- - https://www.newsville.be -

« Πλούτος της ζωής είναι ο ήλιος, να έχεις πέντε ανθρώπους να τους εκτιμάς, πέντε ανθρώπους να σε αγαπάνε »

Το μεγάλο, φιλόξενο, μπλε τραπέζι και ο Δημητρός από την Αστυπάλαια.

Όταν μπήκα πρώτη φορά στο μπαξέ, ένιωσα σαν σε σπίτι παιδικών αναμνήσεων: αρχοντικές πορτοκαλιές, φως δυνατό ανάμεσα στα φύλλα των δέντρων, παιδιά που ξεπλένουν τα αλάτια της θάλασσας με το λάστιχο στην αυλή, η αεικίνητη μάνα να φιλεύει καλεσμένους, γνωστούς και αγνώστους.
Η Αστυπαλιά το έχει αυτό. Σε ταξιδεύει όμορφα προς τα πίσω, στην Ελλάδα που αγαπήσαμε, στην φιλοξενία και την απλότητα. Αυτό εισέπραξα τα λίγα βράδια που φιλοξενήθηκα στο νησί με το σχήμα της Πεταλούδας.

Το μεγάλο μπλε τραπέζι, στο οποίο καθόταν ο Δημητρός όταν συστηθήκαμε, είναι η εστία ζωής του μπαξέ, της οικογένειας, των καλεσμένων, των φιλοξενουμένων στα διαμερίσματα Βενέτος, στο γραφικό Λιβάδι της Αστυπάλαιας. Είναι σημείο συνάντησης το φιλόξενο αυτό μπλε τραπέζι. Είναι ο χώρος που θα ανταμώσεις φίλους το πρωί για να πιεις το καφεδάκι από τα χέρια της Πελαγίας, ο τόπος που θα καταθέσεις σκέψεις πίνοντας καθαρές κρητικές γεύσεις κοντά στον Μανώλη δοκιμάζοντας φιλέματα που έρχονται ασταμάτητα από την κουζίνα, είναι το μέρος που θα καληνυχτίσεις έχοντας μοιραστεί ελληνική ψυχή με τις γνώσεις του Μιχάλη.

3

Η χειραψία με τον Δημητρό είναι από μόνη της εμπειρία. Η ματιά του είναι καθαρή και νιώθεις πως σε μετράει από την πρώτη στιγμή. Έχει βάθος αυτή η ματιά και εύκολα καταλαβαίνεις ότι με τον Δημητρό μπορείς να μιλάς για ώρες, να ακούς, να μαθαίνεις, ακόμα και να ονειρεύεσαι. Την ίδια στιγμή ξέρεις πως ο Δημητρός σέβεται και την δική σου άποψη. Ακούει προσεχτικά, παρατηρεί, αν και η ματιά του δύσκολα θα καρφωθεί σε σένα την ώρα που μιλάς.

Ο Δημητρός τον αγαπάει τον τόπο του. Έχει ζήσει πολλά και σε διαφορετικά μέρη. Έχει περάσει από Σαντορίνη, Λέρο, έζησε χρόνια στην πρωτεύουσα. Τον ρωτάω για την Αθήνα και η κουβέντα μας ξεκινάει : « Όσο ήμουν νέος καλώς πέρασα » μου απαντάει, με ένα γρήγορο βλέμμα νοσταλγίας να αποτυπώνεται στο πρόσωπο του.
« Όταν πρωτοήρθα στην Αστυπαλιά δυσκολεύτηκα λίγο, δεν είχαμε ακόμα τουρισμό και έτσι είπα: Δημητρό θα ζήσεις με ότι μπορεί να σου προσφέρει το νησί, το ψάρεμα, την παρέα με ανθρώπους στην ηλικία του πατέρα μου τότε.Ο γέρος είναι μία επιστήμη ολόκληρη. Την εποχή εκείνη νέοι δεν υπήρχαν στον νησί. Όλοι ήταν ναυτικοί » μου λέει.

01

Η κουβέντα μας συνεχίζεται και μιλάμε για την εποχή εκείνη, τα νεανικά του χρόνια αλλά  για και τα πρώτα χρόνια στην Αστυπαλιά: « Το όνειρο μου ήταν να μπω στην γυμναστική Ακαδημία. Θα μπορούσα να κάνω περισσότερα πράγματα, δεν το ήθελα. Τελικά όταν πας πιο κοντά στα « προς το ζην » κερδίζεις περισσότερα απ’ ότι όταν στοχεύεις το «ευ ζην ». Ευχαριστώ το Θεό που επιβίωσα και ήρθαν τα πράγματα έτσι. Ακόμα και η οικογένεια. Όλα ήρθαν όμορφα».

Όταν άρχισε ο τουρισμός στα τέλη της δεκαετίας του ’80 ο Δημητρός είχε ήδη τα δωμάτια. Το Μιαούλης έκανε τότε 36 ώρες ταξίδι για να φτάσει στο νησί. Από 800 άτομα τουρισμό και 20 μέρες τουριστική περίοδο, έφτασε το νησί να έχει κοντά στους 17.000 επισκέψεις για τους τρεις μήνες του καλοκαιριού. « Βοήθησε και το Eurobasket του ’87 » μου λέει χαμογελώντας. « Όταν δήλωσε ο Αργύρης Καμπούρης σε μία συνέντευξη ότι είναι από την Αστυπαλιά φτάσαμε σε μία χρονιά να έχουμε τετραπλάσιο τουρισμό. Εκείνη την χρονιά τους κοίμιζα ανά δεκάδες στον μπαξέ. Έχουμε πλέον 10% αύξηση κάθε χρόνο σε τουρίστες ».

Το φιλόξενο μπλε τραπέζι του μπαξέ συνεχίζει να γεμίζει όσο μιλάμε, με φίλους, με κουμπάρους, με πρόσωπα οικεία που γίνονται – με τρόπο φυσικό – μέρος της κουβέντας με τον Δημητρό. Είναι και ο γάμος του Νικόλα που βοηθάει.
Ο Μιχάλης ο γιατρός, ο Μανωλιός από την Κρήτη (και οι δύο κουμπάροι του Δημήτρη), ο Λιμενάρχης του νησιού, ο Κώστας με τα 22 καλοκαίρια του στην Αστυπαλιά. Μεγαλώνει η παρέα και όσο μεγαλώνει ο Δημητρός νιώθει καλύτερα. Νιώθει χαρά να έχει φίλους δίπλα στην οικογένεια του.

0

Τον ρωτάω για το ψάρεμα, για τις καταδύσεις με το ψαροντούφεκο, την θάλασσα, την οποία πρώτα σέβεται και μετά αγαπά. Έχω ήδη μάθει ότι είναι κορυφαίος ψαροντουφεκάς. Δεν θα το παραδεχτεί ποτέ στην κουβέντα. Αλλά το μικρό γελάκι όταν το αναφέρω μου απαντάει από μόνο του.
Τον ρωτάω αν είναι ψαράς. Μετράει τα λόγια του πάντα ο Δημητρός. Ξέρει ποιος είναι και δεν θέλει να πει παραπανίσια λόγια. « Βουτάω από 13 ετών. Μέσα στη χρονιά μπορώ να κάνω μέχρι και 120 μίλια. Τα βγάζω τα έξοδα μου » απαντάει. Μου μιλάει για πράγματα που δεν βλέπεις άμα δεν είσαι με ντόπιο όπως οι εντυπωσιακές σπηλιές μέσα στη θάλασσα γεμάτες με σταλακτίτες και σταλαγμίτες, τα ναυάγια, το κολύμπι με τις φώκιες.

Η κουβέντα μας συνεχίζεται κοντά στα κοντοπότηρα του τσίπουρου. Μιλάμε για την αποίκηση των Ιταλών, τις σωστές υποδομές που άφησαν στο νησί, τον τουρισμό που συνεχίζει να έρχεται από την γείτονα χώρα. Συζητάμε για την Χώρα της Αστυπάλαιας, για τους ξένους που ερωτεύτηκαν το νησί και αγόρασαν σπίτια. Οι ξένοι αυτοί έδωσαν υπεραξία με τον δικό τους τρόπο. Τον αγάπησαν και τον πρόσεξαν τον τόπο αυτό. Κάνοντας βόλτα στα στενά μέχρι το Κάστρο το καταλαβαίνεις. Ακούς σκανδιναβικά, ιταλικά, αγγλικά. Χαμηλόφωνα. Καθαρά και νοικοκυρεμένα τα σοκάκια.
« Ποιο είναι το αγαπημένο σου μέρος στο μπαξέ;» τον ρωτάω. Δίστασε να απαντήσει αλλά τελικά η απάντηση ήρθε με ένα μεγάλο χαμόγελο: « Η αποθήκη μου ». Του ζήτησα να πάμε να την δούμε. Πήρα την κάμερα και τον ακολούθησα στην άλλη άκρη του κτήματος. « Όλα μόνος μου τα κάνω. Τα δέντρα, τα δωμάτια, μπετά, υδραυλικά, ηλεκτρικά.. ». Νιώθει περηφάνια δίπλα στα εργαλεία του, στο χώρο που δημιουργεί, μεγαλώνει και συντηρεί την οικογενειακή περιουσία.

2
Ο Δημητρός, μεταξύ άλλων, βγάζει δυόμισι τόνους βιολογικά πορτοκάλια το χρόνο. Όταν τον ρωτάω αν στο νησί προτιμάνε τα τοπικά προϊόντα μου απαντάει: « Σαν τους Έλληνες! Πουλάω συνολικά 150 κιλά από την παραγωγή των δυόμισι τόνων. Ο μανάβης προτιμάει να φέρνει πορτοκάλια από την Ισπανία. Δεν ζούμε σε μία χώρα στρωμένη ροδοπέταλα. Θα ήθελα όμως τα παιδιά μου να ζήσουν εδώ. Να υπάρχουν οι προδιαγραφές για να μείνουν. Όχι να ζήσουν πλούσια, ας έχουν τα προς το ζην. Θέλω το παιδί μου δίπλα μου να είναι ευτυχισμένο. Αν φύγει, και στην Αυστραλία να πάει, αν εκεί είναι ευτυχισμένο εγώ θα είμαι δέκα φορές ευτυχισμένος. Πλούτος της ζωής είναι ο ήλιος, να έχεις πέντε ανθρώπους να τους εκτιμάς, να σε αγαπάνε. Όταν τα έχεις αυτά είσαι ο πλουσιότερος άνθρωπος της γης. Εδώ στην Αστυπαλιά ζούμε στον παράδεισο, ζούμε όπως θέλουμε, μέχρι να πάμε από δω στο καφενείο λέμε εκατό καλημέρες. Στην Αθήνα δεν υπάρχει αυτό. Έχω πελάτες που έρχονται 30 χρόνια. Το « Σπίτι μου » λένε πια… »
Σκεφτόμουν αν έπρεπε να μιλήσουμε για την κρίση, φτάσαμε όμως αναπόφευκτα και σε αυτήν: « Τα μικρά μέρη έχουν αποθήκες λίπους. Και τις ροκανίζουμε. Μας βοηθάει και ο τουρισμός. Από την άλλη όμως μας φρέναρε η άγνοια και ο φόβος στην περίοδο της κρίσης. Αλήθεια είναι πως ζούσαμε πάνω από τις δυνάμεις μας. Από την άλλη είναι μικρό το νησί, το χειμώνα είμαστε 1300 άτομα, εδώ στο Λιβάδι μετράμε 70 οικογένειες. Περνάει ο χειμώνας όμως, ετοιμάζουμε τα δωμάτια, ότι προβλήματα υπάρχουν. Τα παιδιά τα στέλνω στην Αθήνα, στο εξωτερικό, να ζήσουν, να δούνε..»

4

Κάθε φορά που ανοίγαμε κουβέντα με τον Δημητρό, κάτι νέο μάθαινα. Για το νησί, για την οικογένεια του, για τον ίδιο. Θα με ρωτήσει και αυτός. Μιλήσαμε για την Ευρώπη, για το μέλλον, για το τι έρχεται. Ήρεμος πάντα ο Δημητρός, ξέρει να ακούει και του αρέσει να μαθαίνει τις σκέψεις των άλλων. Έχει πολύ δύναμη μέσα του. Παίρνει δύναμη από τα παιδιά του και το περηφανεύεται. Όταν τον ρωτάω για το που θα μπορούσε να ζήσει πέρα από την Αστυπαλιά μου απαντάει με απλότητα: « Όπου θα μπορούσα να επιβιώσω ».

Έχει ελληνική ψυχή ο Δημητρός. Και η καρδιά του ανήκει στην Αστυπαλιά.
Τον ευχαριστώ πολύ για την φιλοξενία και για την παρέα στο μαγικό μπλε τραπέζι. Ευχαριστώ και την Πελαγία για την διακριτική συντροφιά της και την ουσιαστική βοήθεια στο γάμο του φίλου μου Νικόλα.