορούσαν οι πιο καλλιεργημένοι από το κοινό, αλλά και οι πιο απλοί άνθρωποι, για τη φρεσκάδα του λόγου των αρχαίων κλασικών. Αυτό μου θυμίζει τη μεγάλη φράση του Πλουτάρχου, στο έργο του για τον Περικλή, όπου παρατηρεί τα εξής για τη μοντερνικότητα των έργων τέχνης του χρυσού αιώνα του Περικλή, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα έργα του Αριστοφάνη: «ούτως επανθεί τις καινότης αεί άθικτον υπό του χρόνου διατηρούσα την όψιν, ώσπερ αειθαλές πνεύμα και ψυχήν αγήρω καταμεμιγμένην των έργων εχόντων.» (Λουλουδίζει πάντα σ’ αυτά κάτι το καινούργιο, έτσι ώστε να διατηρείται η έκφρασή τους άθικτη από τον χρόνο, σαν να τα διατρέχει σφριγηλό και αγέραστο πνεύμα και ψυχή).
Με αυτές τις σκέψεις αποφάσισα να αφιερώσω ενάμιση χρόνο από τη ζωή μου για να μεταφράσω και στη συνέχεια να ανεβάσω, με τη θεατρική μου ομάδα ΘΕΣΠΙΣ Βρυξελλών, το κορυφαίο έργο του Αριστοφάνη, που είναι και ένα από τα πιο κορυφαία όλων των εποχών, τη Λυσιστράτη. Στους καιρούς που ζούμε, υπάρχει κι ένας επιπλέον λόγος: πόλεμος αδυσώπητος και μακρόχρονος στην εποχή του Αριστοφάνη, πόλεμος αδυσώπητος και μακρόχρονος στο σήμερα του πλανήτη μας. Ως αντίδοτο στον αμείλικτο πόλεμο ο Αριστοφάνης πρότεινε τη Λυσιστράτη του, στην οποία, πέρα από το αθυρόστομο της κωμωδίας που έχει κατακριθεί από υπερσυντηρητικούς κύκλους, προέχει όπως τονίζουν κριτικοί από όλον τον κόσμο – και θα αναφέρω μια φράση που πήρα από την εισαγωγή του Κώστα Βάρναλη στη μετάφρασή του (1971): Η Λυσιστράτη του Αριστοφάνη «είναι ένα υπέροχο μάθημα πατριωτισμού και ανθρωπιάς. Είναι θερμό κήρυγμα ειρήνης κι αδέρφωσης μεταξύ των Ελλήνων – και παραπέρα μεταξύ όλων των λαών της γης». Σε αυτές τις πλευρές του έργου επικεντρώνεται η παράστασή μας, χωρίς βεβαίως να αγνοεί καμία από τις κωμικές πλευρές του έργου, που φέρνουν άπειρο γέλιο.
Κοινωνικές ανησυχίες και καλλιτεχνικές επιδιώξεις: χρειάζεται ο σκηνοθέτης να βρει μία χρυσή ισορροπία μεταξύ των δύο, της έκφρασης και της δημιουργίας;
Δεν ήμουν ποτέ υπέρμαχος του συστηματικά στρατευμένο θεάτρου. Όποιος ασχολείται με την τέχνη πρέπει να τη βάζει πάνω απ’ όλα, διότι όπως λέει ένας άλλος σύγχρονος ποιητής, ο John Keats, όταν έχουμε να κάνουμε μ’ έναν μεγάλο ποιητή – και είναι η περίπτωση με τον Αριστοφάνη – η αίσθηση της Ομορφιάς υπερισχύει έναντι οιασδήποτε άλλης θεώρησης – ή μάλλον ακυρώνει οποιαδήποτε άλλη θεώρηση. Άρα η επιδίωξή μας είναι πρώτιστα καλλιτεχνική, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο καλλιτέχνης είναι ξένος προς τα προβλήματα της κοινωνίας και του καιρού του. Ούτε να ξεχνούμε ότι ζούμε σε μια χώρα που γεννήθηκε μέσα σ’ ένα θέατρο: Στις 25 Αυγούστου 1830, για όσους δεν τυχαίνει να το γνωρίζουν ή να το θυμούνται, κατά τη διάρκεια της παράστασης της όπερας «Η Μουγκή του Portici» στο Théâtre de la Monnaie, σε λιμπρέτο του Eugène Scribe, ο ηθοποιός απάγγελλε το τετράστιχο «Αγάπη της πατρίδας ιερή, / δώσε μου υπερηφάνεια και τόλμη. / Στη χώρα μου που οφείλω τη ζωή, / για λευτεριά της θα παλέψω ακόμη.» (μετάφραση δική μας). Τότε οι θεατές ξεσηκώθηκαν, έκαναν το θέατρο άνω κάτω, αφόπλισαν την ένοπλη φρουρά και βγήκαν στους δρόμους να κηρύξουν την ανεξαρτησία του Βελγίου.
