Ο γιος των Νιγηριανών μεταναστών που δείχνει μια Ελλάδα ελπίδας

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

«Όταν έχεις μπροστά σου τον Μότσαρτ που κοντεύει να λιώσει από την πείνα, θα του δώσεις βιολί ή ψωμί»;

Αυτή ήταν η πρώτη σκέψη που πέρασε από το μυαλό του προπονητή της παιδικής ομάδας μπάσκετ του Φιλαθλητικού, όταν ένα απόγευμα, κάπου στα Σεπόλια της Αθήνας, είδε να παίζει μπάσκετ ένα ψιλόλιγνο παιδί Αφρικανών. Από τη μια πλευρά ήξερε ότι ήταν παιδί μιας πολυμελούς και πάμφτωχης οικογένειας μεταναστών από τη Νιγηρία, που εκτός από το να πηγαίνει σχολείο, πουλούσε CD στους δρόμους και μικροαντικείμενα σε πάγκους των δρόμων για μια μπουκιά φαγητό. Από την άλλη πλευρά είχε μπροστά του ένα σπουδαίο ταλέντο, με ιδιαίτερα αθλητικά προσόντα, που θα μπορούσε να κάνει μεγάλη καριέρα στο μπάσκετ.

Φυσιολογικά, σε έναν τέτοιο Μότσαρτ, δεν δίνεις βιολί αλλά ψωμί. Ευτυχώς, ο συγκεκριμένος προπονητής του Φιλαθλητικού, σκέφτηκε πιο πολύπλοκα και αποφάσισε να δώσει στον Μότσαρτ που είχε μπροστά του ένα “βιολί” και ταυτόχρονα να βρει μια αξιοπρεπή εργασία για τη μητέρα του, ώστε να έχει και το ψωμί.
Κάπως έτσι, σε ηλικία 12 ετών, ξεκίνησε να παίζει μπάσκετ, ο Γιάννης Αντετοκούνμπο.

Ο προπονητής του δικαιώθηκε, ο παίκτης άρχισε να διακρίνεται στο ελληνικό πρωτάθλημα της ΕΣΚΑ και αργότερα της Α2 κατηγορίας και τον Δεκέμβριο του 2012 μεταγράφηκε στην Ισπανική Σαραγόσα (με έναρξη συμβολαίου από την περίοδο 2013-2014). Έχοντας όμως -δικαίως- ακόμη μεγαλύτερες φιλοδοξίες, ο ταλαντούχος Νιγηριανός με το ελληνικό όνομα, θέλησε να δοκιμάσει την τύχη του και στο NBA, το κορυφαίο επαγγελματικό πρωτάθλημα του κόσμου. Εκεί (πριν από μερικές ημέρες) πέτυχε να επιλεγεί στα δοκιμαστικά και ήδη αποδέχθηκε πρόταση της ομάδας των Milwaukee Bucks για συμβόλαιο 4 ετών με συνολική αμοιβή 7 εκατομμύρια δολάρια. Μια τεράστια επιτυχία που η οικογένειά του πανηγύρισε, κυματίζοντας ελληνικές σημαίες…

Πως όμως, ένα φτωχό παιδί μεταναστών, που μεγαλώνει πουλώντας δισκάκια CD στους δρόμους και μικροαντικείμενα σε πάγκους, φθάνει να αγγίζει την επιτυχία και να γίνεται πολυεκατομμυριούχος σε ηλικία μόλις 18 ετών; Η ιστορία του Γιάννη Αντετοκούνμπο είναι συναρπαστική και σχεδόν κινηματογραφική.

Οι γονείς του Γιάννη, Νιγηριανοί και οι δύο, ταξίδεψαν σε πολλά μέρη του κόσμου, καθώς ο πατέρας ήταν επαγγελματίας ποδοσφαιριστής και μεταγράφονταν σε διάφορες ομάδες του κόσμου. Ήταν η εποχή που η εθνική ομάδα της Νιγηρίας -οι ξακουστοί Σούπερ Αετοί (Super Eagles)- ήταν η κορυφαία ομάδα της Αφρικής και θεωρούνταν μια από τις πιο ταλαντούχες ομάδες του κόσμου. Έτσι έγιναν διάσημοι και οι παίκτες που προέρχονται από τη χώρα, όπως ο γκολτζής Γιεκινί, ο βιρτουόζος Τζέι-Τζέι Οκότσα, ο φαντεζίστα Παπιγιό Κανού, ο σκληροτράχηλος Φαλουβασόλα Αμεόμπι ή ο ιδιόρρυθμος Πάτρικ Ογκουνσότο (ΑΠΟΕΛ-Εργοτέλης) και ο εκπληκτικός Ιεφάνι Ουντέζε (ΠΑΟΚ) που έκαναν καριέρα σε Ελλάδα και Κύπρο αλλά και ο τρικίστα Μάικλ Ολαιτάν που πήγε άγνωστος στη Βέροια και φέτος υπέγραψε συμβόλαιο στον Ολυμπιακό.

Στα ίδια πλαίσια έγινε ποδοσφαιριστής και ο πατέρας του Γιάννη, ο Τσάρλς Αντετοκούνμπο. Δεν είχε όμως ανάλογες ευκαιρίες όπως άλλοι συμπατριώτες του και αφού αγωνίστηκε αρκετά χρόνια σε ομάδες μικρών κατηγοριών σε χώρες της Ευρώπης, δεν μπόρεσε να κάνει καριέρα. Μπόρεσε όμως να ανοίξει ποδοσφαιρικούς δρόμους στον πρωτότοκο γιό του Φράνσις, που έγινε επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, αγωνίστηκε μέχρι και στη Δεύτερη Αγγλίας και σήμερα (27 ετών) ασχολείται με το ποδόσφαιρο στη γενέτειρά του, στο Λάγος της Νιγηρίας.

Η φτώχια, οδήγησε τον Τσάρλς Αντετοκούνμπο και τη γυναίκα του Βερόνικα, στο δρόμο μιας άλλης μετανάστευσης. Της αβάσταχτης ανέχειας και της προσβλητικής ταλαιπωρίας. Κάτω από τέτοιες συνθήκες, αρχές το 1992 “μπήκαν” στην Ελλάδα μέσω Τουρκίας, οι δυό τους και χωρίς το μοναδικό παιδί που μέχρι τότε είχαν. Εγκαταστάθηκαν στα Σεπόλια της Αθήνας και ο Τσάρλς άρχισε να εργάζεται σε χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων ενώ η Βερόνικα βρήκε δουλειά ως οικιακή βοηθός, φροντίζοντας ηλικιωμένους σε  σπίτια. Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου ήλθε στη ζωή και ο δεύτερος γιός τους, τον οποίο μια ελληνίδα, που είχε συμπαθήσει και εκτιμήσει θετικά τους Νιγηριανούς γονείς του, ανέλαβε να τον βαπτίσει ορθόδοξο χριστιανό και να του δώσει το όνομα Αθανάσιος. Το δεύτερο παιδί τους ήλθε δύο χρόνια μετά (το 1994) και βαπτίστηκε επίσης ορθόδοξος, με το όνομα Ιωάννης.

Αυτός είναι ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ελλάδα, πήγε σε ελληνικό σχολείο μεταναστών στα Σεπόλια, έμαθε να μιλά ελληνικά όπως όλα τα ελληνόπουλα και γνώρισε από μικρός τη φτώχεια και τη στέρηση, όπως χιλιάδες ακόμη παιδιά μεταναστών που ζουν στην Ελλάδα αλλά και ελληνόπουλα, των οποίων οι οικογένειες έχουν χτυπηθεί από την οικονομική κρίση.

Τα δύο αδέλφια, ο Θανάσης και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, σύντομα χρειάστηκε να βγουν στους δρόμους για το μεροκάματο, καθώς η οικογένεια δεν τα έβγαζε πέρα. Για να πουλήσουν CD και άλλα προϊόντα, σε πάγκους και σε φανάρια των δρόμων της Αθήνας (“Μερικές φορές το ψυγείο μας ήταν άδειο κι αν δεν πουλούσαμε πράγματα στο δρόμο,
δεν είχαμε χρήματα για να αγοράσουμε ούτε φαγητό” παραδέχθηκε ο Γιάννης σε συνέντευξή του).

Οι γονείς τους ανέχονταν αυτή την κατάσταση, όμως παράλληλα ήθελαν να δώσουν και άλλες ευκαιρίες στα παιδιά τους. Έτσι τα οδήγησαν στον αθλητισμό. Ίσως για τον ίδιο λόγο που οδηγούν τα παιδιά τους στις Ακαδημίες Ποδοσφαίρου του κλαμπ Άντερλεχτ και άλλων ομάδων, εκατοντάδες μετανάστες από την Αφρική και από την Ασία που ζουν στις Βρυξέλλες. Για να ξεφύγουν από κακοτοπιές της ζωής αλλά και για να αναζητήσουν ένα καλύτερο μέλλον, με το ταλέντο τους και τα σωματικά προσόντα τους (έχοντας ως παραδείγματα αστέρες όπως ο μαροκινής καταγωγής Μαρουανέ Φελλαινί, ο κογκολέζικης καταγωγής Βινσέντ Κομπανί, ο ζαϊρινής καταγωγής Ρομελού Λουκακού, ο τουρκικής καταγωγής Οντέρ Τουρασί κ.α.).  

Έτσι ο “μεγάλος” Θανάσης ξεκίνησε να παίζει μπάσκετ στον Φιλαθλητικό. Ο δε “μικρός” Γιάννης άρχισε να παίζει ποδόσφαιρο (το άθλημα του πατέρα και του μεγάλου αδελφού του) στα γήπεδα της Ακαδημίας Πλάτωνος και σε γήπεδα-αλάνες ανάμεσα στον Κολωνό, στα Κάτω Πατήσια και στα Σεπόλια. Όταν όμως άρχισε να ψηλώνει και να ξεπερνά τα 2 μέτρα, πήγε κι αυτός να παίξει μπάσκετ στον Φιλαθλητικό. Εκεί, τα δύο αδέλφια, πήγαιναν προπόνηση για να ξεχνούν την πείνα τους, μοιράζοντας τη ζωή τους ανάμεσα στο σπίτι, στο σχολείο, στο γήπεδο και έβγαιναν πάντα στο δρόμο για το μεροκάματο, πουλώντας CD, ρολόγια, τσάντες και γυαλιά ηλίου.

Όλα αυτά όμως έμοιαζαν με μια ιστορία χωρίς… επώνυμο, διότι τα παιδιά έπαιζαν μπάσκετ, κάνοντας χρήση της άδειας παραμονής ως μετανάστες, χωρίς κανένα άλλο δικαιολογητικό. Μέχρι την ημέρα που ο προπονητής της πρώτης ομάδας του Φιλαθλητικού πρόσεξε ότι ο Γιάννης, με ύψος 2,06 μ., με άνοιγμα χεριών 221 εκατοστά, με άνοιγμα παλάμης 26 εκατοστών και αλτικότητα χορευτή, μπορούσε να γίνει ένα αστέρι των γηπέδων. Με μία προϋπόθεση. Να αντέξει στην πείνα…

Μετά όλα έγιναν όπως περιγράφονται στην αρχή του δημοσιεύματος. Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο άρχισε να παίζει μπάσκετ ημιεπαγγελματικά, βρέθηκε μια καλύτερη εργασία για τους γονείς του και η οικογένεια μετακόμισε στην περιοχή του Ζωγράφου. Οι επιδόσεις του σύντομα τράβηξαν την προσοχή των προπονητών και τον περασμένο Δεκέμβριο, η ισπανική ομάδα της Σαραγόσα τον απέκτησε με μεταγραφή, με τριετές συμβόλαιο που θα ξεκινά τον Αύγουστο του 2013 και αμοιβή 250 χιλιάδες ευρώ το χρόνο (μέχρι τότε έπαιρνε 300 ευρώ το μήνα).

Η εποχή με τα άδεια ψυγεία στο σπίτι και των ποδαρόδρομων για να πουληθούν CD, γυαλιά ηλίου, τσάντες και ρολόγια, έμοιαζε να τελειώνει οριστικά, για τον ίδιο και για όλη την οικογένειά του. Διότι σχεδίαζε να πάρει μαζί του στην Ισπανία, τους γονείς και όλα τα αδέλφια του (τον Θανάση και τους άλλους 2 μικρούς που γεννήθηκαν επίσης στην Ελλάδα, τον 15χρονο Κώστα και τον 11χρονο Αλέξη, καθώς στην οικογένεια πλέον αισθάνεται Έλληνες και βαπτίσθηκαν όλοι Ορθόδοξοι). Πάλι όμως υπήρχε μια δυσκολία. Ο Γιάννης δεν είχε διαβατήριο για να ταξιδέψει (το ίδιο και η οικογένειά του) καθώς εξακολουθούσε να έχει μόνο τα χαρτιά της προσωρινής παραμονής του στην Ελλάδα, ενώ και ως Νιγηριανοί στην καταγωγή, δεν είχαν κανένα αντίστοιχο έγγραφο σε ισχύ. Και τότε ήλθε η… κορύφωση!!!

Οι Ισπανοί προθυμοποιήθηκαν να τακτοποιήσουν αμέσως το θέμα του διαβατηρίου, προτείνοντάς του, να λάβει την ισπανική υπηκοότητα, κάτι που θα του έδινε το δικαίωμα να αγωνιστεί και στην εθνική ομάδα μπάσκετ της Ισπανίας. Για τον ίδιο λόγο επικοινώνησαν μαζί του από την πρεσβεία της Νιγηρίας, πιέζοντας για να εκδώσουν αμέσως το νιγηριανό διαβατήριό του.

Ε… μετά κι από αυτά, οι αρμόδιες ελληνικές αρχές, προχώρησαν αμέσως στην πολιτογράφηση του Γιάννη Αντετοκούνμπο ως Έλληνα, έβγαλαν ελληνικά διαβατήρια για τον ίδιο και για την οικογένειά του και τον κάλεσαν αμέσως στην εθνική μπάσκετ εφήβων της Ελλάδας. Πρόσκληση που αμέσως αποδέχθηκε ο 18χρονος, διότι αυτό ήθελαν πάντα να είναι, όλοι στην οικογένειά του. Έλληνες πολίτες.

Κι αυτός είναι ο λόγος, που αμέσως μόλις ανακοινώθηκε ότι επιλέχθηκε να παίξει στο μεγαλύτερο πρωτάθλημα μπάσκετ του κόσμου, το ΝΒΑ, οι δικοί του πανηγύρισαν ανεμίζοντας την ελληνική σημαία. Δεν σήκωσαν ούτε τη σημαία της Νιγηρίας, ούτε διάλεξαν να πάνε στην Αμερική έχοντας ισπανικά διαβατήρια. Το έκαναν αυθόρμητα, το έκαναν χωρίς συμφέρον. Το έκαναν διότι αυτό έλεγε η ψυχή τους. Το έκαναν διότι επιτέλους, μπορούσαν να φωνάξουν ότι είναι έλληνες. Και είναι έλληνες.

Όπως μπορούν να είναι έλληνες, όλα τα παιδιά των μεταναστών που γεννιούνται και μεγαλώνουν στην Ελλάδα, εφ' όσον το επιθυμούν και θέλουν να ενταχθούν στους κανόνες της ελληνικής Πολιτείας και της ελληνικής κοινωνίας. Όπως το ήθελε και το επιθυμούσε εξαρχής η οικογένεια Αντετοκούνμπο. Από τα χρόνια της μεγάλης φτώχειας, μέχρι τώρα που μπορεί να βλέπει τη ζωή πιο αισιόδοξα. Όπως το θέλουν (και με τον ίδιο τρόπο το δικαιούνται) και άλλα παιδιά μεταναστών, αλλά δεν έχουν την τύχη να είναι “αστέρες”, γι αυτό μάλλον θα αντιμετωπιστούν διαφορετικά από την ελληνική Πολιτεία. Είναι αυτό δίκαιο;

Άραγε ο ίδιος ο Γιάννης, τώρα που μπορεί να ακουστεί η φωνή του, θα στρέψει το βλέμμα του σε όλα αυτά τα παιδιά των μεταναστών, που βρίσκονται εκεί που ήταν κι αυτός κάποτε; Θα ζητήσει να ασχοληθεί κάποιος και με αυτά; Κομμάτι δύσκολο το βλέπω. Ίσως και φυσιολογικό, διότι τα όνειρα σαν αυτό που ζει, δεν αφήνουν περιθώρια για άλλες σκέψεις, πέρα από την αναμονή, να τα κάνεις πραγματικότητα.

Κι ο Γιάννης Αντετοκούνμπο σύντομα θα κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Θα κάνει “μπολ” στον Κόμπε Μπράιαν, “τσεκ” στον Κέβιν Ντουράν και “σουίτς” μπροστά στον Λεμπρόν Τζέιμς. Θα βγαίνει “ποστ απ” στην άμυνα των Lakers και θα ηγείται σε ένα “φλάς” κόντρα στους Celtics. Αλλά θα κάνει πραγματικότητα και ένα άλλο όνειρο που είχε από μικρός. Να πασάρει σαν τον Θοδωρή Παπαλουκά, να κάνει “ντράιβ” σαν τον Βασίλη Σπανούλη, να παίζει άμυνα σαν τον Δημήτρη Διαμαντίδη, να έχει τη σταθερότητα του Κώστα Τσαρτσαρή και τις κινήσεις του Λάζαρου Παπαδόπουλου. Όλα όσα ονειρεύονταν σαν παιδί, όταν ξεκίνησε να παίζει μπάσκετ, έχοντας ως ήρωες τους Έλληνες διεθνείς μπασκετμπολίστες της εποχής του.

Σύντομα όμως ο Γιάννης θα κάνει κάτι ακόμη. Θα κάνει τους Έλληνες να πανηγυρίζουν και να αισθάνονται περήφανοι γι αυτόν. Ως σταρ του ΝΒΑ, όπου πλέον θα αναφέρεται σαν “ο Έλληνας που κέρδισε την μεγαλύτερη διάκριση στα δοκιμαστικά (draft)” και όταν ως μέλος της ομάδας, στην οποία κάποτε αγωνίζονταν ο Γκάλης, ο Γιαννάκης και τα άλλα παιδιά, θα σηκώνει ψηλά τη γαλανόλευκη, πανηγυρίζοντας για τις νέες εθνικές διακρίσεις.

Και ναι ρε… μαζί με τον άλλο “έγχρωμο” της εθνικής μας, τον παικταρά Σοφοκλή Σχορτσιανίτη, θα κάνουν τα 2/3 της ομάδας μας, να είναι “μαύρα”. Θα είναι όμως ένα “μαύρο” διαφορετικό (σε σχέση με αυτό που γέμισε πρόσφατα οθόνες), διότι θα είναι χρώμα ελπίδας. Για μια νέα Ελλάδα, για τους έλληνες μιας νέας εποχής.

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Ο γιος των Νιγηριανών μεταναστών που δείχνει μια Ελλάδα ελπίδας"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *