H Ευτέρπη

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

Που λες. Τώρα τελευταία προσθέτω βάρος μέρα με τη μέρα, καθώς η θλίψη μεγεθύνεται τα πρωινά που επιτηρώ τις κάθετες κι οριζόντιες γραμμές μου στον καθρέφτη. Δε με χωράει το σπίτι πλέον. Τον περασμένο ήλιο έχασα και το σκυλί μου πλάι σ’ ένα αιγαιοπελαγίτικο πιθάρι. Ένας μισότρελος είχε στημένη μια παράγκα στον ορμίσκο.Τι κλαις; μου λέει. Πάρε πεπόνι να γλυκάνεις. Οι σκύλοι πάνε στον Παράδεισο! Πάει, μου φέρνει και το φέρετρο. Ένα άσπρο βότσαλο. Για να τον σαβανώσεις μέσα, και δακρύζει. Συνέπεσε να πνίγεται κι ο ήλιος. Το σπίτι δεν έχει γάβγισμα πλέον να χαϊδέψει. Οι τοίχοι αναζητούνε αγκαλιές και μεγαλώνουν τα δοκάρια. Ο σπιτονοικοκύρης πέρασε την προηγούμενη βδομάδα. Αύξηση! Έχετε επεκτατική απόγνωση, είπε, εδώ μέσα. Δεν έχω, είπα. Έχασα το σκυλί μου! Τότε να μένετε λιγότερο στο σπίτι! Προκαλούνται φθορές με τις ανακατατάξεις στα ντουβάρια! Υπάκουσα. Έχω αρχίσει να κάνω περιπάτους σε κήπους, σε πλατείες, σε αλσύλλια. Πρόσφατα γνώρισα την Ευτέρπη σ’ ένα πάρκο με αλέες, μια μικρή λίμνη και τετράγωνα παρτέρια. Ήταν θλιμμένη και με γνώρισε αμέσως. Ήρθε βαριά, κουτσαίνοντας κοντά μου, κάθισε στο παγκάκι. Θέλω παρέα, με κοίταξε ικετευτικά και σήκωσε το κεφάλι σ’ ένα γεράκι που περνούσε. Πότε πεθαίνεις; ρώτησα. Δεν θα πεθάνω. Έχω πρησμένο το συκώτι, είπε. Θα με φάνε. Πάρε και μια κονσέρβα φουά γκρα να με θυμάσαι. Με φίλησε. Έφυγε παραπατώντας με τα λευκά της πισινά να στάζουν αίμα και να γράφουν Ευτέρπη στα χαλίκια. Στην άκρη του δρόμου κοντοστάθηκε, στράφηκε αργά προς τη μεριά μου. Κοίταξε στους αιθέρες το γεράκι. Δεν έχω κάνει ακόμα διαθήκη, ξεκαρδίστηκε στα γέλια. Πάω να βρω τις άλλες χήνες στην πλατεία.  

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "H Ευτέρπη"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *