Αντί προλόγου
Μπαίνοντας στο σπίτι της Κλεοπάτρας Λιακοπούλου, το δυνατό φως από τις μεγάλες ανοιχτές μπαλκονόπορτες φωτίζει τους δεκάδες πίνακες που κοσμούν τους τοίχους. Η αίσθηση πως βρίσκομαι σε χώρο τέχνης με κάνει και χαμογελάω, σκεπτόμενος το ίδιο ακριβώς απαράλλακτο συναίσθημα, είκοσι χρόνια νωρίτερα, όταν έμπαινα για πρώτη φορά στον φιλόξενο χώρο της γκαλερί Θεώρημα, στo 39 της rue Berckmans. Κάπως έτσι άρχισε η γνωριμία μας με την Κλεοπάτρα Λιακοπούλου και τώρα, μπαίνοντας στη τρίτη δεκαετία κοινής πορείας, συζητάμε για τα είκοσι τελευταία χρόνια, τις ωραίες στιγμές, τις δυσκολίες αλλά και τις αμέτρητες συναντήσεις με εικαστικούς, επιλεγμένους εκπροσώπους της ελληνικής τέχνης οι οποίοι φιλοξενήθηκαν στη γκαλερί Θεώρημα, στην πόλη-κέντρο της Ευρώπης.
Είκοσι χρόνια παρουσίας για μια γκαλερί ελληνικής τέχνης στις Βρυξέλλες δεν είναι απλώς μια χρονολογική επέτειος· είναι μια απόδειξη πίστης, αντοχής και αδιάκοπης προσφοράς. Η γκαλερί Θεώρημα, υπό τη διεύθυνση της Κλεοπάτρας Λιακοπούλου, έχει αποτελέσει όλα αυτά τα χρόνια ένα σταθερό σημείο αναφοράς για τη σύγχρονη ελληνική τέχνη στην καρδιά της Ευρώπης. Με βαθιά δέσμευση απέναντι στους καλλιτέχνες, στην καλλιτεχνική δημιουργία και στην ανάγκη να εκπροσωπηθεί η Ελλάδα με συνέπεια και ποιότητα στο εξωτερικό, η Κλεοπάτρα Λιακοπούλου δεν περιορίστηκε στον ρόλο μιας διαχειρίστριας εκθέσεων· ανέλαβε τον ρόλο μιας γέφυρας που μεταφέρει τις ελληνικές εικαστικές «φωνές» στο διεθνές κοινό, με πάθος και ευθύνη.
Στην πορεία αυτών των δύο δεκαετιών, η ίδια έχει επιδείξει μια σπάνια αφοσίωση στον ευγενή στόχο που έθεσε από την πρώτη στιγμή: την ανάδειξη της ελληνικής καλλιτεχνικής παραγωγής, όχι ως περιφερειακό κομμάτι της ευρωπαϊκής σκηνής αλλά ως ουσιαστικό συνομιλητή της. Και ακόμη κι όταν οι συνθήκες —οικονομικές, πολιτικές, πολιτιστικές— έγιναν ιδιαίτερα δύσκολες τόσο για την Ελλάδα όσο και για τον χώρο της τέχνης, η Κλεοπάτρα Λιακοπούλου στάθηκε όρθια, καθοδηγούμενη από την υποχρέωση που η ίδια νιώθει να διατηρεί ζωντανό τον θεσμό του ξεχωριστού αυτού χώρου τέχνης. Με επιμονή, υπομονή και βαθιά συναίσθηση καθήκοντος, κράτησε την γκαλερί Θεώρημα ενεργή, συνεπή και παρούσα. Και έτσι, η φετινή επέτειος δεν αποτελεί απλώς μια γιορτή· είναι ένας φόρος τιμής στη συνεχή προσπάθεια, στο όραμα και στο ανθρώπινο αποτύπωμα μιας γυναίκας που υπηρέτησε και εξακολουθεί να υπηρετεί την ελληνική τέχνη με ακεραιότητα και ψυχή.
Η συντακτική ομάδα του Newsville, εύχεται ολόψυχα στην Κλεοπάτρα Λιακοπούλου και τους συνεργάτες τής Galerie THEOREMA, να συνεχίσει, για πολλά ακόμα χρόνια, να δίνει το φωτεινό παρών και μας φέρνει κοντά στην ελληνική τέχνη.
Κυρία Λιακοπούλου, η Galerie THEOREMA συμπληρώνει φέτος 20 χρόνια. Πώς ξεκίνησε αυτή η διαδρομή; Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να δημιουργήσετε μια γκαλερί σύγχρονης τέχνης στις Βρυξέλλες;
Εδώ θα πρέπει να κάνω μια επισήμανση. Η γκαλερί Θεώρημα ιδρύθηκε το 2004 από τη φίλη Μαρία Πετρίτση, η οποία το 2005 άλλαξε επαγγελματική πορεία. Από την ίδρυση της παρακολουθούσα πολύ στενά και με μεγάλο ενδιαφέρον αυτό το εγχείρημα, οπότε όταν η Μαρία έφυγε από τον χώρο, πήρα εγώ την γκαλερί. Από τότε πέρασαν είκοσι πολύ δημιουργικά χρόνια.
Τολμώ να πω πως κάνω μια δουλειά που δεν την φανταζόμουν, αλλά είναι σαν να την έκανα πάντα! Ακούγεται οξύμωρο αλλά συμβαίνει καμιά φορά στη ζωή και η δουλειά της γκαλερί μπορεί να «αγκαλιάσει» όλη τη ζωή του ανθρώπου που τελικά τάσσεται στην υπηρεσία της.
Ποια ήταν η δική σας προσωπική σχέση με την τέχνη πριν από τη δημιουργία της γκαλερί; Υπήρξε κάποιο γεγονός ή άνθρωπος που σας επηρέασε ιδιαίτερα;
Η σχέση μου με την τέχνη ξεκίνησε μέσα από την λογοτεχνία, την ποίηση και την φιλοσοφία και την πολιτική. Οι βασικές μου σπουδές είναι τα οικονομικά αλλά πάντα η τέχνη σε όλες της τις εκφάνσεις ήταν ο τρόπος να ζω, να βλέπω και να οραματίζομαι τον κόσμο. Η δουλειά μου στην γκαλερί είναι αυτό ακριβώς, το όραμα για έναν καλύτερο κόσμο και η προσπάθειά μου να αφήσω ένα μικρό αποτύπωμα.
Στη συνέχεια οι μεταπτυχιακές μου σπουδές στην φιλοσοφία «φώτισαν» την τέχνη. Ένας ζωγραφικός πίνακας είναι μια αφήγηση, μια καταγραφή, μια θέση. Η ζωγραφική μπορεί να είναι παρηγορητική στους δύσκολους καιρούς που ζούμε, μπορεί όμως και οφείλει να είναι και καταγγελτική. Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος ιστορικός τέχνης για να ασχολείται ή να μπορεί να εκφέρει άποψη για την τέχνη.
Βρίσκω αυτή την άποψη ελιτίστικη, είναι η γνωστή ρήση «η τέχνη για την τέχνη», άποψη και θέση που με βρίσκει εντελώς αντίθετη. Η τέχνη θα έπρεπε να είναι μέσα στη ζωή όλων των ανθρώπων, εκεί ανήκει.
Πως επιλέχθηκε το όνομα «Θεώρημα»; Έχει μία έντονη φιλοσοφική και επιστημονική χροιά.
Είναι το όνομα που επέλεξε η Μαρία, είναι το Θεώρημα του Παζολίνι, τόσο απλά, αλλά τελικά έχει όπως λέτε μια φιλοσοφική χροιά. Εξέφραζε και μένα όποτε δεν το άλλαξα. Επιβεβαιώνει και την απάντησή μου στην προηγούμενη ερώτησή σας, δηλαδή η τέχνη τελικά είναι μία, είτε είναι ποίηση, είτε λογοτεχνία, κινηματογράφος, είναι όλες εκφάνσεις της δημιουργικότητας.
Από την αρχή, η γκαλερί φάνηκε να εστιάζει στη σύγχρονη ελληνική τέχνη. Γιατί επιλέξατε, η Ελλάδα και οι Έλληνες εικαστικοί, να αποτελέσουν κεντρικό άξονα της δραστηριότητάς σας;
Η γκαλερί θεώρημα έχει μια αποστολή που είναι και η ταυτότητά της. Είναι μια γκαλερί στις Βρυξέλλες που έχει ως σκοπό την ανάδειξη της σύγχρονης ελληνικής τέχνης στο κέντρο της Ευρώπης. Για να το πω λίγο πιο λογοτεχνικά, φιλοδοξεί να είναι το «παράθυρο» της ελληνικής τέχνης στην Ευρώπη. Μέσα από αυτό το «παράθυρο» δεν έρχεται ο θεατής μόνο σε επαφή με την σύγχρονη τέχνη, αλλά με τους προβληματισμούς, τις αγωνίες και τις
Όλη μου η προσπάθεια εστιάζεται σε αυτό. Έχω διαπιστώσει πως η παρουσία μας στην ευρωπαϊκή εικαστική σκηνή δεν είναι αυτή που θα έπρεπε. Είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση το γιατί. Ένας λόγος είναι η γεωγραφική θέση της χώρας μας, όπως και η ιστορία μας. Αυτό δυστυχώς συμβαίνει διαχρονικά.
Πώς περιγράφετε σήμερα την καλλιτεχνική ταυτότητα της THEOREMA; Έχει αλλάξει ή ωριμάσει μέσα στα χρόνια;
Η ταυτότητα ευτυχώς δεν έχει αλλάξει διότι δεν άλλαξε η ανάγκη! Σίγουρα έχει ωριμάσει. Επίσης έχουν αλλάξει και τα «εργαλεία» της δουλειάς μας. Η χρήση της τεχνολογίας είναι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι. Αυτό που κατά τη γνώμη μου δεν θα αλλάξει ποτέ είναι οι σχέσεις με τους καλλιτέχνες και με το κοινό, δηλαδή ο ανθρώπινος παράγοντας.
Πώς βλέπετε την εμπορικότητα και την αναγνωρισιμότητα των Ελλήνων καλλιτεχνών στο εξωτερικό; Έχουν αλλάξει τα πράγματα τα τελευταία 20 χρόνια;
Δυστυχώς εδώ δεν είμαι πολύ αισιόδοξη. Όπως είπα και παραπάνω τα ΜΜΕ μας βοηθάνε αλλά λείπει κάτι πιο ουσιαστικό. Δεν νομίζω να αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο αν η τέχνη συνεχίσει να θεωρείται ως παραπαίδι ενός ολόκληρου κράτους. Κατά την γνώμη μου, θα έπρεπε όλοι οι εθνικοί φορείς στο εξωτερικό να την αγκαλιάσουν και να την θεωρήσουν μέρος της εθνικής πολιτικής εξωστρέφειας.
Η τέχνη δεν είναι κάτι με το οποίο ασχολούμαστε μετά τον εξωτερικό εθνικό στρατηγικό σχεδιασμό, είναι αναπόσπαστο μέρος του.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο που αντιμετωπίζει ένας Έλληνας εικαστικός όταν προσπαθεί να παρουσιαστεί διεθνώς;
Το ερώτημά σας είναι κεφαλαιώδες και η απάντησή του κρύβεται στην ερώτηση, γιατί δεν έχουμε μια διεθνή αναγνώριση. Εκτός από τους γεωγραφικούς και ιστορικούς λόγους που πολύ συνοπτικά ανέφερα παραπάνω, νομίζω πως μία γκαλερί που έχει ως στόχο και όραμα να «φέρει» την ελληνική τέχνη στη διεθνή σκηνή πρέπει να είναι πολύ αυστηρή με την ανάλυση. Καταρχάς η γνώμη μου είναι πως όντως, δεν έχουμε μια σοβαρή διεθνή αναγνώριση και τα εμπόδια δεν μπαίνουν από τους «άλλους».
Συμμετέχετε και σε διεθνείς εκθέσεις, όπως εκθεσιακά σαλόνια, φεστιβάλ και art fairs. Τι σημαίνει αυτό για την προβολή της γκαλερί και των καλλιτεχνών σας;
Η προβολή αυτή είναι πολύ σημαντική. Εκτός από την εξωστρέφεια που οφείλουμε να έχουμε, πολύ σημαντική είναι και η ζύμωση που πρέπει να υπάρχει. Η ζύμωση αυτή επιτυγχάνεται με το να είμαστε στον ίδιο χώρο και τον ίδιο χρόνο με γκαλερί και καλλιτέχνες από άλλα κράτη και να γίνεται μια καλλιτεχνική «συνομιλία».
Έχετε δουλέψει με πολύ διαφορετικές καλλιτεχνικές «φωνές». Πώς επιλέγετε ποιον καλλιτέχνη θα εκπροσωπήσετε ή θα φιλοξενήσετε;
Η πιο άμεση και ειλικρινής απάντηση είναι μία. Με το ένστικτό μου. Η ψυχολογία λέει βέβαια πως το ένστικτο δεν είναι πάντα μια προσωπική ορμή αλλά είναι η συλλογική εμπειρία. Ένα κριτήριο, ή μάλλον το βασικό για μένα, είναι πως θα εκπροσωπήσω και θα υποστηρίξω έναν καλλιτέχνη που η δουλειά του ερεθίζει το συναίσθημα μου. Αυτό είναι η τέχνη, και κυρίως η ζωγραφική, να ανασύρει κρυμμένα συναισθήματα που μπορεί να θέλουμε ή και όχι να ξανααισθανθούμε. Για αυτό πολλές φορές μας σοκάρει ένας πίνακας ή ακόμη τον αποστρεφόμαστε. Αυτό που μας σοκάρει υπάρχει ήδη μέσα μας, ο πίνακας απλώς μας τον ανασύρει σε συναισθηματικό επίπεδο. Νομίζω όμως πως μπαίνω σε άλλα θεωρητικά χωράφια…
Ποιες τρεις στιγμές ανακαλείτε στη μνήμη από την πολύχρονη πορεία, τα τελευταία 20 χρόνια;
Είναι δύσκολο να επιλέξω. Κάθε έκθεση και εκδήλωση που γινόταν και γίνεται είναι σπουδαία για μένα. Αν έπρεπε να επιλέξω θα διάλεγα την έκθεση της Μαρίας Γιαννακάκη με τίτλο «Mare Monstrum» που έγινε το 2016 σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και είχε ως θέμα το προσφυγικό και τους θανάτους των προσφύγων στο Αιγαίο, εξού και ο τίτλος που είναι παράφραση του mare nostrum. Είναι πεποίθησή μου και πολιτική της γκαλερί, πως η Τέχνη δεν είναι ξεκομμένη από την πραγματικότητα και οφείλει να «μιλάει» για τα μεγάλα προβλήματα των ανθρώπων και των λαών.
Η δεύτερη έκθεση-εκδήλωση έγινε στην Αθήνα τον Ιανουάριο του 2020 και είχε ως θέμα «Νέο γκροτέσκο, 10 χρόνια ελληνικής κρίσης». Η έκθεση αυτή έγινε σε συνεργασία με το Μεταπτυχιακό Τμήμα Φιλοσοφίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Και δω η τέχνη αρθρώνει λόγο, δεν μπορεί η δημιουργία να είναι ανεξάρτητη και ανεπηρέαστη από τις εξωτερικές συνθήκες. Ήταν η πρώτη μας συνεργασία, μέχρι ώρας έχουν γίνει άλλες δύο συνεργασίες όπου η γκαλερί έχει την θεωρητική και εικαστική επιμέλεια. Ήταν προγραμματισμένη η έκθεση να μεταφερθεί τον Ιούνιο του 2020 στο Ευρωκοινοβούλιο στις Βρυξέλλες, αλλά δυστυχώς μας πρόλαβε η πανδημία και το λοκντάουν.
Μου μένει μία, ε; Δύσκολο να πω. Οι εκθέσεις που έχουν γίνει είναι πια σε τριψήφιο αριθμό. Όλοι οι καλλιτέχνες αξιόλογοι και με δυνατή «φωνή». Θα αναφέρω λοιπόν την έκθεση του Βασίλη Οικονομίδη που έγινε το 2010 με τίτλο «Solo Exhibition 2010″. Ο Βασίλης Οικονομίδης είναι ένας καλλιτέχνης ο οποίος σπούδασε και ζει στις Βρυξέλλες. Ήταν τιμή για μένα να εκθέσει στο Θεώρημα που προβάλλει αμιγώς την σύγχρονη ελληνική τέχνη.
Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίσατε αυτά τα 20 χρόνια, οικονομικές, πολιτισμικές, καλλιτεχνικές;
Οι προκλήσεις ήταν και συνεχίζουν να είναι πολλές. Δυστυχώς οι πιο πολλές είναι οικονομικής φύσης. Ήταν από την αρχή θέση για την γκαλερί πως δεν θα καταστεί κρατικοδίαιτη. Αυτό δεν σημαίνει όμως πως δεν θα έπρεπε να αγκαλιαστεί από τους επίσημους θεσμούς της χώρας μας. Εκεί δυστυχώς σε πολύ λίγες περιπτώσεις είχαμε κάποια υποστήριξη. Και για να το ξεκαθαρίσω δεν εννοώ οικονομική, αλλά ηθική. Θα έλεγα πως πάλευα μόνη αυτά τα χρόνια, εκτός λίγων εξαιρέσεων. Αυτό δεν είναι προσωπικό παράπονο, είναι δυστυχώς μια κάκιστη πολιτική και απαντάει και στο γιατί η ελληνική τέχνη δεν είναι στο διεθνές προσκήνιο.
Μια χώρα, ένα κράτος δεν είναι μόνο οι πολιτικοί και οικονομικοί της θεσμοί. Είναι και η τέχνη της και αυτό θα έπρεπε να «εξάγουμε» ποικιλοτρόπως. Εδώ ως κράτος υπολειπόμαστε.
Υπήρξε κάποια στιγμή που σκεφτήκατε να σταματήσετε; Και τι σας κράτησε στη διαδρομή;
Δεν υπήρξε μία, αλλά πολλές φορές. Αυτό που με κράτησε σε αυτή τη διαδρομή είναι η ευθύνη απέναντι στους εικαστικούς που με εμπιστεύθηκαν και στο όραμα πως μπορεί να καταφέρουμε να βάλουμε την ελληνική τέχνη στη θέση που της αρμόζει.
Με κράτησε η σκέψη πως δεν πρέπει η τέχνη της Ελλάδας να είναι «αόρατη». Αυτή είναι η δουλειά μου, να την καταστήσω ορατή.
Ίσως ακούγονται λίγο θεωρητικά αυτά. Δεν είναι όμως, γιατί για να παραμείνει ένας άνθρωπος πιστός σε ένα όραμα και να παραμείνει στην διαδρομή όπως είπατε πρέπει να υπάρχουν άνθρωποι που πίστεψαν σε αυτόν και στη δουλειά του. Εγώ ευτυχώς είμαι τυχερή και χρωστώ πολλές ευχαριστίες στους ανθρώπους που ήταν δίπλα μου. Καταρχάς στον σύζυγο και τα παιδιά μου που πάντα με πλαισίωναν όπως και να πήγαιναν τα πράγματα στην γκαλερί. Είχε μεγάλη σημασία για μένα η σοβαρότητα με την οποία προσέγγιζαν τη δουλειά μου. Επίσης οι σχέσεις μου με τον Δήμο του St.Gilles, η συνεχής επαφή μαζί τους, και η άψογη συνεργασία που είχαμε με έκανε να αισθάνομαι μέρος της κοινότητας. Θα πρέπει να πω και για σας κύριε Δήμα. Γνωριστήκαμε στην αρχή της διαδρομής αυτής, γίναμε φίλοι και ήσασταν και είστε πάντα αρωγός και συμπαραστάτης της γκαλερί Θεώρημα. Το πιο σπουδαίο είναι η εμπιστοσύνη που υπάρχει μεταξύ μας.
Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να κάνω στον Γιώργο Γιούπη. Είναι συνεργάτης, στυλοβάτης, μέλος του ΔΣ και κυρίως φίλος. Χωρίς τον Γιώργο η γκαλερί δεν θα ήταν ίδια. Έχει καλλιτεχνικό ένστικτο και την ικανότητα να το μετουσιώνει σε ό,τι κάνει. Κάποια στιγμή πρέπει να κάνουμε έκθεση με τις αφίσες που επιμελήθηκε ο Γιώργος, είναι από μόνες τους έργα τέχνης.
Πιστεύετε ότι η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει ως μορφή γνώσης; Και αν ναι, τι μαθαίνουμε μέσα από αυτήν;
Η τέχνη είναι γνώση. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην σοβαρή γνώση που διαθέτουν οι καλλιτέχνες. Η τέχνη έρχεται από πολύ παλιά και κουβαλάει την ιστορία της ανθρωπότητας. Πριν αρκετά χρόνια είχα πάει να επισκεφτώ μία έκθεση ενός διάσημου ζωγράφου. Ήταν μόνο πίνακες που απεικόνιζαν το περίγραμμα ανθρώπινων κεφαλιών. Μέσα ήταν εικόνες από φωτογραφίες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Σκέφτηκα λοιπόν πως αν για κάποιο λόγο καιγόντουσαν όλα τα ιστορικά βιβλία για τον Πρώτο Παγκόσμιο, αυτοί οι πίνακες, αυτές οι ζωγραφιές θα μπορούσαν να τον αφηγηθούν στις επόμενες γενιές. Ελπίζω να σας απάντησα…
Ποιο είναι το σημείο επαφής σας με την Ελλάδα σήμερα; Πώς διατηρείτε ζωντανό τον δεσμό με την ελληνική πραγματικότητα στο χώρο της τέχνης;
Η επαφή μου με την Ελλάδα είναι πολύ στενή και ουσιαστική, άλλωστε δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Αν κάποιος θέλει πραγματικά να «κοινωνεί» την σύγχρονη ελληνική τέχνη στο διεθνές κοινό γνωρίζει πως δεν «κοινωνεί» μόνο την ζωγραφική και γλυπτική τέχνη, αλλά την καλλιτεχνική δημιουργία που παράγεται στην χώρα. Και η δημιουργία μιας χώρας είναι άρρηκτα δεμένη με τις καλλιτεχνικές, πολιτικές, πολιτιστικές και οικονομικές συνθήκες που βρίσκεται η χώρα.
Μέσα στα είκοσι αυτά χρόνια και έχοντας κάνει πολλές εκθέσεις θα τολμήσω να πω πως είμαι και εγώ ένα μικρό κομμάτι της καλλιτεχνικής δημιουργίας, με την έννοια πως γνωρίζουν τη δουλειά μου και την προσπάθειά μου.
Πώς φαντάζεστε τα επόμενα 20 χρόνια της Galerie THEOREMA; Υπάρχουν σχέδια για νέες μορφές δράσης, άλλους χώρους, ψηφιακές πλατφόρμες ή διεθνή «παραρτήματα»;
Τα 20 χρόνια που γιορτάζουμε φέτος είναι και ένα εφαλτήριο για καινούριες μορφές δράσης. Σίγουρα οι ψηφιακές πλατφόρμες, η συμμετοχή σε διεθνείς φουάρ, και οι συνεργασίες με πολιτιστικούς, ακαδημαϊκούς και με φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης στις Βρυξέλλες, αλλά και στα γειτονικά κράτη είναι στα σχέδιά μας. Ήδη κάποια έχουν αρχίσει ήδη να πραγματώνονται.
Αν γυρίζατε τον χρόνο πίσω, θα το ξανακάνατε; Και τι θα λέγατε στον εαυτό σας στην αρχή αυτής της διαδρομής;
Θα το ξαναέκανα χωρίς δεύτερη σκέψη. Και ευτυχώς δεν θα έλεγα κάτι διαφορετικό από αυτό που πρωτοείπα το 2005. Είμαι εδώ και εργάζομαι για έναν σκοπό που ξεπερνάει το εμπορικό κομμάτι. Για να γίνω πιο σαφής το εμπορικό κομμάτι είναι το τελευταίο σε αυτή τη δουλειά και θα επιτευχθεί μόνο όταν η ελληνική τέχνη προωθηθεί ως ένα σύγχρονο κομμάτι της ευρωπαϊκής τέχνης.
Φωτογραφίες: Yannis Dimas/Newsville.be
Στο πλαίσιο εορτασμού των είκοσι χρόνων λειτουργίας της, θα συναντήσουμε την γκαλερί Θεώρημα στη διεθνή έκθεση art3f στο Heysel καθώς και σε μία ξεχωριστή εκδήλωση που γίνει στη Strofilia στις 27 Νοεμβρίου 2025.
Galerie Theorema