Δεν χρειάζεται ο ηθοποιός να γίνει επίμονος κράχτης για τα θέματα του καιρού του. Αβίαστα μέσα από την τέχνη θα φανούν τα προβλήματα και θα πλησιάσει η κάθε κοινωνία προς τη λύση τους.
Ποια απάντηση μπορεί να δώσει στη σύγχρονη εποχή το ερώτημα «Τι θα κάνουμε αν δεν τελειώσει ο πόλεμος;». Ποια είναι η δική σας απάντηση και τελικά μήπως μιλάμε για παραπάνω από έναν «πόλεμο»;
Είναι μια από τις πιο δύσκολες ερωτήσεις σας, διότι πώς θα μπορούσε να εξαρτάται από εμάς το αν και πότε θα τελειώσει ένας πόλεμος πίσω από τον οποίο κρύβονται πανίσχυρες δυνάμεις και πανίσχυρα συμφέροντα; Το ίδιο άλλωστε συνέβαινε και στην εποχή του Αριστοφάνη. Όμως μια προσεκτική ανάγνωση της Λυσιστράτης μάς δίνει μια αρκετά ικανοποιητική απάντηση. Είναι μια σκηνή στην οποία δεν δίδεται πάντοτε η δέουσα σημασία στις παραστάσεις. Πρόκειται για τους στίχους 1014-1071 οι οποίοι αποτελούν το λεγόμενο τρίτο στάσιμο των χορών. Στους στίχους αυτούς επιτυγχάνεται συμφιλίωση γυναικών και ανδρών μέσα στην ίδια την Αθήνα.
Πράγματι, μέχρι το σημείο αυτό, η διαμάχη μεταξύ ανδρών και γυναικών είναι σκληρή και άγρια. Εκεί όμως, με μια πρώτη κίνηση εκ μέρους των γυναικών, τα πράγματα αλλάζουν, και στο τέλος του στασίμου οι Χοροί ενώνονται και παραμένουν ενωμένοι μέχρι το τέλος του έργου. Αν λοιπόν οι «εξωτερικοί πόλεμοι» δεν τελειώσουν, ας σταματήσουμε τουλάχιστον τους «εσωτερικούς πολέμους», τους πολέμους μέσα στην ίδια τη χώρα. Η παρατήρηση αυτή δένει με το επόμενο ερώτημά σας, στο οποίο και έρχομαι αμέσως.
Πως μπορεί η τέχνη να προκαλέσει μια ουσιαστική αντίδραση στην καθημερινή κατανάλωση εικόνων φρίκης που όλοι σιωπηρά ή όχι αποδεχόμαστε, μέσα από τα ΜΜΕ και τα social media;
Από τη δικηγορική μου καριέρα στα 25-30 μου, δίπλα σε έναν από τους μεγαλύτερους ποινικολόγους της Ελλάδας, παρατήρησα κάτι που ισχύει πάγια: ένα βασικό μέλημα των εγκληματιών είναι να γίνουν πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες. Αν τα ΜΜΕ και τα social media τους αφιερώσουν λιγότερο χώρο, φρονώ ότι θα περιοριστεί και η έφεση προς το έγκλημα. Ο χώρος αυτό που θα θα εξοικονομηθεί από τη μείωση της «διαφήμισης των εγκληματιών», ας αφιερωθεί στην τέχνη με όλες της τις μορφές. Έτσι θα συνηθίσει και το κοινό να ζητά «λιγότερο αίμα» στις τηλεοπτικές και ιντερνετικές εικόνες και περιγραφές, και περισσότερη ομορφιά στον λόγο, στη ζωή, στον έρωτα και όχι στον θάνατο. Ήδη η Λυσιστράτη το είχε καταλάβει αυτό: στα είκοσι χρόνια του πολέμου που προηγήθηκαν του ομώνυμου έργου του Αριστοφάνη, οι πολίτες-στρατιώτες είχαν εθιστεί στην «ηδονή του αίματος». Η Λυσιστράτη, με την ερωτική της απεργία, τους καλεί να εστιάσουν στην ηδονή του έρωτα και της ζωής, απειλώντας τους ότι δεν θα την έχουν εάν επιμένουν στο κυνήγι του αίματος που αντιπροσωπεύει ο πόλεμος. Θα μπορούσαν οι άνδρες να αγνοήσουν την απειλή της και να συνεχίσουν αδίστακτα τον πόλεμο; Κατά τη γνώμη μου όχι, διότι η δύναμη της αγάπης και της ειρήνης είναι ισχυρότερη από τη δύναμη του πολέμου και του θανάτου. Είναι, νομίζω, το καίριο μήνυμα που παίρνουμε από τη Λυσιστράτη.
Ποιο ήταν το κύριο μέλημα σας στην σκηνοθετική απόδοση του έργου αυτού; Ποια είναι τα σημεία που χρήζουν προσοχής όταν κάποιος επιλέγει να ανεβάσει Αριστοφανικό έργο; Γνωρίζω πως, όπως κάνετε στην προετοιμασία κάθε θεατρικής παράστασης, έτσι και για τη Λυσιστράτη, έχετε αφιερώσει πολύ χρόνο στην κατανόηση του κειμένου το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως ανατρεπτικό, αναρχικό και άλλα. Ποια ήταν η προσωπική υπεραξία που κερδίσατε από αυτή τη σπουδή; Ποια ήταν η μεθοδολογία προσέγγισης του αρχαίου κείμενου στην προσπάθεια μεταφορά της στην νεοελληνική γλώσσα;
Ένωσα κάποια από τα ερωτήματά σας (χωρίς να τα αλλάξω στο παραμικρό), διότι νομίζω ότι είναι αλληλένδετα. Χωρίς κατανόηση, όσο πιο πλήρη γίνεται, του πρωτότυπου κειμένου – του αρχαίου στην περίπτωσή μας, δεν μπορεί να υπάρξει σωστή σκηνοθεσία. Από τις παραστάσεις που έχω δει της Λυσιστράτης, άλλες μεν προσθέτουν στις αθυροστομίες του Αριστοφάνη άλλες τόσες ή και περισσότερες, με τη σκέψη ότι θα προκαλέσουν ακόμα περισσότερο γέλιο και ότι αυτό θα είναι η καλύτερη επιδίωξη της σκηνοθεσίας‧ άλλες πάλι λογοκρίνουν και τις υπάρχουσες στον Αριστοφάνη αθυροστομίες, με υποτιθέμενο σκοπό να κάνουν το έργο «ηθικότερο». Θεωρώ λανθασμένες και τις δύο αυτές τάσεις. Ο Αριστοφάνης ούτε ανάγκη περισσότερου γέλιου έχει ούτε περισσότερης δήθεν ηθικής, όταν αντιπαραθέτει τον έρωτα με τις γνήσιες λέξεις του στην κτηνωδία του πολέμου.
Αποφάσισα λοιπόν να μεταφράσω, για πρώτη φορά πλήρες αρχαίο έργο, κατευθείαν από το πρωτότυπο. Η εμπειρία μου είναι ανεκτίμητη. Υπάρχει και μια άλλη διάσταση – που είναι και σκηνοθετική – αλλά συχνά αγνοείται: Το έργο του Αριστοφάνη είναι ποιητικό, άρα ποιητική πρέπει να είναι και η απόδοσή του στη νεοελληνική μας γλώσσα. Με ομοιοκαταληξία; Όχι υποχρεωτικά, όμως ναι αν αυτή βγαίνει αβίαστα και ομορφαίνει περισσότερο τον θεατρικό λόγο. Ο ενθουσιασμός των ηθοποιών της παράστασης για το κείμενο επιβεβαίωσαν για μένα την επιλογή μου και έκανα μία περαιτέρω κίνηση: Η μετάφρασή μου εκδόθηκε σε βιβλίο από τις εκδόσεις Παπαζήση, τις οποίες θερμά ευχαριστώ, και θα διατίθεται στους θεατές στην είσοδο του θεάτρου.
Και για να απαντήσω και στο ερώτημά σας ποια ήταν η προσωπική υπεραξία που κέρδισα από αυτή τη σπουδή του αρχαίου κειμένου, είναι ότι, μετά από πολλούς μήνες, μέρες και νύχτες σπουδής, κατόρθωσα να νιώσω την ανάσα του Αριστοφάνη, κάτι που το θεωρώ ανεκτίμητο, και αυτό προσπαθώ να μεταδώσω στους ηθοποιούς και στους θεατές: Ένας ωραίος άνθρωπος που περνάει από το χωνευτήρι της τέχνης τα κύρια προβλήματα του καιρού του, που μας διδάσκει κάνοντάς μας να γελάμε με τα ίδια μας τα ελαττώματα, ένας άνθρωπος γεμάτος χάρη
και χιούμορ, ένας άνθρωπος, τέλος, για τον οποίο ο Πλάτων είπε «Οι Χάριτες, γυρεύοντας ναό γερό, που να μην πέσει, για να καθίσουν μέσα, βρήκαν την ψυχή του Αριστοφάνη.»
Ύστερα λοιπόν από την ερμηνεία του κειμένου και το σχηματισμό του προσωπικού οράματος του σκηνοθέτη για την παράσταση – σύμφωνα με τα παραπάνω, το κυριότερο στη σκηνοθεσία είναι η επιλογή των καλλιτεχνικών συντελεστών και το μοίρασμα μαζί τους αυτού του οράματος. Γι’ αυτά θα μιλήσουμε με αφορμή την επόμενη ερώτησή σας.
Κύριε Λαυρέντζο, πείτε μας δύο λόγια για την επιλογή των ηθοποιών και λοιπών καλλιτεχνικών συντελεστών με τους οποίους θα συνεργαστείτε σε αυτό το θεατρικό εγχείρημα για τις πέντε παραστάσεις που θα απολαύσουμε στα τέλη Μαΐου. Ποιες είναι οι βασικές οδηγίες σας προς αυτούς;
Σε κάθε παράσταση, ξεκινώ από τις «βασικές κολόνες» που θα στηρίξουν το όλο οικοδόμημα. Για κάθε ηθοποιό έχω μια-δυο λέξεις που καθρεφτίζουν τον ρόλο του. Για τη Λυσιστράτη, έχω τη λέξη «ηγέτιδα». Όλα όσα περιέχει η λέξη ηγέτης τα βρήκα στην Άρτεμη Χατζή, με την οποία συνεργάζομαι εδώ και 14 χρόνια. Για τον επόμενο, κατά σειρά εμφάνισης, γυναικείο ρόλο, την Καλονίκη, που εκπροσωπεί τη χαρά της ζωής, βρήκα τη Μαρία Δελάκη που ανταποκρίνεται πλήρως στις απαιτήσεις του ρόλου. Στη συνέχεια, η Ανδριάνα Ασημακοπούλου, ως Μυρρίνη, ενσαρκώνει αφενός μια ερωτική γυναίκα της πρώτης σκηνής του έργου, αφετέρου την ίδια Αθηναία που κάνει να υποφέρει τον άνδρα της Κινησία (Κωνσταντίνος Μανιάτης) με τις αρνήσεις της στο κρεβάτι. Για την πολύ σημαντική Σπαρτιάτισσα Λαμπιτώ, με τη σπαρτιατική της εκγύμναση, βρήκα την ιδανική Μαρία Μερκούρη, που έχει διατελέσει πρωταθλήτρια Ολυμπιακών αγώνων στο Τάε Κβον Ντο. Η Μαρία Μερκούρη, καινούργια στην ομάδα, κάνει και άλλους ρόλους στο έργο, όπως και η Μαρία Δελάκη και άλλες και άλλοι. Τον ρόλο του Αθηναίου Πρόβουλου, ενός από τους δέκα της προσωρινής κυβέρνησης της Αθήνας, τον εμπιστεύτηκα στον εμπειρότατο και πάντα διακεκριμένο Βασίλη Μάγνη.
Χρειαστήκαμε επίσης 7 άνδρες και 7 γυναίκες για τους Χορούς. Στους άνδρες (Γέροντες, λέει το έργο) επικεφαλής έχω βάλει κορυφαίο τον αποδειχθέντα αριστοφανικό Τάσο Φιλιππίδη, και επίσης κορυφαίους τους Γιώργη Καταλαγαριανάκη και Αντώνη Καστρισιανάκη. Μέλη του Χορού τους Κωστή Γεραρή, Χάρη Ξενογιάννη, Βασίλη Πούλο και Κωνσταντίνο Μανιάτη. Στον αντίστοιχο Χορό Γυναικών κορυφαίες η Τίνα Χατζηθωμά, Άρτεμις Μενούνου και Αντιγόνη Γιαννάκη. Μέλη οι Μάρθα Σταμπολίδου, Μαρία Μερκούρη, και οι καινούργιες Ναταλία Καπετανάκη και Άννα Ρωμάνου. Ως προς τους άλλους ρόλους που θα παίξουν κάποιοι από τους παραπάνω, στον Κήρυκα Λακεδαιμονίων ο Βασίλης Πούλος, στον Λάκωνα Πρέσβη ο Γιώργος Μαγκλής, στους Αθηναίους Πρέσβεις οι Κωστής Γεραρής και Αντώνης Καστρισιανάκης. Τους υπόλοιπους – και όλους μαζί – θα τους δείτε επί σκηνής (20 πρόσωπα, 38 ρόλοι).
Ένας από τους βασικότερους καλλιτεχνικούς συντελεστές είναι το καθιερωμένο μέλος της ομάδας μας Τάκης Καλατζής, μουσικός, ο οποίος συνέθεσε τα 18 τραγούδια των Χορών (για να τραγουδήστε ίσως και σεις μαζί μερικά!) και τα δίδαξε στους ηθοποιούς. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο κατάλληλος τρόπος για να αποδοθεί η ατμόσφαιρα του έργου.
Τα σκηνικά κατασκευάζει η Άντα Σωτηροπούλου, η οποία και σχεδίασε τα κοστούμια, και με βάση τα σχέδιά της πήγαμε και επιλέξαμε από την πολύ πλούσια συλλογή του Βεστιαρίου Αθηνών. Ευχαριστούμε τον κ. Τριανταφύλλου για τη μεταφορά στις Βρυξέλλες. Πρόκειται για κοστούμια που παραπέμπουν στην εποχή του Αριστοφάνη, χωρίς όμως και να ξενίζουν. Τα μακιγιάζ θα μας κάνει η Ελένη Καξερή και την ευχαριστούμε θερμά.
Πείτε μας επίσης πως φτάσατε στην απόδοση του κειμένου στους γαλλικούς και αγγλικούς υπέρτιτλους τους οποίους πάντα εντάσσετε στις θεατρικές παραστάσεις της ομάδας ΘΕΣΠΙΣ;
Οι υπέρτιτλοι, πράγματι, είναι βασικό χαρακτηριστικό των αραστάσεων του ΘΕΣΠΙ από το 2009 κάθε χρόνο, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Έχουμε και φέτος διπλούς υπέρτιτλους (γαλλικά, αγγλικά), και με αυτούς η παράσταση γινεται τρίγλωσση: ελληνικά από τους ηθοποιούς και αγγλικά-γαλλικά από την οθόνη, σε συγχρονισμό με τα λόγια των ηθοποιών. Έτσι όχι μόνο οι μη ελληνόγλωσσοι συγγενείς των ηθοποιών μπορούν να τους παρακολουθήσουν και αυτοί άνετα, αλλά και οποιοσδήποτε στο Βέλγιο μπορεί να έρθει στην παράστασή μας και να μην έχει πρόβλημα να την παρακολουθήσει. Δεν χρειάστηκε να μεταφράσω εγώ το κείμενο στα αγγλικά και γαλλικά, διότι υπάρχουν πολλές έγκριτες μεταφράσεις σε αυτές τις δύο γλώσσες. Απλώς έπρεπε να κάνω μια επιλογή από τις παλαιότερες, που έχω και το δικαίωμα να τις χρησιμοποιήσω χωρίς πληρωμή πνευματικών δικαιωμάτων. Τέλος, στα σημεία που οι μεταφράσεις αυτές αποκλίνουν από τη νεοελληνική μετάφραση της παράστασης (τη μετάφρασή μου), έπρεπε να τις εναρμονίσω με αυτή, πράγμα το οποίο έκανα.
Λυσιστράτη του Αριστοφάνη: Από τις πολλές παραστάσεις που μέχρι σήμερα έχουν παιχθεί ποια ή ποιες κρατάτε στη μνήμη σας και γιατί;
Ως πιο «κλασική» κρατώ την παράσταση του Εθνικού Θεάτρου από το 1957 μέχρι το 1980, σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού, με Λυσιστράτη τη Μαίρη Αρώνη. Επίσης την παράσταση του Σπύρου Ευαγγελάτου, στην οποία προαναφέρθηκα, οι δε ηθοποιοί της ήταν όλοι άνδρες, περιλαμβανομένων και αυτών που έπαιζαν τους γυναικείους ρόλους. Λυσιστράτη ο Λευτέρης Βογιατζής. Δεν είμαι αντίθετος στο να παίζουν άνδρες όλους τους ρόλους, είμαι όμως σαφώς αντίθετος στο να παίζει ειδικά και μόνο τον ρόλο της Λυσιστράτης ένας άνδρας – όπως συνέβη με τον Θ. Καρακατσάνη και τον Λ. Λαζόπουλο: κάνοντας μια τέτοια επιλογή είναι σαν να λέμε ότι τους άλλους γυναικείους ρόλους μπορούν να τους παίξουν γυναίκες, αυτόν όμως της πρωταγωνίστριας μόνο ένας καλός ηθοποιός-άνδρας, οπότε καταστρέφουμε όλη τη λογική του έργου που θέλει τη γυναίκα Λυσιστράτη να δαμάζει τους πάντες. Τέλος, εξαιρετική επίσης στην παράσταση του Εθνικού το 2004 η Λύδια Κονιόρδου, σε σκηνοθεσία και απόδοση κειμένου Κώστα Τσιάνου.
ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ :
-ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑΣ MORE, ΕΔΩ
-ΣΤΟΝ ΠΕΡΙΠΛΟΥ (rue Froissart 115, τηλ. 02 2309335)
-ΑΠ΄ ΕΥΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΗΘΟΠΟΙΟΥΣ
ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ, του Αριστοφάνη (411 π.Χ.) από τον θίασο ΘΕΣΠΙΣ.
Αφιερωμένη στην Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας
23-27 Μαΐου 2024
Comédie Royale Claude Volter
Avenue des Frères Legrain 98, 1150 Bruxelles
Περισσότερες πληροφορίες, ΕΔΩ.
Φωτογραφίες: Newsville.be
Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Αριστείδης Λαυρέντζος: "Κατόρθωσα να νιώσω την ανάσα του Αριστοφάνη""