Με μεγάλη χαρά, σήμερα, φιλοξενούμε και συνομιλούμε με τον Γιώργο Κουβίδη, συγγραφέα του βιβλίου ELEUSIS: THE INNER CIRCLE. Η συνέντευξη με τον Γιώργο Κουβίδη πήρε με ευκολία το χαρακτήρα ενός ειλικρινή διαλόγου, επίκαιρου όσο ποτέ, ουσίας, αλλά και έντονου εσωτερικού ενδιαφέροντος.
Υπάρχουν λοιπόν βιβλία που διαβάζονται και υπάρχουν βιβλία που «σε θυμούνται». Το ELEUSIS: THE INNER CIRCLE του Γιώργου Κουβίδη ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Με γλώσσα καθαρή, ρυθμική και στοχαστική, ο συγγραφέας επιχειρεί μια τολμηρή ανασύνδεση ανάμεσα στην έρευνα, τη μνήμη και τη μυσταγωγία, μετατρέποντας την Ελευσίνα από τόπο της αρχαιότητας σε ζωντανό σύμβολο εσωτερικής αφύπνισης. Το έργο του δεν είναι απλώς ένα μυθιστόρημα, είναι μια υπενθύμιση της ανάγκης να επαναπροσδιορίσουμε τι σημαίνει ελληνισμός και πολιτισμός σήμερα — όχι ως ένδοξο κατάλοιπο, αλλά ως ζώσα στάση ψυχής, ως πράξη μνήμης και δημιουργίας.
Σε μια εποχή που ο ορθολογισμός συνθλίβει τη σιωπή και η ύλη επισκιάζει το πνεύμα, ο λόγος του Γιώργου Κουβίδη μάς καλεί να στραφούμε ξανά προς τα μέσα, να αναζητήσουμε την προσωπική μας Ελευσίνα, τον τόπο όπου η γνώση συναντά τη συγκίνηση και η λήθη μετατρέπεται σε φως. Το ELEUSIS: THE INNER CIRCLE δεν απευθύνεται μόνο στους φίλους της λογοτεχνίας ή της φιλοσοφίας, αλλά σε κάθε άνθρωπο που αισθάνεται πως κάτι μέσα του θυμάται ακόμη.
Με βαθιά εκτίμηση στο έργο και το ήθος του συγγραφέα, του ευχόμαστε ολόψυχα καλή συνέχεια στη συγγραφική του πορεία — και με ειλικρινή προσμονή, να δούμε σύντομα το ELEUSIS: THE INNER CIRCLE να κυκλοφορεί και στα ελληνικά, εκεί όπου η Σπείρα του λόγου και της μνήμης μπορεί να επιστρέψει στον φυσικό της τόπο.
Κύριε Κουβίδη, το βιβλίο σας κινείται ανάμεσα στην έρευνα, τη μυθοπλασία και τη μνήμη. Ποιο ήταν το αρχικό ερέθισμα που σας έκανε να μετατρέψετε την Ελευσίνα από ιστορικό τόπο σε ζωντανό μυθιστορηματικό σύμβολο;
Ξεκίνησε, μάλλον, από τη σιωπή γύρω από την Ελευσίνα. Όσο περισσότερο ερευνά κανείς τα Μυστήρια, τόσο συνειδητοποιεί πως το πιο συναρπαστικό στοιχείο τους δεν είναι όσα γνωρίζουμε, αλλά όσα έχουν σβηστεί από τη μνήμη.
Αρκεί να θυμηθούμε τη φράση του Κικέρωνα: «Η Αθήνα δεν χάρισε ποτέ στον κόσμο τίποτε πιο υψηλό και θεϊκό από τα Ελευσίνια Μυστήρια.» Με αυτή τη φράση, ο Κικέρων εκφράζει τον βαθύ του σεβασμό προς την πνευματικότητα και τη μυστικιστική διάσταση των Μυστηρίων. Η Αθήνα, λίκνο της φιλοσοφίας, της τέχνης και της δημοκρατίας, πρόσφερε αναρίθμητα αγαθά στον κόσμο· όμως, κατά τον Κικέρωνα, τίποτε δεν ξεπερνούσε την πνευματική ανύψωση και τη θεϊκή εμπειρία που πρόσφεραν τα Μυστήρια της Ελευσίνας.
Η σιωπή δεν είναι πάντα έλλειψη· μπορεί να είναι φόβος, ή ίσως μηχανισμός προστασίας. Εκεί ένιωσα πως μια από τις μακροβιότερες τελετουργικές παραδόσεις του ανθρώπινου πολιτισμού δεν μπορεί απλώς να έχει χαθεί. Τα Μυστήρια διήρκεσαν σχεδόν δύο χιλιετίες, από τα μυκηναϊκά χρόνια ως το 396 μ.Χ., όταν ο Αλάριχος και οι Γότθοι κατέστρεψαν το Τελεστήριο της Ελευσίνας και θανάτωσαν το ιερατείο.
Ήθελα, λοιπόν, να γράψω ένα βιβλίο όπου η Ελευσίνα δεν θα είναι μόνο ιστορικός τόπος, αλλά ένας ζωντανός οργανισμός που θυμάται· ένας τόπος που συνεχίζει να δρα, να επηρεάζει, να «καλεί» όσους πλησιάζουν πολύ κοντά. Μέσα από τη μυθοπλασία προσπάθησα να αγγίξω αυτό που η έρευνα δεν μπορεί να ονομάσει: την αίσθηση ότι οι Μυστικοί Τόποι δεν ανήκουν στο παρελθόν, αλλά βρίσκονται μέσα μας.
Θα έλεγα, τέλος, πως μερικά βιβλία γράφονται από εμάς, ενώ κάποια άλλα γράφονται μέσα από εμάς. Το ELEUSIS – The Inner Circle ανήκει σίγουρα στη δεύτερη κατηγορία.
Μία ερώτηση που σίγουρα περιμένατε, ιδίως αν αναλογιστούμε πως η ελληνική γλώσσα υπήρξε προαπαιτούμενο για τη συμμετοχή στα Ελευσίνια Μυστήρια: γιατί επιλέξατε η συγγραφή του βιβλίου να γίνει στα αγγλικά;
Ναι, είναι πράγματι μια ερώτηση που την περίμενα και την κουβαλούσα κι εγώ μέσα μου όσο έγραφα το βιβλίο.
Η ελληνική γλώσσα είναι ο τόπος της ψυχής μου· μέσα της ανασαίνω, σκέφτομαι, υπάρχω. Κι όμως, όταν άρχισε να διαμορφώνεται το βιβλίο, ένιωσα πως η ιστορία αυτή ζητούσε να ταξιδέψει πιο πέρα, να συνομιλήσει με έναν κόσμο ευρύτερο από τα όρια μιας γλώσσας ή ενός έθνους.
Τα αγγλικά ήρθαν τότε όχι ως παραχώρηση, αλλά ως γέφυρα — ένας τρόπος να μεταφέρω το ελληνικό βίωμα σε ένα παγκόσμιο κοινό. Γιατί τα θέματα του βιβλίου· η συνέχεια, η μνήμη, η πνευματική αφύπνιση είναι οικουμενικά, ανήκουν σε όλους τους ανθρώπους. Και, βαθιά μέσα μου, πιστεύω πως ο ελληνισμός είναι συνώνυμος του κοσμοπολιτισμού: δεν είναι ένα στενό πολιτισμικό όριο, αλλά μια στάση απέναντι στον κόσμο μια αγκαλιά προς το καθολικό, το ανθρώπινο, το φωτεινό.
Η απευθείας συγγραφή στην αγγλική γλώσσα μου δίνει τη δυνατότητα να φτάσει το βιβλίο σε αναγνώστες από διαφορετικούς τόπους και πολιτισμούς, με μεγαλύτερη ακρίβεια.
Από την άλλη, δεν παύει να είναι μια ελληνική ιστορία, γραμμένη με ελληνική ψυχή. Είναι σαν να ενισχύεις με τεχνικά μέσα μια φωνή, για να ακουστεί πιο δυνατά χωρίς να χάνει το ηχόχρωμά της. Η απόφαση να γράψω στα αγγλικά δεν ήταν αντίφαση, αλλά συνέχεια. Δεν επιδιώκω να απομακρυνθώ από την ελληνικότητα — επιδιώκω να την επεκτείνω.
Σε μια περίοδο απόλυτου προσανατολισμού στην ύλη και στην ορθολογιστική, μικρόψυχη λογική, το ELEUSIS – THE INNER CIRCLE είναι, όπως γράφετε, «όχι φυγή από την πραγματικότητα αλλά πράξη επανασύνδεσης». Τι σημαίνει για εσάς προσωπικά αυτή η επανένωση;
Η επανένωση, για μένα, δεν είναι μια μυστικιστική έννοια· είναι μια πράξη επιστροφής στο κέντρο, εκεί όπου η ύλη και το πνεύμα παύουν να είναι αντίπαλοι. Ζούμε σε μια εποχή που μας έχει μάθει να περιχαρακώνουμε, να αναλύουμε, να ελέγχουμε — να επιμένουμε σε μια ψευδαίσθηση σταθερότητας. Κι όμως, κάθε φορά που απομακρυνόμαστε από το άγνωστο, χάνουμε ένα κομμάτι της ψυχής μας.
Το ELEUSIS – The Inner Circle δεν είναι φυγή από την πραγματικότητα, αλλά προσπάθεια να τη δεις ολόκληρη. Η επανένωση σημαίνει να θυμηθούμε ότι η γνώση δεν είναι μόνο διανοητική, αλλά και βιωματική, συναισθηματική, σωματική· ότι ο άνθρωπος δεν είναι θεατής, αλλά μέτοχος του κόσμου.
Για μένα, αυτή η επιστροφή είναι μια μορφή λύτρωσης, μια υπενθύμιση πως ακόμη και μέσα στην πιο καθημερινή ύλη, στη γη, στο σώμα, στη μνήμη, ανασαίνει κάτι ιερό. Δεν αρκεί να αναλύουμε τον κόσμο· χρειάζεται να μάθουμε ξανά να υπάρχουμε μέσα του, με επίγνωση, ευαισθησία και ευγνωμοσύνη.
Η επανένωση αυτή προϋποθέτει την αποδοχή του διονυσιακού στοιχείου της ύπαρξης: την έκσταση, το πάθος, τη φθορά, τη διάλυση του εγώ και την ένωση με το Όλον.
Πώς ισορροπείτε ως συγγραφέας ανάμεσα στο μυστήριο και την αποκάλυψη, δεδομένου ότι η σκηνοθετική βάση του βιβλίου σας λειτουργεί με μια αμφίθυμη ισορροπία ανάμεσα στο να κρύβει και να αποκαλύπτει;
Αυτή είναι ίσως η πιο λεπτή ισορροπία που χρειάστηκε να κρατήσω. Το μυστήριο, από τη φύση του, δεν επιτρέπει την πλήρη αποκάλυψη· ζει από τη σκιά του. Από την άλλη, η λογοτεχνία έχει ανάγκη το φως, γιατί μόνο μέσα από την αποκάλυψη ο αναγνώστης μπορεί να συγκινηθεί και να μεταμορφωθεί.
Στο ELEUSIS – The Inner Circle προσπάθησα να γράψω όπως λειτουργούν τα ίδια τα Μυστήρια: να δείχνω χωρίς να εξηγώ, να φωτίζω χωρίς να απογυμνώνω. Ήθελα ο αναγνώστης να βιώσει κάτι —όχι απλώς να το μάθει. Όπως και στην αρχαία τελετή, η ουσία δεν ήταν στην πληροφόρηση, αλλά στην εμπειρία.
Πιστεύω πως η συγγραφή, χρειάζεται ένα μέτρο σιωπής. Κάτι πρέπει πάντα να μένει ανείπωτο, όχι για να κρατήσει την απόσταση, αλλά για να αφήσει χώρο στον αναγνώστη να το ανακαλύψει μόνος του. Εκεί, ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, βρίσκεται για μένα η αλήθεια της αφήγησης.
Η ηρωίδα σας, η Δρ. Ellie Harrington, ξεκινά από την Οξφόρδη και καταλήγει στην Ελευσίνα. Πόσο συνειδητά χτίσατε αυτή τη διαδρομή ως πορεία μύησης — από τον ορθό λόγο προς την ενσώματη γνώση;
Ναι, η διαδρομή της Ellie δεν είναι τυχαία. Από την αρχή ήθελα να χαράξω μια πορεία μύησης που ξεκινά από τον κόσμο του ορθού λόγου την Οξφόρδη, το κατεξοχήν σύμβολο της επιστημονικής σκέψης και καταλήγει στην Ελευσίνα, εκεί όπου η γνώση δεν μεταδίδεται με λέξεις, αλλά με εμπειρία.
Η Ellie ξεκινά ως επιστήμονας, με την ψευδαίσθηση ότι ο κόσμος μπορεί να εξηγηθεί πλήρως. Όσο όμως πλησιάζει την Ελευσίνα, αναγκάζεται να αφήσει πίσω τη λογική της ασφάλεια και να περάσει στο άγνωστο της ενσώματης εμπειρίας. Είναι μια μετατόπιση από το “γνωρίζω” στο “βιώνω”.
Για μένα, αυτή η πορεία συμβολίζει κάτι βαθύτερο: τη συμφιλίωση ανάμεσα στην επιστήμη και το μυστήριο, ανάμεσα στην ανάλυση και στη βίωση. Η μύηση δεν είναι φυγή από τον λόγο, αλλά επέκτασή του. Η Ellie στην πραγματικότητα, δεν εγκαταλείπει τη γνώση· την ολοκληρώνει, μαθαίνοντας να σκέφτεται και με το σώμα, και με τη σιωπή.
Ο Δρ. Andreas Leontis μιλά για τα Μυστήρια όχι ως τελετουργία, αλλά ως τεχνολογία συνείδησης. Τι σημαίνει αυτό για εσάς ως ιδέα; Είναι η μνήμη κάτι που «τεχνικά» μπορούμε να ανακαλέσουμε;
Η φράση «τεχνολογία συνείδησης» με γοητεύει, γιατί μεταφέρει τη Μύηση από το πεδίο του μεταφυσικού στο πεδίο του βιωματικού. Δεν τη βλέπω με τον ψυχρό όρο της μηχανικής, αλλά ως έναν εσωτερικό μηχανισμό αφύπνισης, ένα σύνολο τρόπων με τους οποίους ο άνθρωπος μπορεί να επεκτείνει την αντίληψή του και να εισχωρήσει βαθύτερα μέσα στην εμπειρία της ύπαρξης.
Αν τα Μυστήρια υπήρξαν κάποτε τελετουργία, ίσως στην ουσία τους να ήταν εργαλεία μετάβασης, μια αρχαία μορφή «τεχνολογίας» που άνοιγε την πύλη ανάμεσα στο ορατό και το αόρατο.
Για μένα, η μνήμη εδώ δεν είναι απλώς ανάκληση πληροφοριών· υπερβαίνει τη λογική και αγγίζει το αρχέγονο. Δεν την «ανακαλούμε» τεχνικά, όπως ένα δεδομένο· την αναγνωρίζουμε, όταν φτάνουμε σε μια κατάσταση εσωτερικής διαύγειας. Είναι σαν να αφαιρούνται σταδιακά τα στρώματα της λήθης και να αναδύεται κάτι που υπήρχε πάντα· μια γνώση έμφυτη, σιωπηλή, αιώνια.
Ο Δρ. Leontis, μιλώντας για τεχνολογία συνείδησης, αγγίζει ακριβώς αυτή την ιδέα. Η «τεχνολογία» εδώ είναι η ίδια η συνείδηση· το αρχέγονο εργαλείο που κουβαλά ο άνθρωπος μέσα του και το μόνο που μπορεί, όταν αφυπνιστεί, να τον μεταμορφώσει εκ των έσω.
Κεντρικό στοιχείο και ρόλο στη ροή του βιβλίου, στη μυθοπλασία, στους ήρωες αλλά και στην αλήθεια που εισπράττει ο αναγνώστης, αποτελεί η Συνέχεια — «το αδιάσπαστο νήμα της αλήθειας, της μνήμης και της πνευματικής ευθυγράμμισης που μεταφέρεται μέσα στους αιώνες». Με ποιον τρόπο μπορεί αυτή η έννοια να λειτουργήσει σήμερα παραγωγικά, πρωτίστως για εμάς τους Έλληνες;
Για μένα, η Συνέχεια είναι κάτι πολύ βαθύτερο από μια ιστορική αλυσίδα γεγονότων. Είναι μια δόνηση που συντονίζει, ένα νήμα που ενώνει τις ψυχές των ανθρώπων μέσα στον χρόνο. Δεν πρόκειται για μια παγωμένη παράδοση, αλλά για μια ενεργή μνήμη, που μεταφέρεται μέσα μας, σχεδόν ασυνείδητα μέσα από τη γλώσσα, τους μύθους, τα σύμβολα, τον τρόπο που σκεφτόμαστε και αγαπάμε.
Σήμερα, ειδικά για εμάς τους Έλληνες, αυτή η έννοια μπορεί να γίνει βαθιά δημιουργική, αν πάψουμε να αντιλαμβανόμαστε την κληρονομιά μας ως μουσειακό έκθεμα που δεν μας αφορά ή ως απλή επίκληση εθνικής υπερηφάνειας. Οφείλουμε να τη δούμε ως ζωντανό εργαλείο εξέλιξης ως πηγή έμπνευσης και ευθύνης, από όπου μπορούμε να αντλήσουμε μέτρο, ήθος και προσανατολισμό για το παρόν μας.
Γιατί η Συνέχεια είναι, τελικά, η ικανότητα να θυμάσαι χωρίς να επαναλαμβάνεις· να παίρνεις το φως από το παρελθόν και να το χρησιμοποιείς για να φωτίσεις το παρόν.
Τα Ελευσίνια Μυστήρια υπόσχονταν στους μύστες «μια διαφορετική σχέση με τον θάνατο». Πιστεύετε ότι οι σύγχρονοι άνθρωποι έχουν χάσει την επαφή με αυτό το είδος διαλόγου και ιερής εμπειρίας;
Ναι, πιστεύω πως έχουμε χάσει σε μεγάλο βαθμό αυτή τη σχέση. Ο σύγχρονος άνθρωπος ζει μέσα σε μια συνθήκη λήθης του ιερού, και μαζί της έχει χάσει και τη δυνατότητα να συνομιλεί με τον θάνατο χωρίς φόβο. Στην αρχαιότητα, μέσα από τα Ελευσίνια Μυστήρια, ο θάνατος δεν παρουσιαζόταν ως τέλος αλλά ως μετάβαση· μια εμπειρία αναγέννησης, όχι αφανισμού.
Σήμερα, προσπαθούμε να τον αποσιωπήσουμε, να τον απομακρύνουμε από τη ζωή μας και έτσι χάνουμε την αίσθηση της πληρότητας. Γιατί, χωρίς τη σκιά του θανάτου, η ζωή μένει επίπεδη. Ο διάλογος με το άγνωστο, είτε το ονομάσουμε θάνατο είτε μεταμόρφωση, είναι στην πραγματικότητα διάλογος με τη συνείδηση· η στιγμή που θυμόμαστε πως είμαστε κάτι περισσότερο από σώμα.
Ίσως αυτό ακριβώς να είναι το πιο επίκαιρο μήνυμα της Ελευσίνας σήμερα: ότι δεν χρειαζόμαστε φυγή από τη θνητότητα, αλλά επανένωση μαζί της· να τη δούμε όχι ως απειλή, αλλά ως υπενθύμιση ότι η ζωή αποκτά νόημα μόνο όταν τη ζούμε με επίγνωση του τέλους της. Να ζεις όχι χωρίς τον θάνατο, αλλά παρά την ύπαρξή του.
Το βιβλίο υπονοεί ότι τα Μυστήρια δεν χάθηκαν ποτέ — απλώς κρύφτηκαν. Πιστεύετε πως ο σύγχρονος κόσμος μπορεί να δεχτεί ξανά ένα είδος «μύησης»; Και πώς θα μπορούσε να μοιάζει αυτή σήμερα;
Για μένα, τα Μυστήρια δεν χάθηκαν ποτέ· απλώς κρύφτηκαν μέσα μας. Δεν κατοικούν πια σε ναούς ή σε τελετουργίες, αλλά στις σιωπές, στις ρωγμές της καθημερινότητας, στις στιγμές όπου κάτι μέσα μας θυμάται ποιοι είμαστε.
Η μύηση σήμερα δεν θα ήταν μια μυστική τελετή, αλλά μια πράξη εσωτερικής αφύπνισης, ένα βλέμμα που στρέφεται προς τα μέσα, μια στιγμή αλήθειας όπου ο άνθρωπος συναντά το φως και το σκοτάδι του χωρίς φόβο.
Στην αρχαιότητα, η μύηση στην Ελευσίνα ήταν μια ελεγχόμενη κάθοδος στο σκοτάδι· οι μύστες περνούσαν από τον φόβο του αγνώστου στη χαρά της αποκάλυψης. Η αληθινή μύηση, όμως, δεν υπήρξε ποτέ πράξη εξουσίας ή γνώσης, αλλά μια εσωτερική μετακίνηση· η στιγμή που ο άνθρωπος αντικρίζει τον εαυτό του χωρίς τα προσωπεία του. Σήμερα, αυτή η κάθοδος μπορεί να σημαίνει την επιστροφή στον αληθινό μας εαυτό, τη στιγμή που παύουμε να κινούμαστε μηχανικά και αρχίζουμε να ζούμε συνειδητά.
Ζούμε σε έναν κόσμο υπερκορεσμένο από πληροφορία αλλά φτωχό σε νόημα. Ίσως, λοιπόν, η νέα Μύηση να είναι η επανάκτηση του νοήματος, όχι μέσα από δόγμα, αλλά μέσα από την ειλικρίνεια της εμπειρίας· την αναγνώριση της σιωπής μέσα στον θόρυβο, την ικανότητα να στρεφόμαστε προς τα μέσα, να αντέχουμε την αβεβαιότητα, να βλέπουμε το ιερό μέσα στο καθημερινό.
Ο σύγχρονος κόσμος, παρά τον κυνισμό του, διψά για αυτή τη μύηση· για εμπειρίες που να τον επανασυνδέουν με το αυθεντικό, με ό,τι παραμένει αληθινό πέρα από το προφανές. Νιώθω πως τα Μυστήρια ζουν ακόμη ανάμεσά μας· απλώς μιλούν πιο χαμηλόφωνα. Και όποιος σωπάσει πραγματικά, μπορεί ίσως να τα ακούσει ξανά.
Γρήγορες Ερωτήσεις στον Γιώργο Κουβίδη
Η σιωπή για εσάς είναι άνεση ή εργαλείο;
Εργαλείο· μέσα της ωριμάζουν οι λέξεις πριν ειπωθούν.
Ποιο συναίσθημα σας οδηγεί πιο συχνά στη συγγραφή;
Η Αγάπη
Μύηση ή Μνήμη;
Μνήμη· γιατί μέσα της βρίσκεται ήδη η Μύηση.
Αν δεν ήσασταν συγγραφέας, τι θα ήσασταν;
Δεν νιώθω συγγραφέας· ίσως μεσολαβητής ανάμεσα στη σιωπή και στις λέξεις.
Στο φως ή στο σκοτάδι παρουσιάζεται περισσότερη αλήθεια;
Στο ημίφως· εκεί που το ένα συναντά το άλλο.
Ένα βιβλίο που σας «ξύπνησε»;
Η Γέννηση της Τραγωδίας, του Νίτσε.
Αν η Ελευσίνα ήταν χρώμα, ποιο θα ήταν;
Το φως της αυγής· η στιγμή της αναγέννησης.
Μια λέξη που συνοψίζει το συγγραφικό μέλλον για εσάς;
Συνέχεια.
Μία συμβουλή που θα δίνατε στον Γιώργο, είκοσι χρόνια πριν;
Να είσαι παρών· το ταξίδι ξέρει τον δρόμο καλύτερα από εσένα.
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο Γιώργος Κουβίδης ζει στο σταυροδρόμι της επιχειρηματικότητας και της εσωτερικής αναζήτησης. Με επαγγελματικό υπόβαθρο στα χρηματοοικονομικά και στις επιχειρήσεις, η ζωή του έχει διαμορφωθεί από δομές, συστήματα και την επιδίωξη της καινοτομίας. Κι όμως, παράλληλα με αυτά, ακολουθούσε πάντα ένα πιο λεπτό νήμα — ένα νήμα που διασχίζει τον μύθο, τη μνήμη και τα σιωπηλά ερωτήματα που αρνούνται να ξεθωριάσουν. Αυτό το βιβλίο είναι το πρώτο του έργο μυθοπλασίας, αν και ίσως θα ήταν πιο ακριβές να το αποκαλέσει κανείς μια ανάμνηση. Όχι μια απόδραση από τον πραγματικό κόσμο, αλλά μια πράξη επανασύνδεσης με τις αλήθειες που κρύβονται κάτω από την επιφάνειά του. Είναι παντρεμένος και περήφανος πατέρας δύο ενήλικων παιδιών. Γράφει όχι ως μελετητής αρχαίων τελετών, αλλά ως μάρτυρας των δονήσεων που ακόμη αντηχούν στον καιρό μας — των σπειροειδών μονοπατιών που όλοι βαδίζουμε, συνειδητά ή όχι.
Το βιβλίο μπορεί να το αγοράσει κάποιος είτε σε φυσική μορφή είτε ηλεκτρονική, από οποιαδήποτε Amazon market.
Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο ""Η λογοτεχνία έχει ανάγκη το Φως": Συνέντευξη με τον Γιώργο Κουβίδη για το βιβλίο του ELEUSIS – The Inner Circle"