Ρόμπερτ Μενάσε: Το μυθιστόρημα των Βρυξελλών

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο
Του Γρηγόρη Μπέκου
«Από την εμπειρία που έχω, θα έλεγα ότι οι περισσότεροι άνθρωποι πλήττουν αν επιχειρήσεις να τους πεις την ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ακόμα κι αν είσαι εξαιρετικά σύντομοςΕμένα πάντως μου αρέσει πολύ αυτού του είδους η πλήξη, επειδή πραγματικά δεν θα ήθελα να περιγράψω ούτε στον εαυτό μου ούτε και σε κανέναν άλλον την αναμφίβολα ενδιαφέρουσα ιστορία που θα ακολουθούσε την κατάρρευση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος» έγραφε πριν από μερικά χρόνια ο Ρόμπερτ Μενάσε. Ο αυστριακός συγγραφέας απέσπασε το Γερμανικό Βραβείο Βιβλίου (DeutscherBuchpreis) για το έτος 2017 με το μυθιστόρημά του Die Hauptstadt (Η πρωτεύουσα) και συζητήθηκε περισσότερο από κάθε άλλον στην εφετινή Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης.
Το βιβλίο κυκλοφόρησε τον περασμένο Σεπτέμβριο από τον ποιοτικό εκδοτικό οίκο Suhrkamp που το περιγράφει ως «το μεγάλο ευρωπαϊκό μυθιστόρημα» της εποχής μας. Σύσσωμος ο Τύπος το επαίνεσε για το όμορφο ύφος, την έξυπνη πλοκή, την ειρωνεία και το χιούμορ του. Παραδέχθηκε όμως τον βιεννέζο συγγραφέα και για έναν επιπρόσθετο λόγο: επειδή αποφάσισε να ασχοληθεί με ένα θέμα που στο μυαλό των περισσοτέρων φαντάζει ανιαρό ή και ανώφελο, δηλαδή την πολύπλοκη και πολυεθνική γραφειοκρατία των Βρυξελλών. Στη σύγχρονη γερμανόφωνη πεζογραφία υπάρχει – όπως είναι φυσικό – εκτεταμένη βιβλιογραφία για το πρόσφατο παρελθόν, την περίοδο του ναζισμού ή την επανένωση της Γερμανίας, αφηγήσεις τόσο για τις ενοχές όσο και για τα τραύματα. Ωστόσο, δεν είχε συμβεί κάτι ανάλογο με την Ευρώπη, να γραφτεί στη γερμανική γλώσσα ένα αυθεντικό μυθιστόρημα που να επικεντρώνεται στο παρόν της και να προβληματίζεται για αυτό ουσιαστικά.

robert-menasse-buchpreis

Το σκεπτικό της κριτικής επιτροπής (ορίζεται κάθε χρόνο από την Ένωση Γερμανών Εκδοτών και Βιβλιοπωλών) που βράβευσε τον 63χρονο Ρόμπερτ Μενάσε είναι πολύ χαρακτηριστικό. «Με δραματουργική δεινότητα, ο συγγραφέας καθιστά απολύτως σαφές ότι, μεταξύ άλλων, η οικονομία από μόνη της δεν μπορεί να μας εξασφαλίσει ένα ειρηνικό μέλλον. Αυτοί που υπονομεύουν το ευρωπαϊκό εγχείρημα βρίσκονται ανάμεσά μας – και όχι σπάνια αυτοί «οι άλλοι» είμαστε εμείς οι ίδιοι. Με την «Πρωτεύουσα» ο Μενάσε πέτυχε τον στόχο του. Στο μυθιστόρημά του, η σημερινή πραγματικότητα αποτυπώνεται με τόση λογοτεχνική δεξιοτεχνία ώστε να μπορούν οι σύγχρονοί του να αναγνωρίσουν τους εαυτούς τους μέσα σ” αυτήν και οι επόμενες γενιές, όταν το διαβάσουν, να κατανοήσουν ευκολότερα τους δικούς μας καιρούς».
Ένας επίγονος του Στέφαν Τσβάιχ
Πάντως το γεγονός ότι προήλθε, εν τέλει, ένα τέτοιο μυθιστόρημα από τον Ρόμπερτ Μενάσε δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Ο ίδιος μάλιστα είχε μετακομίσει το 2010 στις Βρυξέλλες με σκοπό να ερευνήσει και να συλλέξει υλικό για το συγκεκριμένο μυθιστόρημα που εμφανίστηκε τελικά μία επταετία αργότερα, ενώ στο μεταξύ εξέδωσε και ένα ακόμα βιβλίο που αφορούσε την Ευρώπη, τη συλλογή δοκιμίων Der Europäische Landbote (2012). Αν υπάρχει στην Κεντρική Ευρώπη ένας γνωστός συγγραφέας – από τους επιφανέστερους λογοτέχνες στην Αυστρία – ο οποίος με την πρώτη ευκαιρία, με συστηματικότητα και συνέπεια, τάσσεται αταλάντευτα υπέρ της Ευρώπης ενώ, την ίδια στιγμή, ασκεί την προοδευτική κριτική του – ενίοτε σκληρή – στον τρόπο με τον οποίο προχωρεί η υπόθεση της περαιτέρω ενοποίησής της, αυτός είναι ο Ρόμπερτ Μενάσε. Αν, λ.χ., ζούσε σήμερα ο Στέφαν Τσβάιχ, θα ήταν μάλλον περήφανος για τα κείμενα του φιλοευρωπαίου συμπατριώτη του. Είναι ένας άξιος πνευματικός επίγονος που, ενώ έχει πλήρη συναίσθηση ότι μπορεί απλώς να είναι μια ακόμα λογοτεχνική φωνή βοώντος εν τη ερήμω, εν τούτοις δεν σταματά να υπογραμμίζει ότι η Ενωμένη Ευρώπη παραμένει η μόνη ρεαλιστική ουτοπία.
 
«Πιστεύω πως όσοι λένε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση συνιστά πρόβλημα, ότι έχει αποσπάσει την εθνική μας κυριαρχία, ότι πρέπει να την εγκαταλείψουμε, δεν έχουν ιδέα, σε βαθμό που να συνιστούν δημόσιο κίνδυνο» είπε ο Ρόμπερτ Μενάσε στους δημοσιογράφους μετά την τελετή απονομής, αφού παρέλαβε συγκινημένος το βραβείο του. «Η βασική ιδέα, η όλη σύλληψη, είναι φιλόδοξη, πολύ σημαντική, και είναι η μοναδική μας ευκαιρία να έχουμε ένα αύριο στη Γηραιά Ήπειρο. Για να προωθήσουμε αυτή την ιδέα περισσότερο, για να περάσουμε στην επόμενη φάση, οφείλουμε να υποδεικνύουμε τα λάθη που γίνονται στην πράξη, και για να το κάνουμε αυτό πιο αποτελεσματικά πρέπει να καταλάβουμε πώς λειτουργεί το όλο πράγμα. Τι είδους άνθρωποι εμπλέκονται σε αυτό; Ποιοι δουλεύουν εκεί και τι έχουν στο μυαλό τους;»συνέχισε ο ίδιος, προσθέτοντας ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πλέον ένα υπόβαθρο, ότι δεν είναι απλώς μια απροσδιόριστη αφαίρεση. «Ο,τι συμβαίνει εκεί σχετίζεται με τον ανθρώπινο παράγοντα, και οτιδήποτε έχει να κάνει με τους ανθρώπους, κάποιος μπορεί και πρέπει να το εξιστορήσει, να το αφηγηθεί. Μόνο έτσι αγγίζουμε την πιθανότητα να σκεφθούμε καλύτερα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας και να τα αντιληφθούμε σωστά ώστε να παρέμβουμε».
 
Οι Βρυξέλλες και η σκονισμένη εικόνα της ΕΕ
Η Πρωτεύουσα στον τίτλο του μυθιστορήματος δεν είναι άλλη από τις «άχρωμες» Βρυξέλλες. Η εναρκτήρια σκηνή του βιβλίου – ένας κινηματογραφικός πρόλογος, μια κάμερα που κινείται και μας συστήνει τους πολλούς χαρακτήρες, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους εργάζονται για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή – περιλαμβάνει ένα γουρούνι που τρέχει στο κέντρο της βελγικής (και ευρωπαϊκής) πρωτεύουσας, στην Πλατεία της Αγίας Αικατερίνης. Σε ένα ελληνικό εστιατόριο, εκεί κοντά, συναντούμε και τη 40χρονη Φένια Ξενοπούλου, ελληνικής καταγωγής – ή κυπριακής, ανάλογα με το συμφέρον της σε κάθε περίπτωση. Η ίδια, έχοντας κάνει εξαιρετικές σπουδές, άρχισε να δουλεύει στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού και ανέβαινε με το ασανσέρ την ιεραρχία στην Επιτροπή Εμπορίου ώσπου «μετά, χωρίς να το περιμένει, εγκλωβίστηκε ανάμεσα σε δύο ορόφους». 
Είναι χωρισμένη, δεν έχει ιδιωτική ζωή, έχει εμμονή με την επαγγελματική της ανέλιξη, έχει καταντήσει κυνική και – σαν μην έφταναν όλα αυτά – βιώνει ένα φοβερό πισωγύρισμα στην καριέρα της. Στην πραγματικότητα της είχαν δώσει προαγωγή, έγινε η επικεφαλής της Επικοινωνίας στη Γενική Διεύθυνση Πολιτισμού της Επιτροπής. Η Φένια όμως δεν το βλέπει έτσι. Για την ακρίβεια, θεωρεί ότι το να παίζει κανείς Monopoly έχει περισσότερο νόημα. Γιατί; Γιατί το τμήμα του Πολιτισμού είναι άχρηστο, δεν έχει καν δικό του προϋπολογισμό, δεν έχει βαρύνουσα σημασία, ούτε δύναμη, ούτε επιρροή. Στις συνεδριάσεις, αν πάει στην τουαλέτα ο επίτροπος Εμπορίου ή Ενέργειας, οι υπόλοιποι διακόπτουν και τον περιμένουν να γυρίσει, αν όμως πάει προς νερού του ο επίτροπος Πολιτισμού, συνεχίζουν να μιλάνε κανονικά, δεν τους ενδιαφέρει καθόλου. «Πρέπει να ξεφύγω από τον Πολιτισμό, πνίγομαι εκεί πέρα!» εκμυστηρεύεται η ηρωίδα σε έναν συνάδελφο (και εραστή) της. Ανακύπτει όμως ένα «πρότζεκτ» που μπορεί να ξελασπώσει τη Φένια: οι επετειακοί εορτασμοί για τα 50 χρόνια από την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όλοι, βέβαια, σκέφτονται πώς θα εκμεταλλευθούν τις πανηγυρικές εκδηλώσεις προς ίδιον όφελος. Η πρόκληση για την Ξενοπούλου είναι να φρεσκάρει και να ανανεώσει τη σκονισμένη εικόνα των ευρωπαϊκών θεσμών. Στο τραπέζι πέφτει μια ιδέα που την ενθουσιάζει – να ανακηρυχθεί επισήμως το Άουσβιτς «γενέτειρα» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, να συγκεντρωθούν εκεί, λ.χ., οι εναπομείναντες επιζώντες του Ολοκαυτώματος – αλλά αυτό που δεν λογαριάζει είναι οι επί μέρους και αρκούντως απρόβλεπτες εθνικές αντιδράσεις. Στην αφήγηση του Ρόμπερτ Μενάσε – που έχει ως μεγάλο φόντο την οικονομική κρίση – υπάρχουν και διαμαρτυρίες. Οι κτηνοτρόφοι, λ.χ., έχουν βγει στους δρόμους με τα δίκρανά τους και απαιτούν να αρθούν οι υφιστάμενοι περιορισμοί που εμποδίζουν τις επικερδείς εξαγωγές προς την Κίνα, όπως τα αφτιά των γουρουνιών! Ώσπου να μεταφραστεί αυτό το βιβλίο του αυστριακού συγγραφέα, οι έλληνες αναγνώστες μπορούν να διαβάσουν το μυθιστόρημά του Η έξωση από την Κόλαση (μτφρ. Θόδωρος Παρασκευόπουλος, Εκδόσεις Πόλις).
Πηγή: tovima.gr

 

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Ρόμπερτ Μενάσε: Το μυθιστόρημα των Βρυξελλών"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *