Lettre 147, Μία ιδέα, μια σκέψη και ένα συναίσθημα

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

Editor' s  Letter, Fev 2012

Πράξη 1η : Heysel
Μπαίνοντας μέσα στους τεράστιους εκθεσιακούς χώρους με τα καλογυαλισμένα αμάξια, μία μέρα πριν αρχίσει το πέρασμα των 600.000 επισκεπτών, ένιωσα πολύ όμορφα που θα είχα επιτέλους την ευκαιρία να βγάλω φωτογραφίες ήρεμος, δοκιμάζοντας τη θέση οδήγησης  των πολυτελών μοντέλων χωρίς να κάνω ουρά μισής ώρας. Θα μπορούσα επίσης να συνομιλήσω χωρίς άγχος με τους εμπορικούς αντιπροσώπους εμβαθύνοντας λίγο στα μυστικά της τεχνολογίας και της καινοτομίας μαζεύοντας στις πατροπαράδοτες τσάντες κιλά από προσπέκτους με επιλογές από αμάξια της αρεσκείας μου. Και εδώ ήρθε η μεγάλη, ευχάριστη έκπληξη. Η ιδέα της χρήσης μίας πρωτοεμφανιζόμενης παγκοσμίως ηλεκτρονικής κάρτας με την οποία ο κάθε επισκέπτης μπορούσε σε ειδικά σημεία να κατεβάσει όσα δεδομένα επιθυμούσε για να τα δει με την ησυχία του αργότερα. Η ιδέα αυτή εξοικονόμησε τριάντα τόνους χαρτί στους διοργανωτές και τους εκθέτες ενώ έσωσε τον μέσο επισκέπτη από το τρίωρο κουβάλημα των εκατοντάδων διαφημιστικών σελίδων.
Πράξη 2η : Βρυξέλλες, κοπή Βασιλόπιτας 2012.
Συνηθίζω να ακούω με προσοχή τους λόγους αυτών που αντιπροσωπεύουν συλλογικούς φορείς. Ιδίως όταν είναι σε οργανωμένο περιβάλλον όπου σίγουρα έχουν προετοιμαστεί και έχουν σκεφτεί τι θα πουν, σεβόμενοι το κοινό που έχουν μπροστά τους. Σε αυθόρμητες συζητήσεις ή περιστάσεις θα συμφωνήσω πως υπάρχει ένα μικρό άλλοθι που βεβαίως μικραίνει όσο πιο ισχυρή θεωρείται η προσωπικότητα του ομιλητή.
«Το 2012 θα είναι μία δύσκολη χρονιά για την Ελληνική Κοινότητα». Τα λόγια αυτά εν ώρα πανηγυρικού εορτασμού νέου έτους έπεσαν σαν βόμβα στα αυτιά μου. Στην πιο αισιόδοξη στιγμή ενός νέου ξεκινήματος, μιας νέας προσπάθειας, που θα παρουσιάσει, θεωρητικά έστω, την δυναμική μίας ομάδας Ελλήνων που ζουν και λειτουργούν σε μία από τις πιο ευνοημένες οικονομικά και κοινωνικά πόλεις του κόσμου, η άλογη και άκομψη απαισιοδοξία επικράτησε. Πως και γιατί μπορεί κάποιος να προδικάσει τόσο αρνητικά την έκβαση των προσπαθειών ενός ελληνικού φορέα, στην πόλη των Βρυξελλών, για τους επόμενους έντεκα μήνες παραμένει για εμένα ένα μυστήριο. Μα ακόμα και αν το πιστεύεις, σκέφτομαι, δεν το ξεστομίζεις.
Κάποιος έτρεξε να δικαιολογήσει «Ε, δεν θα πάρουμε λεφτά φέτος από το Ελληνικό κράτος, οπότε..».
Πράξη 3η. Μία χειραψία, ένα συναίσθημα.
Έτρεχα μέσα στη βροχή να προλάβω να είμαι στην ώρα μου. Δύσκολη μέρα, από αυτές που όλα τα θέματα φαντάζουν ότι έχουν μία απλή λύση και τελικά τίποτα δεν πάει καλά. Όταν έφτασα ήταν όλοι ήδη καθισμένοι και η μόνη μικρή ανακούφιση ήταν όταν είδα πίσω από μένα να φτάνει ο Τάσος, μάλλον με την ίδια αγωνία. Η ομιλία και η παρουσίαση του βιβλίου ήταν υποδειγματικές όπως πρόσταζαν οι περιστάσεις και όπως μας έχει συνηθίσει ο Ελληνικός Κύκλος τα προηγούμενα χρόνια. Μέσα στη μία ώρα της παρουσίασης ξετυλίχτηκαν μέσα από τα λόγια των ομιλητών εικόνες πολέμου, σκηνές φυλάκισης, αγωνίας αλλά και θάρρους, καρτερικότητας, ελπίδας. Εικόνες δύναμης ψυχής. Όταν, στο τέλος της ομιλίας έσφιξα το χέρι του Ανδρέα Σαμουήλ, το συναίσθημα ήταν μπερδεμένο και πολύ έντονο. Ντροπή, ενοχή και αμηχανία. Για τα προβλήματα που με κατέτρεχαν πριν μπω στην αίθουσα σε σχέση με τις εμπειρίες και τα βιώματα αυτού του μικροσκοπικού ανθρώπου που με κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα πίσω από τα γυαλιά του.

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Lettre 147, Μία ιδέα, μια σκέψη και ένα συναίσθημα"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *