Ορνιθοσκαλίσματα

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

-    «Πού ήσουν το 1959;» την ρώτησα χαριτολογώντας.
-    «Στον έρωτα των γονιών μου» μου απάντησε όπως πάντα ετοιμόλογα.

Διασχίζαμε το ανυπέρβλητο τοπίο που μας οδηγεί στο Θέατρο της Επιδαύρου. Σ’ όλο το δρόμο μιλούσα για την παράσταση των «Ορνίθων» του Αριστοφάνη στην ανεπανάληπτη σκηνοθεσία του Κάρολου Κουν. Μια αξεπέραστη εμπειρία για όσους είχαν την τύχη να την δουν το 1959 στο Ηρώδειο ή σε μια από τις επαναλήψεις του. Μια παράσταση που σχεδόν έριξε την συντηρητική κυβέρνηση εκείνης της εποχής αλλά παράλληλα έγινε η τομή για το ελληνικό και παγκόσμιο θέατρο για την προσέγγιση κειμένων του αρχαίου θεάτρου. «Θυμάμαι», σου έλεγα, για τη θεϊκή μουσική του Μάνου Χατζιδάκι που θα την ακούγαμε εκείνο το βράδυ στην παράσταση που σκηνοθετούσε ο Γιάννης Κακλέας. Οι στροφές της Αργολίδας εναλλάσσονταν με τις μνήμες μου. Τα ευφάνταστα σκηνικά και κοστούμια του Γιάννη  Τσαρούχη, οι «πετούμενες» χορογραφίες της Ραλούς Μάνου ή της Ζουζούς Νικολούδη. Και ο λόγος, ο Βασίλης Ρώτας να μετασχηματίζει τον Αριστοφάνη σε νεοελληνική, ατόφια λαλιά, έξω από μουσειακές αγκυλώσεις αλλά μακριά και από κάθε εκχυδαϊσμό.

«Για να δούμε τι θα δούμε… κι αν θα δούμε, σήμερα» με προσγείωνες διττά, από τις απογοητεύσεις των τελευταίων χρόνων με τις παραστάσεις του Αργολικού Θεάτρου και… από το απειλητικό βροχερό σούρουπο του φετινού Αυγούστου.

Για κάμποση ώρα το θέατρο δεν άνοιγε μέχρι να αποφασίσουν οι υπεύθυνοι αν οι ψιχάλες ήταν το ξεθύμασμα ή η αρχή μιας μπόρας. Κάπου πήρε το μάτι μου τον γέρο Αριστοφάνη να κουβεντιάζει με τον Χατζιδάκι. Πιο πέρα ο Τσαρούχης περιεργαζόταν ένα πεσμένο πούπουλο. «Ας τους νέους να ψάξουν την δικιά τους Νεφελοκοκκυγία, που ξέρεις…» έλεγε. Και το θέατρο φευ, άνοιξε και ο Αριστοφάνης και ο Χατζιδάκις φύγανε τρομαγμένοι από την προμηνύουσα Ύβριν. «Πού είναι το κείμενο μου;» αναρωτιόταν ο Αριστοφάνης… «Που είναι η μουσική μου;» αναρωτιόταν κι ο Χατζιδάκις. Την άλλη μέρα το Θέατρο της Επιδαύρου πνίγηκε στη βροχή. Ο Αριστοφάνης δεν δέχτηκε την Ύβριν. Δεν δέχτηκε, ο λόγος του παραφθαρμένος από την κακογουστιά, να ξανακουστεί στην ιερά θυμέλη. «Εγώ δεν είμαι επιθεωρησιογράφος του Δελφιναρίου», τον άκουσα να λέει. «Ας τους να περιφέρονται σα θίασος ποικιλιών, μακριά όμως από τούτο τον χώρο…»

«Έχεις τη μουσική πρόχειρη να ξεπλύνει τ’ αυτιά μας από την κακογουστιά;» με ρώτησες όταν πήραμε τον δρόμο του γυρισμού. Στα ηχεία ακούστηκε ο Γιώργος Μούτσιος, πρόσφατα κι αυτός στην παρέα του Αριστοφάνη. «Ω! καλή μου ξανθιά,/συντροφιά μου γλυκιά,/που μαζί σου λαλώ/κάθε ωραίο σκοπό,/ήρθες, ήρθες, εφάνης/με σουραύλι να υφάνεις/ύμνους, κελαηδισμούς,
ήχους εαρινούς./Εμπρός, αρχίνα, πες τους γλυκά τους αναπαίστους».

Η θεϊκή μουσική έφερνε τη λήθη από την κακόγουστη εμπειρία. «Κρίμα που δεν ήσουν μαζί μου το 1959…» σου είπα. Δεν ξέρω αν μ’ άκουσες. Σιγοτραγουδούσες τις αξεπέραστες μελωδίες «τιο τιο τιο τιξ…» κι ήταν σα να στάζαν σταγόνες καθαρισμού για τα ορνιθοσκαλίσματα και τις κουτσουλιές που μας γέμισε το ονειρικό κάποτε Θέατρο της Επιδαύρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Ορνιθοσκαλίσματα"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *