Δημήτριος Καμπέρος: o «τρελοκαμπέρος»

Συντάκτης:
Εκτυπώστε το άρθρο

«τρελοκαμπέρο(ς)»

Προέρχεται από τον Δημήτριο Καμπέρο; Στις 13 Μαΐου 1912 πραγματοποιεί την πρώτη πτήση με στρατιωτικό αεροπλάνο στην Ελλάδα, ενώ τον Ιούνιο του ίδιου έτους αφού τροποποιήθηκε το αεροσκάφος του σε υδροπλάνο, έσπασε το τότε παγκόσμιο όριο ταχύτητας των 110 χιλιομέτρων την ώρα. Στις 11 Οκτωβρίου 1912 εκτέλεσε την πρώτη του αναγνωριστική αποστολή κατά την έναρξη του Α” Βαλκανικού Πολέμου. Με το πέρας του Α” Παγκοσμίου Πολέμου (1918) απασχολήθηκε ως εκπαιδευτής νέων αεροπόρων και για ένα διάστημα διατέλεσε διοικητής της Σχολής Ικάρων.

Από την προέλευση της, η φράση θα έπρεπε να αναφέρεται στον παράτολμο. Παρόλα αυτά χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσεις το χαζό και ακόμα πιο πολύ την χαζή, την συννεφοπαρμένη.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

– Είδες τι έκανε η Ιουλία; Βγήκε στους δρόμους και φώναζε ότι είδε τον Michael Jackson στην τουαλέτα της.
– Άντε μωρέ την τρελοκαμπέρω. Τι πρέπει να κάνω εγώ που εχθές έτρωγα με τον Elvis παγωτό στην κουζίνα μου…»

Η άποψη του online λεξικού της ελληνικής αργκό σχετικά με την προέλευση της λέξεως «τρελοκαμπέρο(ς)», αναφερόταν ως πιθανή και στην Α΄ Έκδοση του Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη που κυκλοφόρησε το 1998. Και ήταν η ίδια άποψη που επικρατούσε το 1964 όταν το θέατρο «Μετροπόλιταν» ετοίμαζε την επιθεώρηση «Τρελοκαμπέρω» των Αλ. Σακελλάριου – Γ. Γιαννακόπουλου, σε σκηνοθεσία και χορογραφίες του Γιάννης Φλερύ και με συμπρωταγωνιστές τους Χρήστο Ευθυμίου, Ρένα Βλαχοπούλου, Καίτη Μπελίντα, Γιάννη Γκιωνάκη, Σπεράντζα Βρανά, Σταύρο Παράβα, Γιάννη Βογιατζή… Η οικογένεια Καμπέρου έκανε διάβημα διαμαρτυρίας, θεωρώντας ότι διασύρεται το όνομά της και τελικά η επιθεώρηση ανέβηκε με τίτλο: «Η δημοκρατία χορεύει».

Σήμερα όμως γνωρίζουμε ότι το 1899 ο Νικόλαος Γύζης έγραφε σε έναν φίλο του για την κακή υποδοχή που είχε «Η Δόξα των Ψαρών»: «Αι ελληνικαί κριτικαί περί της «Δόξης» μου «Ψαρών» με συνεκίνησαν. Εις έν ποίημα πολύ πνευματώδες, Ζλάπι ονομαζόμενον, μού την είπαν Ζουρλοκαμπέρω. Εγέλασα πολύ, και είπα μέσα μου, έχει δίκαιον ο απόγονος του Περικλέους». Και γνωρίζουμε ότι το ποίημα στο οποίο αναφέρεται ο Γύζης το δημοσίευσε ο Ζλάπι (μάλλον από την ταραχή του ο ζωγράφος μπέρδεψε τον τίτλο του ποιήματος με το όνομα του «ποιητή», το οποίο ήταν στην πραγματικότητα ψευδώνυμο του Πολύβιου Δημητρακόπουλου ο οποίος έγραφε με χωριάτικο ιδίωμα) στην «Εστία» στις 4 Απριλίου 1899 και προς το τέλος των πολλών στίχων του έγραφε:

«κη να μι τα μαλλιά της ξιμπλιγμένα
κ’η Δουόξα, που την ξιέρτι κη την ξέρου,
κη φαίνιτι πως τάχει σαν χαμένα
κη σουλατσιάρει σαν ζουρλουκαμπέρου».

Νικόλαος Γύζης, Η Δόξα των Ψαρών, 1898. Παστέλ σε χαρτί, 38 x 24 εκ.

Νικόλαος Γύζης, Η Δόξα των Ψαρών, 1898. Παστέλ σε χαρτί, 38 x 24 εκ.

Καθώς ο Δημήτριος Καμπέρος ήταν γεννημένος το 1883 (στην Ύδρα), καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η λέξη «τρελοκαμπέρος» δεν μπορεί να προέρχεται από αυτόν, αφού το 1899 ήταν πολύ μικρός για να έχει κάνει οποιεσδήποτε αεροπορικές τρέλες (με το αεροπλάνο που έτσι κι αλλιώς δεν υφίστατο τότε – οι αδερφοί Ράιτ έκαναν την πρώτη πτήση το 1903) που να τον συνδέουν με τη λέξη που ταιριάζει με το επώνυμο του. Και δεχόμαστε πια ότι η λέξη προέρχεται από «τρελό + καμπέρω < τουρκ. kamber “πιστός σύντροφος, δούλος” (εδώ “της τρέλας”)», όπως γράφει πλέον και το λεξικό του Μπαμπινιώτη (και ήδη από την 2η έκδοση του, το 2002). Δεν είναι καθόλου απίθανο βέβαια, μια λέξη που ήταν μέχρι τότε ελάχιστα γνωστή να ταίριαξε και να διαδόθηκε μέσα από τις «τρέλες» του γενναίου αεροπόρου για τον οποίο ο Γεώργιος Σουρής έγραφε τον Μάιο του 1912 στον «Ρωμηό» του:

«Την αεροπορίαν δοξάζω και γεραίρω
βαρδάτε και θα πάω ψηλά με τον Καμπέρο
κι εξ ύψους θ’ ανυμνήσω την συλλογήν εράνων
υπέρ αεροπλάνων»

…και στο επόμενο φύλλο:

«Την δόξαν ας αφήσωμεν θριάμβων εφημέρων
εις ύψος ας τρυφήσωμεν μαζί με τον Καμπέρον»

Το 2014, πενήντα χρόνια μετά το διάβημα των απογόνων του Καμπέρου για τον τίτλο της επιθεώρησης των Σακελλάριου – Γιαννακόπουλου, η Αντιγόνη Καμπέρου, της οποίας ο παππούς ήταν πρώτος ξάδερφος με τον πατέρα τού Δημητρίου Καμπέρου Αναστάσιο, κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Δημήτριος Καμπέρος, Ο Τρελοκαμπέρος – Η ζωή του πρώτου Έλληνα στρατιωτικού αεροπόρου». «Υπήρξε ο πρώτος στρατιωτικός αεροπόρος θρύλος για τα κατορθώματά του τόσο σε πόλεμο όσο και σε περίοδο ειρήνης. Η μόνη του “τρέλα” ήταν η περιφρόνησή του για τον κίνδυνο και η λαχτάρα του να κατακτήσει τους αιθέρες», αναφέρεται στην παρουσίαση του βιβλίου (απ’ όπου προέρχονται κάποιες από τις πληροφορίες της ανάρτησης) για τον Δημήτριο Καμπέρο. «Λες και έδινε ζωή σ” αυτό το “συρματένιο πουλί”. Άνθρωπος και αεροπλάνο γίνονταν ένα και έσχιζαν τους αιθέρες προκαλώντας θαυμασμό και δέος! Τον εκτίμησαν και τον θαύμασαν για την προσήλωσή του στο καθήκον. Παραμένει ζωντανός στις καρδιές πολλών Ελλήνων και μας θυμίζει τη γενναία ψυχή του Έλληνα ακόμη και στις δύσκολες ώρες».

«Πλησιάζω τα εξήντα. Γέρασα. Έκανα τόσα πολλά και τίποτε δεν έκανα. Δεν παντρεύτηκα. Δεν έκανα ένα παιδί. Πολλοί είπαν ότι παντρεύτηκα την Ελλάδα και της γέννησα πλήθος νίκες. Είναι όμως έτσι; Ή μήπως η κρυφή μου ερωμένη ήταν η Αεροπορία;», έγραφε ο Δημήτρης Καμπέρος ο οποίος ήταν το πρώτο από τα έξι παιδιά που έκαναν ο Αναστάσης Καμπέρος και η Μαριγώ Παπαδάκη. Πριν ακόμη ο Δημήτρης πάει στο σχολείο, η οικογένεια μετακόμισε στον Πειραιά όπου εκείνος τελείωσε το (εξατάξιο) γυμνάσιο. Μπήκε πρώτος στην σχολή Ευελπίδων, απ’ την οποία αποφοίτησε αριστούχος το 1905, με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού, με τον οποίο μπήκε στο πυροβολικό. Στις 2 Μαΐου του 1911 διάβασε αυτό: «Ο κ. Υπουργός των Στρατιωτικών εξέδωκε χθες εγκύκλιον, ήτις εκοινοποιήθη προς άπαντα τα στρατιωτικά Σώματα, ίνα λάβωσιν γνώσιν οι επιθυμούντες εκ των αξιωματικών ν’ασκηθώσιν εις την αεροπλοΐαν. Οι επιθυμούντες να μετάσχωσιν των ασκήσεων οφείλωσιν να άγουν ηλικίαν κάτω των 28 ετών και να είναι ψύχραιμοι και δραστήριοι». Ήταν ένας από τους εξήντα αξιωματικούς που έκαναν αίτηση. Ήταν ένας από τους τρεις που επιλέχθηκαν την πρώτη χρονιά (άλλοι τόσοι ακολούθησαν και τη δεύτερη). Ήταν η εποχή που η Ελλάδα βρισκόταν στη διαδικασία δημιουργίας Στρατιωτικής Αεροπορικής Υπηρεσίας. Η κυβέρνηση είχε προχωρήσει σε συμφωνία με τον γαλλικό Οίκο «Φαρμάν», για την αγορά διπλάνων τα οποία ήταν από τα καλύτερα αεροπλάνα της εποχής, κατά την οποία η Γαλλία ήταν η κοιτίδα της αεροπορίας και η πρώτη, ίσως και η μόνη, χώρα που είχε αναπτύξει αεροπορική βιομηχανία. Τον Δεκέμβριο του 1911 οι τρεις επιλεγέντες Έλληνες αξιωματικοί έφταναν στις εγκαταστάσεις της «Φαρμάν» κάπου 45 χιλιόμετρα μακριά από το Παρίσι, για να εκπαιδευθούν στον χειρισμό τους. Στις 7 Ιανουαρίου του 1912 ο νόμος 3995 γινόταν αυτός που ίδρυε την Ελληνική Αεροπορία. Στις 9 Απριλίου του 1912 έφταναν στο λιμάνι του Πειραιά τα κιβώτια με τα κομμάτια των δύο πρώτων διπλάνων «Φαρμάν» με κινητήρες 50 ίππων. Ακριβώς δυο μήνες πριν η εφημερίδα «Ακρόπολις» έγραφε:

«Από μίας εβδομάδος εις το πεδίον του Ρουφ όπου οι στρατώνες του Μηχανικού, είχεν μεταφερθή τεράστιον κιβώτιον, το περιεχόμενον του οποίου επέπρωτο να ανησυχήση χθες την πρωΐαν τους Αθηναίους που δεν είχαν γνώσην του πράγματος. Το πελώριον κιβώτιον περιείχε το αεροπλάνον του Εμμανουήλ Αργυροπούλου, υιού του εν Πετρουπόλει πρώην πρεσβευτού, του πρώτου διπλωματούχου Έλληνος αεροπόρου, ο οποίος σπουδάσας κατά πρώτον μηχανικήν και ηλεκτρολογίαν εις Γερμανίαν, μετέβη κατόπιν εις το Μουρμελόν της Γαλλίας, όπου για 14 μήνας εσπούδασεν εν μέσω επανειλημμένων πτώσεων, ατυχιών, μωλωπισμών, την αεροπλοΐαν της οποίας έγινε καθώς απέδειξε χθες, τέλειος επιστήμων. Το αεροπλάνον του Αργυροπούλου είναι συστήματος Νιεπόρτ».

Ο Δημήτριος Καμπέρος

Ο Δημήτριος Καμπέρος

8 και 10 το πρωί της 8ης Φεβρουαρίου του 1912 έγινε η πρώτη πτήση του Αργυρόπουλου με το γαλλικό του «Νιεπόρτ». 9 και 20 η δεύτερη. Ας διαβάσουμε λίγο ακόμη από την «Ακρόπολη» για τα λόγια του συνεπιβάτη του Αργυρόπουλου (που είναι και ο πρώτος συνεπιβάτης αεροπλάνου που πέταξε στην Ελλάδα): «Φοβούμαι Είναι ασφαλέστερος κανείς εδώ κάτω… κτυπά με το πόδι του το χώμα». Ύστερα φοράει «δερματίνην αεροναυτικήν κάσκαν» και απογειώνονται. Μια πτήση διάρκειας τεσσεράμισι λεπτών σε ύψος 60 έως 80 μέτρων. Και ας αποκαλύψουμε τώρα και την ταυτότητά του μαζί με τα λόγια του όταν προσγειώθηκαν: «Ο Πρωθυπουργός πηδά πρώτος στη γη. Η έκφρασις του προσώπου του ανομολογεί την επίδρασιν κάποιας γοητείας. Το πλήθος τον χειροκροτεί.

- Αι εντυπώσεις σας κύριε Πρόεδρε τον ερωτούμεν.
- Τι εντυπώσεις; Έχομεν κάμει τόσην κατάχρησιν των επιθέτων ώστε δεν μπορεί να «εκφρασθή κανείς… Τι εντυπώσεις; Ξέρω και “γω…; Γράψτε ότι μπορεί να γραφή σε τέτοιες περιστάσεις, έχετε την άδειάν μου. Εκεί ψηλά έχει κανείς τόσα συναισθήματα. Αλλά μόλις ήρχισα να αισθάνομαι την άγνωστον ηδονήν της υπερόχου θέας… έρχεται ο κ. Αργυρόπουλος και με κατεβάζει πάλι στα εγκόσμια… εκτός αυτού δεν πετάξαμεν και πολύ ψηλά.»

Μετά θα ακολουθήσει η «βάφτιση» του αεροπλάνου. Ο Αργυρόπουλος δεν θέλει να το πούνε «Ελλάς», γιατί αν καταστραφεί θα λένε ότι «καταστράφηκε η Ελλάς». Ο Βενιζέλος δεν θέλει το «Ίκαρος» γιατί ο Ίκαρος σκοτώθηκε. Καταλήγουν στο «Αλκυών». Μια τελευταία ματιά στην «Ακρόπολη». Λέει ο Βενιζέλος: «Εύχομαι όπως η Αλκυών τερματίση φυσικόν τον βίον. Εύχομαι όπως ο κ. Αργυρόπουλος, ο πρώτος Έλλην αεροναύτης, ο πρώτος πετάξας υπέρ τα ιερά εδάφη, συνεχίση επί άλλου τελειοτέρου μηχανήματος το οποίον να οφείλεται εξ ολοκλήρου εις αυτόν, τας ενδόξους παραδόσεις του Ικάρου χωρίς τας ατυχίας εκείνου, προς δόξαν και αυτού και της Ελληνικής Πατρίδος.
Με τας ευχάς ταύτας ο Πρωθυπουργός θραύει την φιάλην του καμπανίτου επί
ενός των στηριγμάτων του αεροπλάνου εις το οποίον εύχονται όλοι ιδιαιτέραν
υγείαν και διατήρησιν.»

Κρατήστε το όνομα «Αργυρόπουλος» και πάμε να ξαναβρούμε τον Καμπέρο. Τον Μάιο του1912 συναρμολογεί τα «Φαρμάν», υπό την επίβλεψη του Γάλλου αερομηχανικού, Σοβώ. Σαν σήμερα ο Δημήτριος Καμπέρος θα πραγματοποιήσει την πρώτη πτήση με στρατιωτικό αεροπλάνο στην Ελλάδα απογειούμενος από το Φάληρο υπό τις επευφημίες χιλιάδων Αθηναίων. Την επομένη απογειώνεται και πάλι από την ίδια περιοχή. Πάνω από τα Κιούρκα ο κινητήρας παρουσίασε βλάβη και ο πιλότος για να αποφύγει το ατύχημα επιχείρησε αναγκαστική προσγείωση, ενώ ο ίδιος πήδηξε από ύψος δέκα μέτρων πάνω σε ξερόχορτα. Επισκεύασε μόνος του το διπλάνο του και το μετέφερε με τη βοήθεια των χωρικών σε σημείο που να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως διάδρομος απογείωσης. Απογειώθηκε ξανά στις 15 Μαΐου και ξανά και ξανά μέχρι τις 19/5 συμμετέχοντας στα στρατιωτικά γυμνάσια εκείνων των ημερών, αναλαμβάνοντας διάφορες αποστολές και φτάνοντας να πετάει ψηλότερα από τα 1000 μέτρα. Την τελευταία μέρα των γυμνασίων περίμενε να συγχαρεί τον Καμπέρο (ο οποίος έκανε μια θεαματική πτήση από το Μπογιάτι στην Κηφισιά) στην προσγείωση του ίδιος ο Βενιζέλος με κάποιους Υπουργούς, όπως τον περίμενε και στις 15/5 μαζί με τον Γάλλο στρατηγό Εντού.

Στις 24 Μαΐου διαβάζουμε στην εφημερίδα «Σκριπ»: «Νέα πτήσις του Καμπέρου εκ του αεροδρομίου του Ζωολογικού Κήπου· μετέβη εις Φρεαττύδα όπου έκανε διαφόρους ελιγμούς άνωθεν της οικίας του». Ο ίδιος ο πιλότος σημειώνει: «Αισθανόμουν ότι εκτός από τη δική μου προσωπική τέρψη, μάγευα και τα πλήθη. Ο αθηναϊκός λαός έσπευσε σαν ορμητικός χείμαρρος να καταλήξει στο αεροδρόμιο του Φαλήρου όπως το ποτάμι ρίχνει τα νερά του στο Δέλτα.» Οι ριψοκίνδυνες πτήσεις του Καμπέρου (που ήταν ένα από τα πιο πολυσυζητημένα πρόσωπα των ημερών) στη Φρεαττύδα, πολύ χαμηλά πάνω από το σπίτι του και λίγα ακόμη σπίτια, αρχίζουν να τεκμηριώνουν τον χαρακτηρισμό του ως «τρελοκαμπέρος». Στις 27 Μαΐου θα τεκμηριωθεί ακόμη περισσότερο….

Όπως μας ενημερώνει η «Σκρίπτ» στο φύλλο της 28ης Μαΐου, την προηγούμενη μέρα πραγματοποιήθηκε από τον Βενιζέλο η βάπτιση των πρώτων τεσσάρων στρατιωτικών αεροπλάνων που ανήκαν στο Ελληνικό Κράτος. Τα δύο είχαν ήδη συναρμολογηθεί και ονομάστηκαν «Δαίδαλος» και «Αετός». Τα άλλα δύο βρισκόταν ακόμη μέσα στα κιβώτια τους στο λιμάνι του Πειραιά όπου είχαν φτάσει μετά τα δύο πρώτα. Ωστόσο και εκείνα τα βάπτισε ο Πρωθυπουργός και τα είπε «Ιέραξ» και «Γυψ». Στη συνέχεια ο Καμπέρος ανέβηκε στον «Δαίδαλο» και ξεκίνησε τους ακροβατικούς του ελιγμούς σε ύψος 400 μέτρων πάνω από το Νέο Φάληρο και χαμηλότερα πάνω από την Καστέλα. Ενώ πετούσε 300 μέτρα πάνω απ’ την Καστέλα όταν αντιλήφθηκε ότι κοντά του πετούσε ακόμη ένα αεροπλάνο. Ήταν το μονοπλάνο του Αργυρόπουλου, που είχε απογειωθεί από το Φάληρο, χωρίς να ειδοποιήσει κανένα και έκαμνε κι αυτός ακροβατικά. Ο Καμπέρος, φοβερά εκνευρισμένος, προσγείωσε αμέσως τον «Δαίδαλο». Αυτή τη φορά θα διαβάσουμε «Εμπρός»: «Ο κ. Καμπέρος προσγειούται δεξιότατα προς το ΝΔ μέρος του αεροδρομίου. Το αεροπλάνον προχωρεί ως εκ της κεκτημένης ταχύτητος εις αρκετών μέτρων απόστασιν ιστάμενο εις το κέντρον περίπου του αεροδρομίου. Ο κ. Καμπέρος πηδά εκ του αεροπλάνου του και σπεύδει προς το μέρος των θεατών επεφημούμενος ενθουσιωδώς υπό του κόσμου.
ΑΙ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΙ ΤΟΥ. Ο κ. Πρωθυπουργός απομακρυνθείς εκ του κύκλου των επισήμων προχωρεί προς συνάντησιν του κ. Καμπέρου, τον οποίον και συγχαίρει θερμότατα ούτος δε ευχαριστών τον κ. Πρωθυπουργόν εκφράζει παράπονα εναντίον του κ. Αργυροπούλου λέγων.

- Διαμαρτύρομαι κ. Πρόεδρε. Δεν είναι κατάστασις αυτή. Αυτά δεν γίνονται εις άλλα αεροδρόμια. Ο κ. Αργυρόπουλος χωρίς να ειδοποιήση ότι θα υψωθή ηκολούθησε τον δρόμον μου, πράγμα το οποίον με ημπόδισε να κάμω τας στροφάς
τας οποίας εσχεδίαζον.
- Καλά, καλά δεν πειράζει. Άλλη φορά δεν θα επαναληφθή, λέγει ο κ. Βενιζέλος. Ήτο όμως το θέαμα πολύ ωραίον. Και οι δύο επετάξατε πολύ ωραία».

Ο «Δαίδαλος», όμως παρέμενε στη μέση του αεροδρομίου, μη επιτρέποντας στον Αργυρόπουλο να προσγειωθεί. Όταν ζητήθηκε από τον Καμπέρο να το μετακινήσει: «τουναντίον διέταξε τους στρατιώτας να μη το μετακινήσουν ειπών εν οργή προς αυτούς τα εξής: – Αφήστε το. Μη το πειράξη κανείς σας. Σας διατάσσω να μην το κινήσετε διόλου από την θέσιν του. Αφήστε το να το σπάση για να μάθη άλλη φορά». Έπρεπε να περάσει αρκετή ώρα (και κατά την «Σκριπ» να ξαναπαρέμβει ο Πρωθυπουργός) μέχρι να δώσει διαταγή να το μετακινήσουν ο Καμπέρος. Ο οποίος μάλιστα μετά την αποχώρηση των επισήμων απογειώθηκε για νέα πτήση επιδείξεως και για να συνεχίσει τα παράτολμα κόλπα του, πάνω από την Καστέλα. «Κατενθουσιασμένος κατόπιν τούτου ο κόσμος περί την 8ην παρά τέταρτον ήρχισεν αποσυρόμενος».

Στις 24 Ιουνίου του 1912 ο Καμπέρος είχε μετατρέψει το αεροπλάνο του σε υδροπλάνο με την προσθήκη δύο πλωτήρων. Τα 110 χιλιόμετρα την ώρα ταχύτητα που έπιασε κάνοντας τη διαδρομή Φάληρο – Ύδρα ήταν παγκόσμιο ρεκόρ. Δεν μπόρεσε να το χαρεί καθώς την επόμενη μέρα πέθανε ο πατέρας του. Ο 1ος Βαλκανικός πόλεμος πλησίαζε. Σε αυτόν, στις 4 Απριλίου 1913, σκοτώθηκε όταν το αεροπλάνο του έπεσε στον Λαγκαδά (ενώ εκτελούσε αναγνωριστική πτήση εχθρικών θέσεων), ο Εμμανουήλ Αργυρόπουλος, για τον οποίο φτιάχτηκε ειδικός νόμος για να μπορέσει να πετάξει με τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις.

Καιρό μετά την έναρξη του πολέμου ο Καμπέρος γράφει: «Στις 11 Οκτωβρίου, ημέρα Παρασκευή, εισχώρησα σε βάθος 60 χλμ. εντός του εχθρικού εδάφους, βαλλόμενος από εχθρικά πυρά. Αυτό απετέλεσε σημαντικότατο επίτευγμα για την εποχή εκείνη όταν τα αεροσκάφη ήταν κατασκευασμένα από καλάμια “μπαμπού”, των οποίων οι ευπαθείς κινητήρες υπέκειντο σε συνεχείς βλάβες, ενώ εγώ καθόμουν στο κενό ανάμεσα σε δύο δοκίδες. Ήταν μια θαυμάσια πτήση η οποία μου έδωσε τη δυνατότητα να εισέλθω στο κέντρο του εχθρικού εδάφους και μάλιστα στο τουρκικό πυροβολικό το οποίο δεν δίστασε να με κάνει κόσκινο, αλλά ευτυχώς δεν έπαθα τίποτα. Άλλη μια φορά όπως τόσες, είχα άγιο. Γύρισα πίσω στο στρατόπεδο, στην Ελασσόνα, έχοντας δει τις θέσεις του εχθρού, τα εφόδιά του και τον αριθμό των στρατιωτών έτσι ώστε να μεταφέρω όλες αυτές τις πολύτιμες πληροφορίες για την επίθεση του Στρατού μας στην Ελασσόνα». Αργότερα γράφει: «Τους πρώτους μήνες του πολέμου ήμουν αεικίνητος. Μια στη Λάρισα, για να επιβλέπω τη συγκρότηση του Λόχου, μια στην Αθήνα, για να επιβλέπω την κατασκευή αεροπορικών βομβών που θα τις χρησιμοποιούσαμε ρίχνοντάς τις από ψηλά. Ήταν κάτι σαν χειροβομβίδες του μισού κιλού η κάθε μία, τις οποίες τις κατασκευάζαμε, για να τις ρίξουμε στον εχθρό κατόπιν κατοπτεύσεως. Δοχεία βενζίνης, που με την κρούση τους στο έδαφος θα αναφλέγονταν και θα δημιουργούσαν απώλειες στον εχθρό. […] Με μια δαγκωνιά η περόνη απελευθερωνόταν και η χειροβομβίδα έφευγε για το σύντομο της ταξίδι και όταν θα έσκαγε θα κατέστρεφε κάτι ή κάποιον. […] Ξαφνικά ανακάλυψα, ότι πίσω από κάποιες φυλλωσιές είχαν κρύψει τα μυδράλια και από αυτά έριχναν και σκότωναν τους δικούς μας. Πέταξα από πάνω τους και με τις τέσσερις χειροβομβίδες που έριξα, ήταν αρκετές για να τα διαλύσω».

Οι πτήσεις του είναι οι πρώτες στον κόσμο κατά τη διάρκεια ενός τακτικού πολέμου και αυτές οι βόμβες που έριχνε με τα χέρια αποτελούν τον πρώτο αεροπορικό βομβαρδισμό της ιστορίας. Μετά το τέλος των Βαλκανικών πολέμων οργάνωσε και λειτούργησε, στη Θεσσαλονίκη, την πρώτη σχολή χειριστών της ιστορίας της ελληνικής αεροπορίας. Η εκπαίδευση νέων αεροπόρων ήταν μια από τις βασικές του ασχολίες τα επόμενα χρόνια, κατά τα οποία επίσης αρθρογραφούσε και έγραψε το βιβλίο «Ο Μελλοντικός Πόλεμος από του Αέρος». Το καλοκαίρι του 1934 έκανε μια τελευταία πτήση επίδειξης με αεροπλάνο Ε9 «Αβρό» των 180 ίππων. Ήταν απάντηση σε αυτές των Άγγλων πιλότων που είχαν προηγηθεί. «Μεταξύ των άλλων ο κ. Καμπέρος έκαμεν επανειλημμένως κατακορύφως το σχήμα οκτώ, ανόρθωσιν και ανάποδο λούπινγκ, λούπινγκ με βραδείαν περιστροφήν και σπινάρισμα καθώς και πτήσιν ανάστροφον» έγραφε ο τύπος που πρόσθετε ότι αντίστοιχους ελιγμούς μόνο ο Γάλλος Ντετρουαγιέ είχε κατορθώσει, αλλά με πολύ ισχυρότερο αεροπλάνο, των 500 ίππων», ανέλυε τον Νοέμβριο του 2019 σε συνέντευξη της στο «ΑΠΕ-ΜΠΕ» η Αντιγόνη Καμπέρου: «Ήταν προγραμματισμένη η επίσκεψη του βρετανικού αεροπλανοφόρου “Furious” και τα βρετανικά αεροπλάνα έκαναν επιδείξεις στο Τατόι ως μέρος της προετοιμασίας τους για την έλευση του αεροπλανοφόρου, αποδεικνύοντας τη διαφορά επιπέδου εκπαίδευσης από την ελληνική αεροπορία. Σαν παράτολμος και “τρελός” που ήταν, βούτηξε ένα αεροπλάνο που είχε να χρησιμοποιηθεί μια δεκαετία και κατέβηκε στο Φάληρο. Με το πεπαλαιωμένο αεροπλάνο “Αβρό” πλησίασε το αεροπλανοφόρο, και εκτελούσε ακροβατικά ξυστά από το κατάστρωμά του και με ανάστροφες πτήσεις, άγγιζε την επιφάνεια της θάλασσας προκαλώντας τον θαυμασμό των Βρετανών. Αυτή ήταν και η τελευταία του επίδειξη γιατί αποστρατεύτηκε λόγω ηλικίας την επόμενη μέρα στις 2 Αυγούστου 1934. Ένα αιφνιδιαστικό, εκθαμβωτικό φινάλε που άρμοζε στον Καμπέρο.» Ο οποίος ξαναφόρεσε τη στολή του και παρουσιάστηκε έτοιμος να συνδράμει την Πολεμική Αεροπορία στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Η προσφορά του δεν έγινε δεκτή λόγω της ηλικίας του.

dimitris kamperos

«Ένα ζεστό πρωινό του Ιουλίου του 1941, ο Δημήτριος (Μίμης) Καμπέρος, πενήντα οκτώ ετών τότε, και αποστρατευμένος αεροπόρος με τον βαθμό του επισμηναγού, δέχεται μιαν ενοχλητική επίσκεψη στο σπίτι του, στην Πειραϊκή. Μια γερμανική περίπολος έχει έρθει για να τον συλλάβει. Ο Καμπέρος αρνείται να παραδοθεί, επιμένοντας πως, κατά το στρατιωτικό πρωτόκολλο, μόνον ένας αξιωματικός του ιδίου βαθμού μπορεί να τον συλλάβει. Οι Γερμανοί δείχνουν σεβασμό και αποχωρούν.

Την επομένη, χτυπάει και πάλι η πόρτα του Καμπέρου. Αυτή τη φορά είναι ένας επισμηναγός της Λουφτβάφε. Ο Έλληνας αεροπόρος παραδίδει τα όπλα του και οδηγείται στο αρχηγείο της Λουφτβάφε όπου ανακρίνεται σχετικά με τη φημολογούμενη αντιστασιακή δράση Ελλήνων αξιωματικών της Αεροπορίας. Ο πεισματάρης Πειραιώτης αρνείται να συνεργαστεί και οι Γερμανοί του επιτρέπουν να φύγει», ξεκινά η αφήγηση του βιβλίου της Αντιγόνης Καμπέρου.
«Όταν έκανα τα διάφορα επικίνδυνά μου», έγραφε ο ίδιος ο Μίμης Καμπέρος, «όλοι πάγωναν από τον φόβο και δεν ήταν διατεθειμένοι να με ακολουθήσουν. Εγώ όμως το διασκέδαζα γιατί έκανα τσαλίμια στον Χάρο και του ξέφευγα! Το ήξερα πολύ καλά αυτό, αλλά οι άλλοι δεν το πολυχώνευαν. Ήταν τόσο πρωτότυπα, που τα ονόμασαν “ακροβατικά Καμπέρου”».

«Ο επισμηναγός Δημήτριος Καμπέρος δεν πέθανε στο αεροπλάνο, αλλά βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του», λέει η Αντιγόνη Καμπέρου. «Οι σωληνώσεις του φωταερίου έπαθαν κάποια βλάβη και έτσι αποκοιμήθηκε και δεν ξαναξύπνησε ενώ έφτιαχνε το τσάι του για να ζεσταθεί. Σιγά-σιγά το δηλητήριο που ο Χάρος έστειλε ύπουλα, τον κοίμισε για πάντα! Πέθανε τον χειμώνα του 1942 μέσα στην Κατοχή».

Δεν υπάρχουν σχόλια για το άρθρο "Δημήτριος Καμπέρος: o «τρελοκαμπέρος»"

    Αφήστε το σχόλιο σας


    *